Σάββατο 18 Μαΐου 2019

Ποια Ελληνική Λέξη είναι Αρχαία και ποια Νέα;

«Από την εποχή που μίλησε ο Όμηρος ως τα σήμερα, 
μιλούμε, ανασαίνουμε και τραγουδούμε με την ίδια γλώσσα».
Γιώργος Σεφέρης

Γιατί μια Ομηρική λέξη μας φαίνεται δύσκολη και ακαταλαβίστικη;
Οι Έλληνες σήμερα, ασχέτως μορφώσεως, μιλάμε ομηρικά, 

αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
Για του λόγου το αληθές θα αναφέρουμε μερικά παραδείγματα για να δούμε ότι 

η Ομηρική γλώσσα όχι μόνο δεν είναι νεκρή, αλλά είναι ολοζώντανη.
  • αὐδή είναι η φωνή. Σήμερα χρησιμοποιούμε το επίθετο άναυδος
  • ἀπαυδῶ < ἀπό + αὐδή >--> απηύδησα αδυνατώ να μιλήσω πλέον.
  • ἀλέξω στην εποχή του Ομήρου σημαίνει εμποδίζω, αποτρέπω.
    Τώρα χρησιμοποιούμε τις λέξεις αλεξίπτωτο, αλεξίσφαιρο, αλεξικέραυνο, αλεξήλιο, Αλέξανδρος (αυτός που αποκρούει τους άνδρες) κ.τ.λ. 
  • Με το επίρρημα «τήλε» στον Όμηρο εννοούσαν μακριά,
    εμείς χρησιμοποιούμε τις λέξεις τηλέφωνο, τηλεόραση, τηλεπικοινωνία, τηλεβόλο, τηλεπάθεια κ.τ.λ. 
  • λάας ή λᾶς έλεγαν την πέτρα. Εμείς λέμε λατομείο, λαξεύω. 
  • πέδον στον Όμηρο σημαίνει έδαφος,
    τώρα λέμε στρατόπεδο, πεδινός. 
  • Το κρεβάτι λέγεται λέχος,
    εμείς αποκαλούμε λεχώνα (λεχώτη γυναίκα που μόλις γέννησε και μένει στο κρεβάτι. 
  • πόρο έλεγαν τη διάβαση, το πέρασμα, σήμερα χρησιμοποιούμε τη λέξη πορεία. Επίσης αποκαλούμε εύπορο κάποιον που έχει χρήματα, γιατί έχει εύκολες διαβάσεις, μπορεί δηλαδή να περάσει όπου θέλει, και άπορο αυτόν που δεν έχει πόρους, το φτωχό. 
  • φρήν είναι η λογική. Έχει σώας τας φρένας.
    Από αυτή τη λέξη προέρχονται το φρενοκομείο, ο φρενοβλαβής, ο εξωφρενικός, ο άφρων κ.τ.λ. 
  • δόρπος, λεγόταν το δείπνο, σήμερα η λέξη είναι επιδόρπιο
  • λῶπος ή λώπη είναι στον Όμηρο το ένδυμα.
    Τώρα αυτόν που μας έκλεψε (μας έγδυσε το σπίτι) τον αποκαλούμε λωποδύτη
  • ὕλη ονόμαζαν ένα τόπο με δένδρα,
    εμείς λέμε υλοτόμος
  • ἄρουρα έλεγαν την καλλιεργήσιμη γη (γενικότερα) τη γη, το χώμα, το έδαφος, όλοι ξέρουμε τον αρουραίο
  • Τον θυμό τον αποκαλούσαν χόλο.
    Από τη λέξη αυτή πήρε το όνομα της η χολή, με την έννοια της πίκρας. Λέμε επίσης αυτός είναι χολωμένος
  • νόστος σημαίνει επιστροφή στην πατρίδα.
    Η λέξη παρέμεινε ως παλινόστηση, ή νοσταλγία
  • ἄλγος στον Όμηρο είναι ο σωματικός πόνος,
    από αυτό προέρχεται το αναλγητικό
  • Το βάρος το αποκαλούσαν ἄχθος,
    σήμερα λέμε αχθοφόρος
  • Ο ρῦπος, δηλαδή η ακαθαρσία, εξακολουθεί και λέγεται έτσι – ρύπανση
  • Από τη λέξη αἰδώς (ντροπή)
    προήλθε ο αναιδής
  • πέδη, σημαίνει δέσιμο και τώρα λέμε πέδιλο, τροχοπέδη, χειροπέδες. 
  • Από το φάος (το φως), προέρχεται η φράση φαεινές ιδέες. 
  • ἄγχω, σημαίνει σφίγγω το λαιμό, σήμερα λέμε αγχόνη. Επίσης άγχος είναι η αγωνία από κάποιο σφίξιμο, ή από πίεση. 
  • βρύχια στον Όμηρο είναι τα βαθιά νερά,
    εξ ου και τo υποβρύχιο
  • φερνή έλεγαν την προίκα.
    Από εκεί επικράτησε την καλά προικισμένη να τη λέμε «πολύφερνη νύφη». 
  • Το γεύμα στο οποίο ο κάθε παρευρισκόμενος έφερνε μαζί του το φαγητό του λεγόταν ἔρανος. Η λέξη παρέμεινε, με τη διαφορά ότι σήμερα δεν συνεισφέρουμε φαγητό, αλλά χρήματα.

