Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

Από την Άλωση μέχρι σήμερα: Το Βυζάντιο στη ζωή μας

Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Οικουμενική Ελληνική Γλώσσα - Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ


Προσωπικότητα που ακτινοβολεί, με έντονο ταμπεραμέντο και τον ενθουσιασμό έφηβου είναι στα 92 της χρόνια η ακαδημαϊκός, Βυζαντινολόγος, Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ. Ακούγοντας κάποιος με προσοχή τη διακεκριμένη Ελληνίδα καθηγήτρια, δεν μπορεί παρά να φέρει στον νου του τους στίχους του Κύπριου ποιητή, Κώστα Μόντη:
«Έλληνες ποιητές»
Ελάχιστοι μας διαβάζουν
ελάχιστοι ξέρουν τη γλώσσα μας,
μένουμε αδικαίωτοι κι αχειροκρότητοι
σ’ αυτή τη μακρινή γωνιά,
όμως αντισταθμίζει που γράφουμε Ελληνικά.
«Ποίηση του Κώστα Μόντη» 1962
Απολαύστε αυτήν την εξαιρετική διάλεξη:

Αρβελέρ: Όταν ξέρεις ελληνικά, ξέρεις την ιστορία του τόπου 

Η ελληνική γλώσσα ουδέποτε έπαψε να μιλιέται και να γράφεται, ουδέποτε έγινε νεκρική γλώσσα, ανέφερε απόψε η βυζαντινολόγος-ιστορικός Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, σημειώνοντας παράλληλα ότι αυτός που ξέρει ελληνικά, ξέρει και την ιστορία του τόπου.

Σε διάλεξή της, στο πλαίσιο της τελετής βράβευσης των νικητών των ετήσιων δημοσιογραφικών διαγωνισμών του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, που διοργανώθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο, η κ. Αρβελέρ μίλησε για την «Οικουμενική Ελληνική Γλώσσα».

Φιλοσοφία, μουσική, μαθηματικά, δημοκρατία, είναι όλες έννοιες ελληνικές, οι οποίες είναι και επίκαιρες και οικουμενικές, είπε η κ. Αρβελέρ που διετέλεσε Πρύτανις του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, Πρόεδρος του Πανεπιστημίου Παρισίων, Πρύτανις των Πανεπιστημίων των Παρισίων και Πρόεδρος του Κέντρου Georges Pompidou. Αυτή η γλώσσα, η οποία μιλιέται από τον Όμηρο μέχρι τον Μακρυγιάννη χωρίς διακοπή, μένει επίκαιρη παρά την αμερικανοποίηση, πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την κ. Αρβελέρ «για να μάθεις το επάγγελμα της ζωής, πρέπει να μάθεις καλά ελληνικά». Εμείς το ξέρουμε από γεννησιμιού μας, άλλο αν το ξεχνάμε».
Ανέφερε ακόμη ότι μέσα από τα ελληνικά, μπορούμε να έχουμε στα χέρια μας όλη την ελληνική ιστορία. Δίνοντας ένα παράδειγμα είπε ότι μόνο στα ελληνικά λέμε «ο ήλιος βασιλεύει» γιατί τα χρώματα στην δύση του ήλιου παραπέμπουν τους Έλληνες στην πορφύρα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων.

Αναφέρθηκε εξάλλου στα στοιχεία που έδεναν τους αρχαίους Έλληνες - το ίδια αίμα, τα ίδια ήθη, η ίδια θρησκεία και η ίδια γλώσσα – για να πει ότι αυτό που μένει ίδιο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι το ομόγλωσσο.

Η γλώσσα αυτή δεν έπαψε και να εξελίσσεται, συνέχισε και αναφέρθηκε στο ταξίδι της, από την Κοινή Αλεξανδρινή και τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, στον ανταγωνισμό με τα λατινικά μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση, τον πρωταγωνιστικό ρόλο κατά τη διάδοση του Χριστιανισμού και την διαδρομή της στη Δύση μετά την Άλωση.

Σε αντίθεση με τα λατινικά, συνέχισε η κ. Αρβελέρ, η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε να μιλιέται και να γράφεται. Αυτό είναι το αναδελφον της ελληνικής γλώσσας, παρατήρησε και για αυτό δεν υπάρχουν ελληνογενείς γλώσσες αλλά διάλεκτοι, όπως τα Κυπριακά, τα Ποντιακά ή τα Ρουμελιώτικα.
Τέλος είπε ότι η ελληνική δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα ως οικουμενική γλώσσα σε όλα τα επίπεδα, καθώς υπάρχουν πεδία – όπως αυτό της τεχνολογίας – στα οποία επικρατεί η αγγλική. Ωστόσο, συνέχισε, παραμένουν οι όροι που την κάνουν οικουμενική.
Προειδοποίησε τέλος ότι για την σμίκρυνση της γλώσσας ευθυνόμαστε πρωτίστως οι Έλληνες, με το να επιτρέπουμε για παράδειγμα την εισβολή ξένων όρων, κάτι που όπως είπε, τείνει να καταντήσει τα ελληνικά μια υβριδική γλώσσα.

