Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Πλάτωνα «Πολιτεία», Ε13η - Σχόλια

Πλάτωνα  «Πολιτεία», Ε 13η -[519d-520a] 

The Republic
Ο ηθικός εξαναγκασμός των φιλοσόφων

Σύνδεση με τα προηγούμενα
  • Ο Σωκράτης υποστήριξε ότι οι φιλόσοφοι έχουν τη ηθική υποχρέωση να εγκαταλείψουν το θεωρητικό τους κόσμο και να κατέβουν στην πολιτική πραγματικότητα για να αντιμετωπίσουν τις ανάγκες της κοινωνίας και να διαφωτίσουν τους απαίδευτους συνανθρώπους τους.
  • Ο μελλοντικός φύλακας δέχεται την επίδραση του περιβάλλοντός και βελτιώνεται με την παιδεία μέχρι την τελείωσή του.
  • Η παιδεία ως επίπονη και συνεχής άσκηση αφυπνίζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί στον κόσμο των ιδεών.
  • Η παιδεία σύμφωνα με τον Πλάτωνα είναι η καθοδήγηση του θείου στοιχείου που ενυπάρχει στον άνθρωπο προς την αληθινή περιοχή του όντος. Όσοι κατορθώνουν να φτάσουν στη θέαση του αγαθού, έχουν την υποχρέωση απαρνούμενοι τον πλούτο και την πολυτέλεια, υποτάσσοντας την ύλη στο πνεύμα, στο πλαίσιο του καταμερισμού των κοινωνικών ρόλων, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους πολλούς.
  • Η πλατωνική δικαιοσύνη επιτυγχάνεται με την απρόσκοπτη εργασία των δημιουργών κάτω από την προστασία των φυλάκων, την οριοθέτηση αυστηρού βίου για τους φύλακες και τους φύλακες βασιλείς.
Η ένσταση του Γλαύκωνα και η απάντηση του Σωκράτη

Η ένσταση του Γλαύκωνα → «Ἔπειτ’, ἔφη, ἀδικήσομεν αὐτούς, καὶ ποιήσομεν χεῖρον ζῆν, δυνατὸν αὐτοῖς ὂν ἄμεινον;»