Υπάρχουν λέξεις, από τα χρόνια του Ομήρου, που ενώ η πρώτη τους μορφή μεταβλήθηκε – η χείρ έγινε χέρι, το ὕδωρ νερό (νεαρόν ύδωρ = φρέσκο νερό), η ναῦς έγινε πλοίο, το ἄστυ έγινε πόλη 
 – στη σύνθεση διατηρήθηκε η πρώτη μορφή της λέξεως.
  • Από τη λέξη χείρ έχουμε: χειρουργός, χειριστής, χειροτονία, χειραφέτηση, χειρονομία, χειροδικώ κ.τ.λ.
  • Από το ὕδωρ έχουμε τις λέξεις: ύδρευση υδραγωγείο, υδραυλικός, υδροφόρος, υδρογόνο, υδροκέφαλος, αφυδάτωση, ενυδρείο, κ.τ.λ.
  • Από τη λέξη ναῦς έχουμε: ναυπηγός, ναύαρχος, ναυμαχία, ναυτικός, ναυαγός, ναυτιλία, ναύσταθμος, ναυτοδικείο, ναυαγοσώστης, ναυτία, κ.τ.λ.
  • Από τη λέξη ἄστυ έχουμε: αστυνομία, αστυνομικός, αστυφιλία, κ.τ.λ.
Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα παραδείγματα προκύπτει ότι:
Δεν υπάρχουν αρχαίες και νέες Ελληνικές λέξεις, αλλά μόνο Ελληνικές.Η Ελληνική γλώσσα είναι ενιαία και ουσιαστικά αδιαίρετη χρονικά.

Από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα προστέθηκαν στην Ελληνική γλώσσα μόνο ελάχιστες λέξεις.
Η γνώση των εννοιών των λέξεων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι μιλάμε τη γλώσσα της ομηρικής ποίησης, μια γλώσσα που δεν ανακάλυψε ο Όμηρος αλλά προϋπήρχε πολλές χιλιετίες πριν από αυτόν.
Προσθέστε και εσείς τις δικές σας γνώσεις που να σχετίζονται με το θέμα.
Σκοπός μας είναι να ανακαλύψουμε τις έννοιες των λέξεων για να μπορέσουμε να επικοινωνήσουμε καλύτερα.
Παλαιότερα όταν έλεγαν μια λέξη καταλάβαιναν όλοι το ίδιο. π.χ για τη λέξη αρετή ήξεραν ότι είναι η μεσότητα ανάμεσα σε δύο υπερβολές.
Σήμερα ο καθένας για την ίδια λέξη εννοεί και κάτι διαφορετικό.

Πηγές: Απολλώνιου Σοφιστού Λεξικόν κατά στοιχείον Ιλιάδος και Οδύσσειας - Εκδόσεις Ηλιοδρόμιο. k-mag

Παρασκευή 17 Μαΐου 2019

Άγνωστες λέξεις της γλώσσας μας

Η ελληνική γλώσσα είναι μία ανεξάντλητη πηγή γνώσης.
Αξίζει να ασχοληθούμε μαζί της λίγο παραπάνω.
Όλες οι λέξεις που ακολουθούν είναι από το Λεξικό Μπαμπινιώτη

ἀμετροέπεια – έλλειψη μέτρου στα λεγόμενα, πολυλογία
ἀρχολίπαρος – αυτός που επιδιώκει αρχές και αξιώματα, φίλαρχος
γεραρός – αυτός που αξίζει τον σεβασμό
γλίσχρος – ανεπαρκής, πενιχρός
ἐνεός – άφωνος, άναυδος, σαν χαμένος (από κατάπληξη)
θρυαλλίδα – φιτίλι – αφορμή
ἰταμός – προκλητικός, αυθάδης, αναιδής
κοπετός – θρήνος, οδυρμός, γοερό κλάμα με χτυπήματα στο στήθος
μεμψιμοιρία – γκρίνια, παράπονα
νωδός – χωρίς δόντια, φαφούτης
ξενηλασία – απέλαση ξένων, εκδίωξη ή καταδίωξη τού ξενικού ως επικίνδυνου
οἴηση – μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, έπαρση
ὄνειδος – ό,τι ντροπιάζει τον άνθρωπο δημόσια και σε μεγάλο βαθμό
ὀρρωδώ – πτοούμαι, υποχωρώ από φόβο, τρομάζω
παρέλκει – περιττεύει, δεν χρειάζεται, δεν ενδείκνυται
πομφόλυγες – αερολογίες, ανοησίες
προσφυής – κατάλληλος, αρμόζων, εύστοχος, επιτυχής
ῥᾳστώνη – νωθρότητα, αμεριμνησία, αποφυγή φόρτου
σεμνύνομαι – υπερηφανεύομαι, καυχιέμαι
σχοινοτενής – μακροσκελής, υπερβολικής εκτάσεως
τύρβη – θόρυβος, ταραχή, βαβούρα
ὑφαρπάζω – αρπάζω με δόλιο τρόπο, υποκλέπτω, οικειοποιούμαι
φίλερις – καβγατζής, εριστικός
φληναφήματα – ανοησίες, σαχλαμάρες
χαλκεύματα – ψευδείς κατηγορίες, προϊόντα σκευωρίας, 
ψιμυθίωση – μακιγιάζ, στολισμός προσώπου
ὤσμωση – η διάχυση στοιχείων μέσα σε άλλα, αλληλεπίδραση