Συνέντευξη η ακαδημαϊκός, Βυζαντινολόγος, Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ:
«Να έχετε τα πόδια στέρεα στη γη και τα μάτια στον ουρανό
Η ακαδημαϊκός, Βυζαντινολόγος, Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, βρέθηκε στην Κύπρο προσκεκλημένη του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων [ΚΥΠΕ] και μίλησε για την «Οικουμενική Ελληνική Γλώσσα» στην τελετή απονομής των δημοσιογραφικών βραβείων του ΚΥΠΕ, που πραγματοποιήθηκε στο Προεδρικό Μέγαρο.
Σε συνέντευξή της στο ΚΥΠΕ, η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ δήλωσε ότι εάν γνωρίζεις απταίστως τη μητρική σου γλώσσα τότε γνωρίζεις και την ιστορία του τόπου σου. Θεωρεί, όμως, απαραίτητη και την εκμάθηση μίας, τουλάχιστον, ξένης γλώσσας, ώστε να σέβεσαι και τον διπλανό σου. Προτρέπει επίσης τους φοιτητές να έχουν τα πόδια τους στέρεα στη γη και τα μάτια στον ουρανό και διατείνεται ότι υπάρχουν πέντε εκπαιδευτικοί κώδικες – γλώσσες για τα παιδιά: Η μητρική γλώσσα, η ξένη, η επιστημονική, η καλλιτεχνική και η σωματική.
«Διατείνομαι ότι υπάρχουν πέντε εκπαιδευτικοί κώδικες για τα παιδιά. Το πρώτο είναι να ξέρουν την μητρική τους γλώσσα, το δεύτερο να ξέρουν μία άλλη γλώσσα για να μπορούν να σέβονται και τον άλλον, τρίτον, να ξέρουν τη γλώσσα την επιστημονική, τα βάρη, τα μέτρα, όλα, έπειτα να ξέρουν την καλλιτεχνική γλώσσα, δηλαδή, από τη στιγμή που ξέρεις ότι ένα ζωγραφικό ή ένα γλυπτικό δημιούργημα έχει μια ωραιότητα, έχεις ένα συναίσθημα και γίνεσαι πλουσιότερος και έπειτα τα παιδιά να ξέρουνε τον κώδικα του σώματος, να μην ντρέπονται δηλαδή για το σώμα τους, είτε αδύνατο, είτε χοντρό, είναι το σώμα σου και αυτό πρέπει να το σέβεσαι»,
Πρόσθεσε ότι στο εξωτερικό οι δάσκαλοι προσπαθούν, έστω στο ελάχιστον, να εφαρμόζουν αυτούς τους κώδικες εντός του εκπαιδευτικού συστήματος.

Για τη μητρική γλώσσα, η ακαδημαϊκός, σημειώνει, ότι «αν ξέρεις καλά ελληνικά ξέρεις λίγο και στην ιστορία του τόπου σου, ωστόσο να μην ξέρεις μόνο ελληνικά, αλλά και μία τουλάχιστον ξένη γλώσσα, ώστε να κατανοείς ότι και ο διπλανός σου καμιά φορά έχει δίκαιο. Δηλαδή ότι και αυτός είχε τα ίδια προβλήματα, τα ονόμασε, τα αντιμετώπισε κατά τον ίδιο τρόπο με εσένα. Οπότε, για να μάθεις να σέβεσαι και τον πολιτισμό του άλλου πρέπει να ξέρεις και μία ξένη γλώσσα τουλάχιστον»

Για τη διασύνδεση της γνώσης της μητρικής γλώσσας και της ιστορίας του τόπου, η κ. Αρβελέρ, είπε πως «όταν ξέρεις άπταιστα την ελληνική γλώσσα και λες κοιμητήριο, καταλαβαίνεις αμέσως ότι έχει γίνει χριστιανισμός» γιατί, όπως διερωτήθηκε, «θα λέγανε ποτέ κοιμητήριο οι αρχαίοι Έλληνες; Ποτέ».

Συνεχίζοντας να αναφέρεται στη διασύνδεση αυτή, η κ. Αρβελέρ αναφέρθηκε και στη λέξη αμαρτία, εξηγώντας ότι «αμαρτάνω στα Αρχαία Ελληνικά σημαίνει αποτυγχάνω του σκοπού, όταν δηλαδή τραβούσαν το τόξο, τώρα, όταν αποτυγχάνεις στον μόνο σκοπό, που είναι η σωτηρία της φύσης για τον Χριστιανισμό, γίνεται αμαρτία».

Για το ρήμα παιδεύω, η Βυζαντινολόγος, είπε ότι «στα αρχαία ελληνικά σημαίνει εκπαιδεύω και σήμερα σημαίνει τυραννάω».

Πρόσθεσε ότι «όλοι νομίζουνε ότι είναι εξαιτίας των δασκάλων που το ρήμα παιδεύω σημαίνει εκπαιδεύω, αλλά καμία σχέση, γιατί κατά τον λαϊκό ορισμό όταν το ποίμνιο του Θεού παραστρατεί, τότε ο Θεός στέλνει λοιμούς, καταποντισμούς, πυρκαγιές κτλ για να συνετίσει το παραστρατημένο ποίμνιο και να το φέρει στη μετάνοια και στο σωστό δρόμο».

Οπότε, εξήγησε, «το πάθημα γίνεται μάθημα, οπότε το μάθημα γίνεται πάθημα, και έτσι ακριβώς έχουμε το παιδεύω από το εκπαιδεύω».

Η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ αναφέρθηκε και στη φράση ότι «αυτόν τον παίζω στα δάκτυλά μου», η οποία φαινομενικά είναι απλή, έχει όμως βαρύνουσα σημασία.