Η απάντηση του Σωκράτη → «ὅτι νόμῳ οὐ τοῦτο μέλει, ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει, ἀλλ’ ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι, συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ, ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἣν ἂν ἕκαστοι τὸ κοινὸν δυνατοὶ ὦσιν ὠφελεῖν καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει, οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται, ἀλλ’ ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως». [= το νόμο δεν τον ενδιαφέρει αυτό, πως δηλαδή μέσα σε μια πόλη θα ευτυχήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό μια μόνο κοινωνική ομάδα, αλλά ψάχνει να βρει τρόπο να γίνει αυτό για όλη την πόλη, ενώνοντας αρμονικά τους πολίτες και με την πειθώ και με τη βία και κάνοντάς τους να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια, που ο καθένας τους μπορεί να προσφέρει στο κοινό, και ο ίδιος διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες στην πόλη, όχι για να αφήνει να κατευθύνεται όπου θέλει ο καθένας (να αφήνει τον καθένα να κατευθύνεται όπου θέλει), αλλά για να τους χρησιμοποιεί αυτός για να ενώνει σ’ ένα σώμα την πόλη (για να φυλάσσει την πόλη ενωμένη).]
  • Η Πολιτεία που οραματίζονται δεν έχει στόχο την προάσπιση των συμφερόντων και την εξασφάλιση της ευτυχίας μιας μόνο κοινωνικής ομάδας (ὅπως ἕν τι γένος ἐν πόλει διαφερόντως εὖ πράξει).
  • Η Πολιτεία που οραματίζονται έχει στόχο την ευτυχία, την ευδαιμονία όλων των κοινωνικών ομάδων. Εκείνο που ενδιαφέρει το νόμο δεν είναι πώς θα ευτυχίσει μια κοινωνική ομάδα, αλλά το σύνολο των πολιτών. Η ευτυχία του συνόλου είναι επιταγή του νόμου (νόμῳ ἀλλ’ ἐν ὅλῃ τῇ πόλει τοῦτο μηχανᾶται ἐγγενέσθαι).
  • Αυτό θα γίνει πραγματικότητα αν όλοι οι πολίτες ενωθούν σε ένα αρμονικό σύνολο με την πειθώ και με τη βία. Έτσι θα μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια που θα προσφέρει ο καθένας τους στο κοινωνικό σύνολο (συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ, ποιῶν μεταδιδόναι ἀλλήλοις τῆς ὠφελίας ἣν ἂν ἕκαστοι τὸ κοινὸν δυνατοὶ ὦσιν ὠφελεῖν).
  • Για τον Πλάτωνα καμιά αντίληψη ιδιωτικού βίου δε δίνει σε κανένα το δικαίωμα να ενεργεί όπως του αρέσει, αγνοώντας την εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου. Σκοπός του νόμου είναι να εξασφαλίσει την «ενότητα» της πόλης μέσα από την ωφέλεια που θα παρέχει ο ένας στον άλλον, σύμφωνα με τις δυνατότητές του και ταυτόχρονα με τον περιορισμό της ασύδοτης δράσης του καθενός (καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει, οὐχ ἵνα ἀφιῇ τρέπεσθαι ὅπῃ ἕκαστος βούλεται, ἀλλ’ ἵνα καταχρῆται αὐτὸς αὐτοῖς ἐπὶ τὸν σύνδεσμον τῆς πόλεως).
Για τον Πλάτωνα η βία, ο εξαναγκασμός, είναι αναγκαία για να συμμορφωθούν με το νόμο και να υπακούσουν στις κοινωνικές επιταγές οι απαίδευτοι. Οπότε δεν είναι καθόλου πράξη αδικίας ο εξαναγκασμός των φιλοσόφων να κατέβουν στο σπήλαιο και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην κοινωνία. Και αυτό το χρέος το έχουν πολύ περισσότερο όσοι φιλόσοφοι δραστηριοποιούνται στην Αθήνα, επειδή η πόλη τους προίκισε με καλύτερη και τελειότερη παιδεία, ώστε να συμμετέχουν με επιτυχία και στη φιλοσοφία και στην πολιτική, σ’ αντίθεση με τους φιλόσοφους άλλων πόλεων που δεν οφείλουν σρ κανέναν τα «τροφεῖα» τους (οὐδ’ ἀδικήσομεν τοὺς παρ’ ἡμῖν φιλοσόφους γιγνομένους, ἀλλὰ δίκαια πρὸς αὐτοὺς ἐροῦμεν, προσαναγκάζοντες τῶν ἄλλων ἐπιμελεῖσθαί τε καὶ φυλάττειν).

Ο σκοπός του νόμου
  • Ο σκοπός του νόμου είναι πώς θα εξασφαλίσει την ευτυχία σε όλο το κοινωνικό σύνολο της Πολιτείας.
  • Για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου έχει στη διάθεσή του δύο μέσα:
► την πειθώ
► τη βία, τον εξαναγκασμό
  • Έτσι οι πολίτες κατευθύνονται και καθοδηγούνται οι πολίτες ώστε να διαμορφωθεί ένα αρμονικό σύνολο μέσα στο οποίο ο κάθε πολίτης θα ωφελεί τους συμπολίτες του και θα ωφελείται από αυτούς.
  • Η επιβολή του νόμου είναι μια απαραίτητη αναγκαιότητα που θα εξασφαλίσει την ευδαιμονία και την αυτάρκεια των πολιτών, κάτι που θα ήταν ανέφικτο με την ατομική δράση.
Όμως αυτές οι απόψεις του Πλάτωνα εγείρουν μια σειρά από ερωτήματα:

α) Η κοινωνική ευδαιμονία έχει μεγαλύτερη σημασία, περισσότερη βαρύτητα από την προσωπική ευδαιμονία;
β) Μπορούμε, διακηρύσσοντας την προτεραιότητα της κοινωνικής ευδαιμονίας, να υποβαθμίσουμε την ατομική ευδαιμονία;
γ) Μπορεί όμως μια πολιτεία, όσο και αν ο επιδιωκόμενος σκοπός είναι το καλό του κοινωνικού συνόλου, των πολιτών και όχι των λίγων, να στηριχτεί στη δύναμη της επιβολής και στην κρατική βία;
δ) Μπορεί η συμπεριφορά των πολλών να ρυθμιστεί από λίγους –έστω «φωτισμένους»- ανθρώπους με τη βία, όταν η πειθώ για διάφορους λόγους δεν επιτυγχάνεται;
ε) Κατ’ επέκταση νομιμοποιείται η χρήση της βίας όταν διακηρύσσεται ένας «καλός σκοπός»;