«Αυτόν τον παίζω στα δάκτυλα θα ακούσεις να λένε στην ελληνική γιατί στα βυζαντινά χρόνια τα παιδιά μετράγανε στα δάκτυλά τους κι όσο καλύτερα μπορούσε να μετρήσει κανείς το έπαιζε αυτό το πρόβλημα στα δάκτυλα, οπότε τον παίζω στα δάκτυλα σημαίνει ξέρω να μετράω καλύτερα», είπε η Ακαδημαϊκός.

Για τη φράση, δε, «έφαγα τον περίδρομο» εξηγεί ότι και αυτή έχει τη ρίζα της στο Βυζάντιο «γιατί τα βυζαντινά πιάτα ήτανε βαθιά και είχανε ένα στρογγυλό περίγυρο και όταν η σούπα έφτανε και στον περίγυρο, λέγανε έφαγα και τον περίγυρο, ενώ υπάρχουν και πολλά άλλα παρόμοια».

Η θέση της γυναίκας

Η κ. Αρβελέρ υπήρξε η πρώτη γυναίκα Πρύτανης του Πανεπιστημίου της Σορβόνης στα 700 χρόνια της ιστορίας του, ενώ ακολούθως αναγορεύθηκε σε πρύτανη όλων των ακαδημιών του Παρισιού. Δηλώνει ότι το πιο σημαντικό για αυτή τη μεγάλη τιμή που της έγινε δεν είναι τόσο επειδή ήταν μια Ελληνίδα μετανάστρια, αλλά μια γυναίκα, που μιλούσε μια γλώσσα – την ελληνική – που δεν την ήξερε κανείς.
«Το σημαντικό δεν είναι το ότι ήμουν Ελληνίδα, το σημαντικό είναι ότι είμαι γυναίκα, Ελληνίδα ή Γαλλίδα. Το θέμα είναι περισσότερο γυναικείο από ό,τι μεταναστευτικό»..
Χαρακτηριστικό είναι το συμβάν από τη δεκαετία του 1980, που θέλησε να μοιραστεί μαζί μας.
«Κάποτε υπήρχε ένα μεγάλο κλαμπ γαλλικό, το οποίο λέγεται ‘Ο αιώνας’ και στο οποίο μέλη ήταν οι μεγαλύτεροι αξιωματούχοι του κράτους και δεν υπήρχε καμία γυναίκα. Οπότε καθίσαμε και αποφασίσαμε δυο-τρεις γυναίκες, μεταξύ αυτών η Σιμόν Βέιλ, φυσιογνωμία της γαλλικής πολιτικής ζωής, ακαδημαϊκός και πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η τότε Πρόεδρος του Αρείου Πάγου στη Γαλλία και η αφεντιά μου, να τρώμε κάθε Τετάρτη μια φορά τον μήνα με τους μεγάλους αξιωματούχους του κράτους και με τα μεγάλα ονόματα τα ιδιωτικά, των μεγάλων επιχειρήσεων». Σε μία από αυτές τις Τετάρτες, «βρέθηκα στο τραπέζι με αυτόν ο οποίος είχε τον μεγαλύτερο μισθό του κόσμου δηλαδή με τον Γενικό Διευθυντή και Πρόεδρο της εταιρείας ‘L`Oréal’ ο οποίος ήταν Εγγλέζος και μου λέει σε μια στιγμή: «κ. Αρβελέρ, εγώ κι εσείς είμαστε οι πιο πετυχημένοι μετανάστες που υπάρχουν στη Γαλλία. Αναιδεστάτη εγώ, του λέγω: καμία σύγκριση, εσείς είστε άντρας αγγλόφωνος, εγώ γυναίκα ελληνόφωνη, με μία γλώσσα που κανείς δεν ξέρει και έπειτα του λέω, ότι εγώ είμαι σε δημόσια υπηρεσία ενώ εσείς σε ιδιωτική και γυρνάει και μου λέει ότι έχω δίκαιο».
Η κ. Αρβελέρ είπε ότι αυτό που την ενδιαφέρει «είναι η συμμετοχή της γυναίκας στον ιδιωτικό τομέα, δηλαδή, εάν στις μεγάλες επιχειρήσεις είναι στη θέση του Γενικού Διευθυντή, γυναίκα, διότι ο δημόσιος τομέας κάτι προσπαθεί, μολονότι όλα τα γυναικεία επαγγέλματα είναι κυρίως στην εκπαίδευση».

«Τόσο που οι Γάλλοι λένε κάτι πολύ χαρακτηριστικό», είπε η ακαδημαϊκός και ανέφερε ότι «πάει ένα παιδί στον πατέρα του και λέει: ‘μπαμπά, μπαμπά, μπαμπά’ η δασκάλα μου είναι άντρας, γιατί κανονικά μόνο δασκάλες υπήρχανε κι όταν υπήρχε έστω κι ένας άντρας τα παιδιά λέγανε ότι η δασκάλα μου είναι άντρας».

Η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ δηλώνει ότι «δεν επιτρέπεται αυτή τη στιγμή εξίσου να έχεις μια γυναίκα κι ένα άντρα με τα ίδια προσόντα για την ίδια δουλειά και να παίρνει περισσότερο μισθό ο άντρας από ό,τι η γυναίκα, εφόσον έχουν τα ίδια προσόντα και κάνουν την ίδια δουλειά, και είναι κάτι που δυστυχώς γίνεται σε όλη την Ευρώπη».

Εκκλησία και εκπαίδευση

Απαντώντας σε ερώτηση για τη διασύνδεση Εκκλησίας και εκπαίδευσης είπε ότι «ελπίζω να μην επεμβαίνει η Εκκλησία στην Εκπαίδευση».