Ευδαιμονία της πόλης ή ευδαιμονία του ατόμου;

Το ερώτημα αφορά τι πρέπει να προτάσσεται: η ευδαιμονία του συνόλου ή η προσωπική ευδαιμονία του καθενός;
  • Θουκυδίδης (2.60): «ἐγὼ γὰρ ἡγοῦμαι πόλιν πλείω ξύμπασαν ὀρθουμένην ὠφελεῖν τοὺς ἰδιώτας ἢ καθ' ἕκαστον τῶν πολιτῶν εὐπραγοῦσαν, ἁθρόαν δὲ σφαλλομένην. καλῶς μὲν γὰρ φερόμενος ἀνὴρ τὸ καθ' ἑαυτὸν διαφθειρομένης τῆς πατρίδος οὐδὲν ἧσσον ξυναπόλλυται, κακοτυχῶν δὲ ἐν εὐτυχούσῃ πολλῷ μᾶλλον διασῴζεται» [= Εγώ δηλαδή θεωρώ πως, αν η πολιτεία στο σύνολό της βρίσκεται σε καλή κατάσταση, ωφελεί κάθε πολίτη περισσότερο παρά όταν οι πολίτες ευτυχούν ο καθένας, αλλά η πολιτεία στο σύνολό της δυστυχεί. Όσο και αν ευτυχεί ένας ιδιώτης στις ιδιωτικές του υποθέσεις καταστρέφεται και ο ίδιος μαζί με την πατρίδα του, αν καταστραφεί εκείνη. Αν όμως δυστυχήσει, ενώ η πατρίδα του ευημερεί, έχει πολλές ελπίδες να σωθεί].
  • Σοφοκλής, Αντιγόνη (189-190): ἥδ᾽ ἐστὶν ἡ σῴζουσα καὶ ταύτης ἔπι / πλέοντες ὀρθῆς τοὺς φίλους ποιούμεθα [= αυτή (η πόλη) είναι μοναδικό σωσίβιο και μόνο πάνω στης πόλης το σκαρί, ορθό σαν πλέει, δημιουργούμε τις φιλίες μας].
  • Αριστοτέλης: η πόλη προηγείται οντολογικά και αξιολογικά ως όλον (ως σύνολο πολιτών) έναντι του μέρους (του κάθε πολίτη). Η πόλη μπορεί να φτάσει στην την ευδαιμονία μέσα από την αυτάρκεια και αυτή η ευδαιμονία διαχέεται σε όλους τους πολίτες.
Τα τρία αυτά αποσπάσματα είναι ενδεικτικά για την αντίληψη που ήταν πολύ διαδεδομένη στους αρχαίους Έλληνες ότι το πολιτειακό ιδεώδες (πολιτειακό ή κοινωνικό ιδεώδες: ο άνθρωπος ως άτομο - πολίτης πρέπει να θυσιάζεται για το σύνολο και την πατρίδα του κι αυτό αποτελεί την πλήρη καταξίωσή του) έχει πολύ μεγάλη σημασία και πρέπει να προτάσσεται των υπολοίπων. Πρόκειται για μια άποψη διαδεδομένη στον αρχαίο κόσμο σύμφωνα με την οποία: α) η καταστροφή της πατρίδας επιφέρει τη καταστροφή και στους πολίτες της, β) η ατομική ευτυχία βρίσκεται στη συλλογική

Η άποψη αυτή μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι ισχύει διότι:

α) η κοινωνία και η πολιτεία είναι ευεργέτες του ατόμου, αφού του προσφέρουν υλικά και πνευματικά αγαθά που μόνο του το άτομο δε θα μπορούσε να έχει.
β) Ό,τι ισχύει για το όλο ισχύει για το μέρος. Ένα ευτυχισμένο σύνολο κάνει ευτυχισμένα και τα άτομα που το αποτελούν. Αντίθετα ευτυχισμένα άτομα δε συνθέτουν πάντα ένα ευτυχισμένο σύνολο.
γ) Η κοινωνία ως αξία είναι ανώτερη από το άτομο. Η απώλεια ενός ατόμου επηρεάζει μόνο πρόσκαιρα την εξέλιξη μιας κοινωνίας. Αυτή εξακολουθεί να υπάρχει και μετά το θάνατο πολλών από τα μέλη της.
δ) Η κατάρρευση μιας κοινωνίας, ενός κοινωνικού συτήματος μπορεί να παρασύρει και να καταστρέψει πολύ περισσότερα άτομα.