«Έρχομαι από ένα κράτος όπου η Εκκλησία είναι χωριστή από το κράτος και ουδέποτε η εκπαίδευση ήτανε καλύτερη, ακόμα και η Θεολογική, γιατί έχουμε ιερείς, οι οποίοι έρχονται και κάνουν το κατηχητικό στο σχολείο το απόγευμα και όχι μέσα στη σχολική ώρα», είπε η κ. Αρβελέρ.

Πρόσθεσε ότι «η πείρα που έχω, λέγει ότι ο διαχωρισμός μεταξύ Εκκλησίας και Κράτους βοήθησε την Εκκλησία όσο δεν φαντάζεστε».

Διαφωτισμός και εκκλησία

Ερωτηθείσα για την άποψη που στο παρελθόν διατύπωσε ότι «η Ελλάδα δεν γνώρισε Διαφωτισμό εξ υπαιτιότητας της Εκκλησίας», είπε ότι ο Βολτέρος, Γάλλος συγγραφέας, ιστορικός και φιλόσοφος, «αναθεματίσθηκε από την Εκκλησία, εξαιτίας των επιθέσεών του εις βάρος της Καθολικής Εκκλησίας. Ο ελληνικός διαφωτισμός, όπως τον αντιμετώπισε ο Ρήγας Φεραίος, Έλληνας συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής και επαναστάτης, είναι περισσότερο βαλκανικός από ό,τι ελληνικός».

Διερωτήθηκε, «αυτή τη στιγμή πού διδάσκεται ο Ρήγας Φεραίος στην Ελλάδα;» για να δώσει μόνη της την απάντηση: «Πουθενά», σημειώνοντας ότι «είναι αυτός ο οποίος είπε ότι ‘όποιος ελεύθερα συλλογάται, συλλογάται καλά’, κάτι το οποίο δεν διδάσκουμε στα σχολεία μας.»
Η κ. Αρβελέρ θεωρεί τον Ρήγα Φεραίο «τον τελευταίο Βυζαντινό, γιατί, ακριβώς, το Βυζάντιο είναι μια πολυεθνική αυτοκρατορία, η οποία είχε μόνο πολιτισμό ελληνικό, δηλαδή, μονοπολιτιστικό, αλλά πολυεθνικό χαρακτήρα».
Στη συνέντευξή της στο ΚΥΠΕ, η ακαδημαϊκός δήλωσε ότι «οι Γάλλοι φοιτητές ξέρουν περισσότερα για το Βυζάντιο από ό,τι οι Έλληνες φοιτητές» και αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει, ενώ θλίψη προκαλεί το γεγονός ότι «στις 29 Μαΐου, επέτειο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης το 1453, Γάλλοι φοιτητές, μου στέλνουν συλλυπητήριο τηλεγράφημα, και όταν λες σε φοιτηταριό στην Ελλάδα, τι έγινε στις 29 του Μάη, όλοι δεν ξέρουν τι ακριβώς συνέβη».

Πολιτική ταυτότητα: «Γεννήθηκα και είμαι Αριστερή»

Για τη δική της πολιτική ταυτότητα, είπε ότι δεν έχει αλλάξει. «Γεννήθηκα και είμαι Αριστερή και Αριστερό θεωρώ αυτόν, ο οποίος μάχεται για μια δικαιότερη διανομή του κρατικού και του δημόσιου πλούτου», σημείωσε.

Αναφορικά με το βιβλίο που συζητήθηκε και σε πνευματικούς και σε πολιτικούς κύκλους με τίτλο «Μια ζωή χωρίς άλλοθι», η κ. Αρβελέρ δήλωσε ότι το περιεχόμενό του «είναι οι πολλές συνεντεύξεις που μου πήρε ο Γιάννης Μπασκόζος, με τον οποίο τα λέγαμε μεταξύ μας τελείως απλά».

«Μετά πήρε όλα όσα είπαμε και τα συγκέντρωσε σε βιβλίο, το οποίο δεν είναι δικό μου βιβλίο, ούτε το είδα, ούτε το θέλω, ούτε το ξέρω, αν και είναι το μεγαλύτερο best seller, παντού το αγοράζει όλος ο κόσμος ειδικά από τότε που με έβρισε Ελληνίδα δημοσιογράφος, λέγοντας ότι το βιβλίο αποτελεί ‘το κους κους της κ. Αρβελέρ’», είπε η ίδια.

Πρόσθεσε ότι όλα όσα γράφονται στο βιβλίο τα έχει πει η ίδια στον συγγραφέα και είναι πέρα ως πέρα αληθινά όπως το γεγονός ότι για ένα χρονικό διάστημα δούλεψε με τη βασίλισσα Φρειδερίκη, το οποίο θα μπορούσε να αποκρύψει, κάτι που δεν έκανε και που είχε  ως αποτέλεσμα «κάποιοι να προστρέξουν να δηλώσουν ότι η Αρβελέρ ήταν με τη βασίλισσα Φρειδερίκη, όταν άλλες γυναίκες της Αριστεράς, ήταν φυλακή».

Συμβουλές στους φοιτητές

Ερωτηθείσα τι είναι αυτό που της αρέσει περισσότερο να συμβουλεύει τους φοιτητές της, απάντησε ότι «σε όλα τα παιδιά λέω ότι μέχρι τα 25 τους χρόνια θα πρέπει να εκμεταλλευτούν τους γονείς τους, αλλά εάν μετά τα 25 εξακολουθούν να λένε στους γονείς τους να τους δώσουν χαρτζιλίκι, έχουνε αποτύχει».

Τους συμβουλεύω, επίσης, «να έχουνε τα πόδια τους στέρεα στη γη και τα μάτια τους στον ουρανό», είπε η Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ, ολοκληρώνοντας τη συνέντευξή της.

Πηγή: ΚΥΠΕ - ΚΥΠΡΟΣ/Λευκωσία 28/03/2018
 
Η Ελένη Γλύκατζη - Αρβελέρ (Αθήνα, 29 Αυγούστου 1926) είναι Ελληνίδα βυζαντινολόγος ιστορικός. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης το 1967 και η πρώτη γυναίκα πρυτάνισσα του Πανεπιστημίου της Σορβόννης στην 700 χρόνων ιστορία του, το 1976.[7] Ακόμη, είναι Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως στη UNICEF.

Η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ θεωρείται σήμερα μία από τις πλέον εξέχουσες πανεπιστημιακές προσωπικότητες, ιδιαίτερα στη βυζαντινολογία, με πολύ μεγάλο αριθμό σχετικών διαλέξεων και ομιλιών εντός και εκτός Ελλάδας. Στην τηλεοπτική εκπομπή Μεγάλοι Έλληνες πήρε την 86η θέση.

by Αέναη επΑνάσταση | Sophia Ntrekou.gr

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

«ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ»

«Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου»  (Wittgenstein)

Ο άνθρωπος από τη στιγμή που έρχεται στον κόσμο βρίσκεται σε ένα δοσμένο περιβάλλον φυσικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, οικονομικό. Τα διάφορα είδη περιβάλλοντος διαμορφώνουν καταλυτικά την προσωπικότητα του ανθρώπου και εν μέρει προκαθορίζουν τη μελλοντική του πορεία. Η ύπαρξη ή μη της οικολογικής ισορροπίας, οι θεσμοί, οι νόμοι, οι αξίες, τα πρότυπα, τα ιδανικά, η τέχνη, οι αναζητήσεις, τα ερωτήματα, η εργασία, ο πλούτος και μια σειρά άλλων επί μέρους στοιχείων συνθέτουν ένα πλέγμα μέσα στο οποίο ο κάθε άνθρωπος ζει και αναπτύσσεται. Σε όλα τα παραπάνω επιβάλλεται να προστεθεί κι ένα άλλο περιβάλλον που, σύμφωνα με τις απόψεις νεότερων μελετητών της ανθρώπινης συμπεριφοράς, επηρεάζει αποφασιστικά τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Είναι το ΓΛΩΣΣΙΚΟ περιβάλλον.
Έχει αποδειχτεί πως ο άνθρωπος διαμορφώνεται μέσα από τη γλώσσα, γιατί με τη βοήθεια των λέξεων κατανοεί τον κόσμο αλλά ταυτόχρονα και με τη βοήθεια των λέξεων εξωτερικεύει τα διανοήματα και τις επιθυμίες ή τα συναισθήματά του. Έτσι, λοιπόν, ο εξωτερικός κόσμος και ο αντίστοιχος εσωτερικός αισθητοποιούνται μόνο με τη βοήθεια των λέξεων. Το άτομο γνωρίζει και σκέπτεται για τον κόσμο μόνο μέσα από τις λέξεις αλλά και εκφράζει τη σκέψη του με τις λέξεις δικαιώνοντας τη θέση: «Σκεπτόμαστε με λέξεις και εκφράζουμε τη σκέψη μας με λέξεις».

Λέξη και Σκέψη
Από τα παραπάνω, λοιπόν, γίνεται αντιληπτό πως ο λεκτικός πλούτος καθορίζει και τον πλούτο της σκέψης και το αντίθετο. ΣΚΕΨΗ Û ΛΕΞΗ. Ένα άλλο επίσης στοιχείο που απορρέει από τα παραπάνω είναι η σχέση της γλώσσας   και του «κόσμου» του ανθρώπου. Τα όρια του κόσμου κάθε ανθρώπου χωριστά προσδιορίζονται απόλυτα από το πλήθος των λέξεων που κατέχει και γενικότερα από τη γλώσσα του. Ο Wittgenstein κάπως αποφθεγματικά τόνισε τη σχέση ΓΛΩΣΣΑΣ και ΚΟΣΜΟΥ: «Τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουν τα όρια του κόσμου μου».

Η γλώσσα ως σύστημα σημείων διαμορφώνεται από μια σειρά παραγόντων και ο καθένας χωριστά απ’ αυτούς καλλιεργεί τη δυνατότητα που δόθηκε στον άνθρωπο από τη φύση να εκφράζεται με λέξεις. Αυτοί οι παράγοντες, λοιπόν, είναι που ορίζουν, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, τα όρια της γλώσσας.