Το ζήτημα δεν είναι η θεωρητική ορθότητα των παραπάνω θέσεων, αλλά η κοινωνική τους δυναμική. Η πλειοψηφία ασπάζεται αυτές τις θέσεις και «θεωρητικά» τις υποστηρίζει. Όμως πόσοι ενσυνείδητα τις κάνουν πράξη, ζουν με αυτές, φροντίζουν για την εδραίωσή τους και την εξέλιξή τους. Το ζήτημα που προκύπτει έχει να κάνει με το χάσμα ανάμεσα στη θεωρητική παραδοχή αυτών των θέσεων και με την πρακτική εξάσκηση των ακριβώς αντιθέτων. Πόσο δηλαδή πέρα από όσα υποστηρίζουμε θεωρητικά τελικά μας απασχολεί το «εγώ» και η προάσπιση του ατομικού μας συμφέροντος και μόνο.

Ο αυστριακός φιλόσοφος Karl Popper υποστήριξε ότι ο Πλάτωνας θεωρεί την ευδαιμονία της Πολιτείας ως κάτι ανώτερο και ανεξάρτητο από την ευδαιμονία των πολιτών και των κοινωνικών ομάδων. Υποστήριξε ότι ο Πλάτωνας προτάσσει την πόλη, το σύνολο, έναντι του ατόμου με τρόπο μηχανιστικό και αυτό συνιστά μια ολοκληρωτική αρχή, επειδή ενδέχεται το κράτος να είναι ισχυρό, αλλά οι πολίτες δυστυχείς. Τα περισσότερα από τα αναίρεσε ο Gregory Vlastos.

Όμως το βασικό ερώτημα του παραμένει: Τελικά πώς εξασφαλίζεται σε μια κοινωνία η ατομική και η συλλογική ευτυχία;

1. Η συλλογική ευτυχία πρέπει να νοείται ως ευτυχία ατόμων. Όχι ως ευτυχία κάποιων ομάδων, ούτε μιας πρακτικής επιβολής μιας ιδεολογίας, μιας δέσμης ιδεών ή μιας «επίκλησης» στο κοινό καλό (χωρίς να ορίζεται και να οριοθετείται αυτό).
2. Το κράτος και ο νόμος πρέπει να δρουν έχοντας στόχο να εξασφαλίσουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο το κάθε άτομο:
  • θα αναγνωρίζεται στην ατομικότητά του, στη διαφορετικότητά του από τα άλλα άτομα, και ταυτόχρονα θα μπορεί να εκφράζει αυτή του τη διαφορετικότητα.
  • θα μπορεί να κάνει ελεύθερα τις επιλογές που αρμόζουν στην προσωπικότητα του, να μπορεί να εκφράζει ελεύθερα τις πεποιθήσεις του, τις ιδέες του, τα πιστεύω του χωρίς καταναγκασμό.
  • θα εξασφαλίζει συνθήκες ελευθερίας στα άτομα και αναγνώρισης της διαφορετικής προσωπικότητας του καθενός. Ο καθένας να μπορεί ελεύθερα να αποφασίζει για τη ζωή του.
  • Δηλαδή το κράτος πρέπει να δρα με κύριο άξονα την κατοχύρωση, προάσπιση και ενδυνάμωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ένα σύνολο (δεν μοιράζονται, δε παρέχονται μεμονωμένα, δε παρέχονται σε συγκεκριμένες ομάδες) και θέτουν τα ίδια τα όρια στο κάθε άτομο σε σχέση με τα υπόλοιπα με τα οποία συμβιώνει.
4. Κάθε άλλη εδραίωση και οριοθέτηση της ελευθερίας μπορεί πολύ εύκολα να διολισθήσει σε ολοκληρωτικές πρακτικές.
5. Και οι μηχανισμοί που εδραιώνουν αυτή την ελευθερία είναι συλλογικοί και κυρίως δημοκρατικοί. Είναι μια δημοκρατία που δεν επιβάλλει μόνο τις απόψεις της πλειοψηφίας, αλλά δίνει θέση, λαμβάνει υπόψη της τη διαφωνία, τη μειοψηφία. Όσοι διαφοροποιούνται δεν είναι μόνο σίγουροι ότι μπορούν ελεύθερα να εκφράσουν τη διαφωνία τους, αλλά στο τελικό αποτέλεσμα θα υπάρχει και ένα κομμάτι της διαφωνίας τους, το τελικό αποτέλεσμα δε θα τους παραβλέπει απαξιωτικά ούτε και θα τους προσβάλει.