Παράγοντες  που διαμορφώνουν τη Γλώσσα
Πρωταρχικά είναι τα «ακούσματα» κάθε ατόμου που ποικίλλουν από χώρο σε χώρο και αποτελούν την πρώτη εικόνα του κόσμου. Ένας άνθρωπος που μεγαλώνει σ’ ένα περιβάλλον με πλούσια και ποιοτικά ακούσματα έχει περισσότερες πιθανότητες από κάποιον άλλο να διευρύνει τους γλωσσικούς του ορίζοντες σε περιοχές γλωσσικά δύσβατες. Η εξοικείωση με ποιοτικά ακούσματα συμβάλλει θετικά στη γλωσσική καλλιέργεια, γιατί αυτά είναι με τα οποία το άτομο έρχεται σε επαφή από την πρώτη μέρα της ζωής του και στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της ημέρας. Ας μη ξεχνάμε πως, πριν βρεθεί η γραφή, η επικοινωνία ήταν γλωσσική – ηχητική.
Από την εποχή, όμως, που βρέθηκε η γραφή τα «διαβάσματα» συμβάλλουν αποφασιστικά στον προσδιορισμό των ορίων της γλώσσας. Οι έννοιες έλαβαν πλέον και οπτική μορφή και έπαυσαν να είναι μόνο ηχητικά σύμβολα. Ο μετασχηματισμός των εννοιών σε λέξεις σήμανε την επανάσταση στη γνώση και την κατανόηση του κόσμου. Ο πλούτος της σοφίας είναι στη διάθεση κάθε ανθρώπου που γνωρίζει στοιχειωδώς ανάγνωση. Μπορεί ο καθείς να επικοινωνήσει με τη βοήθεια των κειμένων με το παρελθόν αλλά και με το μέλλον. Η οπτική παράσταση των σκέψεων – εικονική αποτύπωση – διευκολύνει την επικοινωνία του ανθρώπου με τις σκέψεις και τους προβληματισμούς ανθρώπων που έζησαν πριν απ’ αυτόν ή ζουν τα ίδια γεγονότα αλλά με διαφορετικές εμπειρίες. Μέσα από ένα κείμενο κάποιος μπορεί να βιώσει τους συναισθηματικούς κραδασμούς κάποιου άλλου και να θελήσει με παραπλήσιες λέξεις να εξωτερικεύσει τα δικά του συναισθήματα.

Επιπρόσθετα οι «διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις» του ατόμου διαμορφώνουν τα όρια της γλώσσας του. Κάθε άνθρωπος είναι φορέας μηνυμάτων και σκέψεων. Στο βαθμό που το άτομο δεν επιλέγει τη «μοναξιά» αλλά τη «συνύπαρξη» ως κοινωνικό ον είναι αναγκασμένο να συνάψει σχέσεις με άτομα του στενού του ή ευρύτερου περιβάλλοντος. Αυτές οι σχέσεις επηρεάζουν διττώς τα όρια της γλώσσας. Από τη μια πλευρά οι σχέσεις προϋποθέτουν και συνεπάγονται επικοινωνία και αυτή με τη σειρά της τη χρήση του λόγου. Προφορική ή γραπτή η επικοινωνία αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο τόσο των διαπροσωπικών όσο και των κοινωνικών σχέσεων. Από την άλλη πλευρά πάλι η επικοινωνία φέρνει το άτομο στη θέση του δέκτη και του πομπού μηνυμάτων. Αυτό με τη σειρά του εμπλουτίζει τόσο τη σκέψη όσο βέβαια και το γλωσσικό όργανο. Από τις λεκτικές νουθεσίες των γονέων μέχρι τη «χυδαιότητα» και τη «γλωσσική βαρβαρότητα» κάποιων ομάδων ανθρώπων το άτομο εσωτερικεύει όλο αυτό το μωσαϊκό λέξεων και ανάλογα εκφράζεται.

Από τους παράγοντες βέβαια που διαμορφώνουν τα όρια της γλώσσας δεν μπορεί να λείπει το «επάγγελμα» και ο «χώρος εργασίας» . Πολλοί γλωσσολόγοι πιστεύουν πως η γλώσσα είναι κοινωνικό προϊόν και κατεξοχήν δημιούργημα της ανάγκης του ανθρώπου για εργασία. Η εργασία ιστορικά δεν αποτέλεσε μόνο παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης και απελευθέρωσης αλλά και αφετηρία για μια διαφορετική σχέση με την εσωτερική και εξωτερική πραγματικότητα. Μέσα από την εργασία ο άνθρωπος νιώθει τη χαρά της δημιουργίας και της κυριαρχίας πάνω στα πράγματα κι ακόμη πάνω στη λειτουργία των φυσικών νόμων. Συνυπάρχει με άλλους και μέσα από τη συνεργασία φέρει σε πέρας κάποιο έργο καλλιεργώντας έτσι το ομαδικό πνεύμα. Όλα αυτά μεταφράζονται σε βιώματα και σκέψεις κι αυτά με τη σειρά τους σε έννοιες και λέξεις. Στην εποχή μας δε η εξειδίκευση επιβάλλει και τη χρήση ειδικού λεξιλογίου ορίζοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό τα όρια της γλώσσας του ανθρώπου. Αν ισχύει το «είσαι με ό,τι ασχολείσαι» τότε εύκολα αυτό παραπέμπει στο «σκέπτεσαι και εκφράζεις αυτό που είσαι» . Συμπερασματικά το επάγγελμα και η εργασία γενικότερα καλλιεργούν με τον τρόπο τους το γλωσσικό όργανο και ανάλογα εμπλουτίζουν τον «κόσμο» του ατόμου.
Οι μεταφυσικές αναζητήσεις
Είναι όμως απαραίτητο να τονιστεί και ο ρόλος των «μεταφυσικών αναζητήσεων» και των «υπαρξιακών ερωτημάτων» στον εμπλουτισμό της γλώσσας. Ο άνθρωπος δεν ορίζεται μόνο ως βιολογικό ή κοινωνικό ον αλλά και ως ον που μπορεί και ρωτά για τον εαυτό του, τους άλλους, το θεό, την τύχη, τον κόσμο, τη ζωή… Όλα αυτά συνθέτουν το πλαίσιο μέσα από το οποίο ο καθένας αντλεί νοήματα και σημασίες και ανάλογα πράττει. Υπάρχουν ερωτήματα και αναζητήσεις που αιωρούνται στο χώρο του «φαντασιακού» και μόνο η διατύπωσή τους προϋποθέτει αλλά και συνεπάγεται πλούσιο λεξιλόγιο. Η προσπάθεια να συλλάβει το «άγνωστο» και το «άρρητο» αποτελεί μια εκγύμναση του νου και της γλώσσας. Η διατύπωση ερωτημάτων για την ύπαρξή μας και οι αναζητήσεις που υπερβαίνουν τα όρια της ανθρώπινης φύσης ενεργοποιούν τη λειτουργία της γλώσσας που είναι αναγκασμένη να δώσει μορφή – να κάνει δηλαδή λέξη – αυτό που ακόμη είναι άυλο ως έννοια. Κάθε προσπάθεια όμως να δοθεί μια απάντηση στα ερωτήματα και τις αναζητήσεις ενεργοποιεί ένα νέο κύκλο γλωσσικών ενεργειών, στοιχείο που δρα αποφασιστικά στη διεύρυνση των ορίων της γλώσσας του ατόμου.

Τέλος, σημαντική είναι και η συμβολή της ύπαρξης πλούσιων «συναισθημάτων» και «εσωτερικού κόσμου» στον εμπλουτισμό της γλώσσας. Ο άνθρωπος αυτό που νιώθει για τους άλλους και τον εαυτό του θέλει να το μεταδώσει και ταυτόχρονα ο ίδιος να γίνει δέκτης αντίστοιχων καταστάσεων από τους άλλους. Γινόμαστε «κοινωνοί» των αισθημάτων των συνανθρώπων μας μέσα από τις λέξεις και ταυτόχρονα πομποί των δικών μας βιωμάτων και αισθημάτων. Η χαρά, η λύπη, η απογοήτευση, το άγχος, ο ενθουσιασμός, η αγάπη, η πίκρα, ο φόβος, η αγωνία και μια σειρά άλλων συναισθημάτων απαιτούν τις κατάλληλες λέξεις για να εξωτερικευθούν και έτσι συμβάλλουν κατά θετικό τρόπο στον καθορισμό των ορίων της γλώσσας. Ένας άνθρωπος με φτωχό εσωτερικό κόσμο και ατροφικά συναισθήματα σίγουρα θα χρειαστεί λιγότερες λέξεις να τα εκφράσει περιορίζοντας έτσι τα γλωσσικά του όρια. Οι συναισθηματικές μεταπτώσεις και οι ψυχολογικοί κλυδωνισμοί αισθητοποιούνται κάθε φορά όχι μόνο από το ύφος του ανθρώπου αλλά και από τα λόγια – λέξεις του φορέα τους.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως τα όρια της γλώσσας του ανθρώπου τα συνυφαίνουν τα ακούσματα, τα διαβάσματα, οι διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις, το επάγγελμα, ο χώρος εργασίας, οι μεταφυσικές αναζητήσεις, τα υπαρξιακά ερωτήματα και τέλος ο πλούτος των συναισθημάτων και η ποιότητα του εσωτερικού του κόσμου.

Γλώσσα και Κόσμος
Όλα τα παραπάνω, όμως, δεν καθορίζουν μόνο τα όρια της γλώσσας αλλά συνθέτουν και τον «κόσμο» του ανθρώπου. Η πραγματικότητα – υποκειμενική και αντικειμενική – κάθε ανθρώπου οριοθετείται από τα ακούσματα (προφορική επικοινωνία, φυσικοί ήχοι), από τα διαβάσματα (έντυπος λόγος, βιβλία), από τις εμπειρίες και δημιουργίες στο χώρο του επαγγέλματος και της εργασίας γενικότερα (χώρος – προϋπόθεση για την υλική επιβίωση και κοινωνική αναγνώριση), από τις αναζητήσεις και τα ερωτήματά του που αφορούν το χώρο της μεταφυσικής και της ύπαρξής του (θεός, θάνατος, τύχη, αβεβαιότητα ζωής, ελευθερία) αλλά και από τα συναισθήματα και τον εσωτερικό του κόσμο. Ο άνθρωπος ζει σε μια πραγματικότητα που ορίζεται από τα παραπάνω και σε γενικές γραμμές είναι η ίδια σε όλους, άσχετα από τον τρόπο που ο καθένας την αντιλαμβάνεται. Οι διάφορες αποχρώσεις της πραγματικότητας σχετίζονται με τον ψυχικό κόσμο που μαζί συνθέτουν τον «κόσμο» του ανθρώπου.

Ο άνθρωπος είναι ταυτόχρονα δημιουργός και δημιούργημα της ιστορίας, της κοινωνίας και του κόσμου του. Γενικότερα τα όρια του «κόσμου» του ανθρώπου ταυτίζονται με το βαθμό καλλιέργειας των διαφόρων υποστάσεών του (υλική, κοινωνική, πνευματική, ηθική). Οι ορίζοντες του κόσμου του διευρύνονται τόσο όσο ο άνθρωπος πλησιάζει προς την αυτοπραγμάτωσή του. Σύμφωνα δε και με το ανθρωπιστικό πρότυπο του Μάσλοου, το άτομο έχει απεριόριστες δυνατότητες για αυτο-ανάπτυξη. Αυτό που χρειάζεται είναι μόνο ένα περιβάλλον που να διευκολύνει την αυτορρύθμιση και τον αυτοπροσδιορισμό.