Οι σχέσεις πολιτών και νόμου
Το πλαίσιο:

Ο νόμος είναι αναγκαίος: Για να ικανοποιήσει το άτομο τις βασικές του ανάγκες επιβάλλεται να οργανωθεί και να συμβιώσει με άλλα άτομα. Η βοήθεια και η προστασία που προσφέρουν το ένα στο άλλο είναι οι δεσμοί που συνέχουν το κοινωνικό σύνολο. Η ένωση των πολιτών πραγματώνεται με την ωφέλεια που προσφέρει ο ένας στον άλλο, ανάλογα με της ικανότητές του. Η αλληλεγγύη είναι βασική προϋπόθεση (αλλά όχι βέβαια και επαρκής) για να επιβιώσει μια ομάδα.
Η αναγκαιότητα της αρμονίας/αρμονικότητας στην Πολιτεία:
Στην Πολιτεία οι σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες είναι αρμονικές, δηλαδή οι πολίτες είναι ενωμένοι μεταξύ τους, έστω και αν χρειαστεί αυτό να επιβληθεί όχι μόνο με την πειθώ, αλλά και με τον εξαναγκασμό.
Η αναγκαιότητα της δικαιοσύνης: Η Πολιτεία του Πλάτωνα έχει τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά: σοφία, ανδρεία, σωφροσύνη (αυτοκυριαρχία, νομιμοφροσύνη), δικαιοσύνη.

Δίκαιη πολιτεία = κάθε στοιχείο εκπληρώνει το έργο που του έχει ανατεθεί.

Οπότε ο νόμος:
  1. Αναζητά τους τρόπους που θα ευτυχήσουν όλες οι κοινωνικές ομάδες
  2. Επιδιώκει να κρατήσει ενωμένους τους πολίτες με την πειθώ και τον εξαναγκασμό.
  3. Ενεργεί έτσι ώστε ο κάθε πολίτης να προσφέρει την ωφέλειά του στο κοινωνικό σύνολο.
  4. Περιορίζει την ασυδοσία.
  5. Οργανώνει τους πολίτες έτσι ώστε να επιτυγχάνεται και να διατηρείται η ενότητα στην πόλη.
Η προσωποποίηση του νόμου στο κείμενο
Στο απόσπασμα αυτό ο νόμος προσωποποιείται. Στόχος του Πλάτωνα να δώσει έμφαση στο ρόλο του νόμου μέσα στην Πολιτεία και να κάνει το κείμενό του πιο ζωντανό, πιο εναργές, πιο άμεσο.

Οι φράσεις που δείχνουν αυτό είναι κυρίως ρηματικοί τύποι:
  1. νόμῳ οὐ τοῦτο μέλει
  2. μηχανᾶται
  3. 3. συναρμόττων τοὺς πολίτας πειθοῖ τε καὶ ἀνάγκῃ
  4. ποιῶν μεταδιδόναι
  5. καὶ αὐτὸς ἐμποιῶν τοιούτους ἄνδρας ἐν τῇ πόλει
  6. οὐχ ἵνα ἀφιῇ
  7. ἀλλ’ ἵνα καταχρῆται αὐτὸς
από suumquique-suumquique

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

Πλάτωνα «Πολιτεία», Ενότητα 12η - Allegory of the Cave - Σχόλια

Πλάτωνα «Πολιτεία», Ε 12 - [519b-d] Ενότητα 12

Η απροθυμία των φιλοσόφων

Allegory of the Cave

Η αλληγορία του σπηλαίου – ο συμβολισμός της:
 