Παρμενίδης και Γλώσσα
Σύμφωνα, όμως, με τις απόψεις του Παρμενίδη – που διασώθηκαν κι από νεότερους μελετητές – η πραγματικότητα και ο κόσμος τους ανθρώπου υπάρχει στο βαθμό που μπορεί αυτός να σκεφτεί γι’ αυτόν. Κάτι που δεν ορίζεται από τη σκέψη δεν έχει για τον άνθρωπο υπόσταση. «Το γαρ αυτό νοείν εστίν και είναι» (Εκείνο που σκεφτόμαστε και εκείνο που υπάρχει είναι ένα και το αυτό). Η αντικειμενική λοιπόν πραγματικότητα (ΕΙΝΑΙ) μετασχηματίζεται στο νου του ανθρώπου σε έννοιες (ΝΟΕΙΝ) και με τη βοήθεια των λέξεων εκφράζεται και περιγράφεται (ΛΕΓΕΙΝ).

Βέβαια στην περίπτωση αυτή ο ρόλος της γλώσσας – λέξης είναι σημαντικός, γιατί οτιδήποτε μπορεί να εκφραστεί με τη λέξει υπάρχει ως έννοια – σκέψη και κατ’ ακολουθία υφίσταται αντικειμενικά. Ισχύει όμως και το αντίθετο. Ο άνθρωπος σκέπτεται με τη βοήθεια των λέξεων και με τις λέξεις οριοθετεί την πραγματικότητα. Άρα η λέξη δεν είναι μόνο «το όχημα» ή «το ένδυμα» της σκέψης αλλά κάτι παραπάνω. «χρη το λέγειν τε νοείν τ’ εόν έμμεναι…» (Αυτό για το οποίο μπορεί κανείς να μιλάει και να σκέφτεται πρέπει να υπάρχει…). [ΕΙΝΑΙ ® ΝΟΕΙΝ ® ΛΕΓΕΙΝ] .

Η Γλώσσα για τον Wittgenstein
Η παράλληλη, λοιπόν, συνύπαρξη της ΛΕΞΗΣ, της ΣΚΕΨΗΣ και της ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ αναδεικνύει το ρόλο της γλώσσας στην κατανόηση και περιγραφή της πραγματικότητας στο σημείο που να μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει αυτό για το οποίο μπορούμε να μιλήσουμε. Ο γλωσσικός πλούτος προσδιορίζει και τα όρια του «κόσμου» του ανθρώπου επικυρώνοντας έτσι με τον πιο πανηγυρικό τρόπο την αλήθεια της θέσης του Wittgenstein «ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΜΑΣ».
Ο άνθρωπος λοιπόν και ο κόσμος του, η κοινωνία και η γλώσσα ιστορικά και λειτουργικά συνυφαίνονται και βρίσκονται σε μια συνεχή αλληλεπίδραση. Οι σχεδιασμοί, οι προσδοκίες και τα «συλλογικά οράματα» μιας κοινωνίας εκφράζονται και αισθητοποιούνται μέσα από αντίστοιχες έννοιες – λέξεις, ικανές να δώσουν νόημα και περιεχόμενο στις νέες ανάγκες και στα μελλοντικά «ζητούμενα» του κοινωνικού σώματος. Οι λέξεις, όμως, ενώ παράγονται και εφευρίσκονται κάτω από την πίεση να εκφραστεί το καινούριο ταυτόχρονα γεννούν στη σκέψη και στον ψυχισμό του ανθρώπου νέες πραγματικότητες και ανάγκες.

Τον άνθρωπο, λοιπόν, και τον κόσμο του δεν μπορούμε να τον εξετάσουμε – ερευνήσουμε χώρια από τη γλώσσα του και αντίθετα. Η ιστορία του ανθρώπου είναι η ιστορία της γλώσσας του και το αντίθετο. Η γλώσσα επηρεάζει τον τρόπο που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο, δημιουργεί την εικόνα του κόσμου και μια αλλαγή στη γλώσσα προκαλεί αλλαγή στην εικόνα που έχουμε για τον κόσμο μας. Γενικότερα η πραγματικότητα (φυσική και κοινωνική) απεικονίζεται και ερμηνεύεται από γλωσσικά σχήματα αλλά και η γλώσσα σημασιοδοτεί και κατασκευάζει πραγματικότητες.

Η δύναμη της Γλώσσας
Τη δύναμη, λοιπόν, της γλώσσας την αντιλήφθηκαν και οι παλιότεροι και η πορεία του ανθρώπου μέσα στο χρόνο επιβεβαίωσε αυτή. «Ουκ εώμεν άρχειν άνθρωπον αλλά τον λόγον, ότι εαυτώ τούτο ποιεί και γίνεται τύραννος» (Δε δίνουμε την εξουσία στον άνθρωπο αλλά στο λόγο (λογική, ομιλία), γιατί οι άνθρωποι ασκούν την εξουσία για τον εαυτό τους και γίνονται τύραννοι) (Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια). Τη σχέση όμως ΓΛΩΣΣΑΣ και ΚΟΣΜΟΥ δίνει με ένα αποκαλυπτικό τρόπο ένα τσιγγάνικο τραγούδι:
«Πες μου, άνθρωπε, πού είναι η γη μας,
τα βουνά, τα ποτάμια, οι κοιλάδες,
και τα δάση μας;
Πού είναι η χώρα μας; Πού είναι οι τάφοι μας;
Είναι στις λέξεις, στις λέξεις της γλώσσας μας»
.

Ηλίας Γιαννακόπουλος
ΙΔΕΟπολις