Διαδοχικές καταστάσεις των δεσμωτών στο σπήλαιο
Διαδοχικές καταστάσεις των ανθρώπων στη γη
   Το σπήλαιο: οι δεσμώτες βλέπουν μόνο σκιές των πραγμάτων και αυτά που βλέπουν ότι είναι τα ίδια τα πράγματα
    Ο κόσμος του σπηλαίου είναι ο αισθητός κόσμος, η αισθητή πραγματικότητα, ό,τι μπορεί να αποτυπωθεί μέσω των αισθήσεων. Οι απαίδευτοι άνθρωποι βλέπουν τα αισθητά πράγματα και θεωρούν ότι αυτά και μόνο αυτά είναι τα αληθινά όντα.
   Ένας δεσμώτης μπορεί να βοηθηθεί για να ανεβεί από το σπήλαιο, να βγει έξω στο φως και να αντικρίσει την αληθινή μορφή των πραγμάτων. 
     Ο κόσμος έξω από το σπήλαιο, που φωτίζεται από τον ήλιο, είναι η νοητή πραγματικότητα, ο νοητός κόσμος, ο κόσμος των Ιδεών. Ο ήλιος που λάμπει συμβολίζει την Ιδέα του Αγαθού.
Η «ανάβαση» από το σπήλαιο στον πραγματικό κόσμο ισοδυναμεί με την άνοδο στον κόσμο του νοητού, στο φως της αλήθειας. Ισοδυναμεί με τη λύτρωση του ανθρώπου.
Με τη βοήθεια της παιδείας μπορεί η διάνοια ενός ανθρώπου να υψωθεί από τα αισθητά στα νοητά και να στραφεί προς τα αληθινά όντα που είναι οι Ιδέες.
   Τα μάτια του δεσμώτη θαμπώνονται από την ξαφνική λάμψη. Η όρασή του χρειάζεται εξοικείωση.
     Ο νους του ασυνήθιστου στην παιδεία αδυνατεί να αντικρίσει απευθείας τα αληθινά όντα. Χρειάζεται ακόμα εξοικείωση.
Η ανάβαση και η έξοδος από το σπήλαιο είναι μια διαδικασία δύσκολη, συνεχής, επίμοχθη, γεμάτη εμπόδια και καταναγκασμούς.
     Ο πρώην δεσμώτης εξασκείται να βλέπει τα καθρεφτίσματα των πραγμάτων στο νερό και το φως των άστρων τη νύχτα.
     Ο πρώην απαίδευτος εξασκεί τη διάνοιά του στις εύλογες μαθήσεις και στις πιο προσιτές βαθμίδες γνώσης.
     Το φως του ήλιου την ημέρα θα το αντικρίσει τελευταίο και θα αισθανθεί πανευτυχής από την υπέροχη αυτή θέα.
     Την ιδέα του αγαθού ο νους θα την ατενίσει τελευταία και από την ασύγκριτη θέα θα γνωρίσει την υπέρτατη ευτυχία.
     Όταν ο απελευθερωμένος δεσμώτης αντικρίσει τον ήλιο, θα τον αναγνωρίσει όχι μόνο ως πηγή φωτός, αλλά και ως αίτιο ζωής και όρασης κα κάθε αίσθησης της ζωής.
     Όταν ο άνθρωπος απολαύσει την άμεση θέα της ιδέας του αγαθού, θα διανοηθεί ότι αυτή είναι η πηγή της γνώσης, αλλά και η αιτία ύπαρξης και αληθινής γνώσης των όντων.
     Θα αναλογίζεται με θλίψη την αρχική του κατάσταση και δε θα θέλει ποτέ να επιστρέψει στη σκοτεινή ζωή του σπηλαίου και να δοκιμάσει πάλι τις πρώτες του απατηλές εμπειρίες. Όμως η επιστροφή αποτελεί χρέος για το φωτισμένο.
     Θα ελεεινολογεί την αρχική του κατάσταση και δε θα θέλει να επιστρέψει κοντά στους απαίδευτους, οι οποίοι χωρίς αληθινή γνώση ζουν με την ψευδοεπιστήμη των ορατών πραγμάτων. Όμως αυτό είναι το ηθικό χρέος των μορφωμένων.


Τα βασικά θέματα που θέτει η αλληγορία του σπηλαίου είναι:
  1. Η επίδραση που ασκεί η παιδεία στην ανθρώπινη φύση μέσω της θέασης του Αγαθού και της τελείωσης του ανθρώπου.
  2. Στην υποχρέωση που έχει ο ορθώς πεπαιδευμένος, δηλαδή ο φιλόσοφος, να «φωτίσει» τους συνανθρώπους του.
  3. Στην αντίθεση ανάμεσα στον κόσμο που συλλαμβάνουμε με τις αισθήσεις και στον κόσμο της νόησης.
  4. Στην κύρια αποστολή της Πολιτείας, που είναι η εξασφάλιση της ευτυχίας, της ευδαιμονίας όλων των πολιτών της.
  5. Στην κυρίαρχη άποψη ότι ο νόμος οφείλει να αποβλέπει στο «φωτισμό» και επομένως στην ευδαιμονία όλων των πολιτών και να υποχρεώνει αυτούς που μπορούν να βοηθήσουν και τους απαίδευτους να πραγματοποιήσουν τη δική τους ανάβαση προς τη θέα του Αγαθού, για να μπορέσουν να ασκήσουν συνειδητά την αρετή.

  μήτε τοὺς ἀπαιδεύτους καὶ ἀληθείας ἀπείρους ἱκανῶς ἄν ποτε πόλιν ἐπιτροπεῦσαι: Στην Πολιτεία ο Πλάτωνας σχεδιάζει ένα πραγματικό κράτος παιδείας. Όλοι οι θεσμοί και όλες οι λειτουργίες Αυτό είναι το κριτήριο με το οποίο αναδεικνύονται οι «ἐπιτροπεύοντες τήν πόλιν», οι πολιτικοί ταγοί που είναι και ταυτόχρονα και πνευματικοί ηγέτες, οι οποίοι δεν εξουσιάζουν, αλλά επιτροπεύουν. Οι απαίδευτοι λοιπόν δεν είναι δυνατό να επαρκέσουν γι’ αυτό το καθήκον, γιατί στερούνται την αρετή, αφού η αρετή είναι γνώση.

   Οι απαίδευτοι είναι αυτοί που δεν απέκτησαν όχι απλώς μάθηση περί της αλήθειας, αλλά άμεση προσωπική εμπειρία της ίδιας της αλήθειας. Η καθαυτό αλήθεια είναι νοερή ιδέα που λάμπει μέσα μας ύστερα από εξάσκηση και ο νους την ατενίζει άμεσα. Σύμφωνα με το πλατωνικό λεκτικό ο νους θεάται την αλήθεια. Αυτή η άμεση θέα της αλήθειας που υπερβαίνει την απλή μάθηση είναι η εμπειρία («πεῖρα») που δε διαθέτουν οι απαίδευτοι, είναι «ἄ-πειροι» από αυτήν.

   Αφού λοιπόν σκοπός της πολιτείας είναι το αγαθό και μέσο για την κατάκτησή του είναι η γνώση και η αρετή, είναι λογικό οι άπειροι της αλήθειας, οι απαίδευτοι να μην μπορούν να κυβερνήσουν σωστά.


  μήτε τοὺς ἐν παιδείᾳ ἐωμένους διατρίβειν διὰ τέλους: Δεν πρόκεται για αναφορά στη «δια βίου παιδεία», που είναι ένας αναχρονισμός για τα δεδομένα της εποχής. Η φράση αναφέρεται στην αποκλειστική ενασχόληση με τη θεωρητική μάθηση, με το φιλοσοφικό στοχασμό, και τέλεια αποκοπή («διὰ τέλους») από κάθε εξωτερική πολιτική ή κοινωνική δραστηριότητα. Είναι μοναχικοί τύποι και απόκοσμοι που προτιμούν να ζουν στο δικό τους κόσμο. Είναι γνώρισμα πολλών πνευματικών ανθρώπων που μένουν (μάλλον έμεναν άλλοτε) κλεισμένοι στη μακαριότητά  τους και ο Πλάτωνας τους επικρίνει, γιατί εκτιμά ότι αυτό είναι τόσο κακό όσο και απαιδευσία. 
 

Αυτή η στάση τους μπορεί να οφείλεται:
  1. σε υπεροψία και έλλειψη σεβασμού προς τους συμπολίτες τους.
  2. στην αίσθηση ευτυχίας που μπορεί να αντλούν οι πνευματικοί άνθρωποι από το έργο τους όπως το κάνουν.
  3. στην αίσθηση σεβασμού και προσήλωσης στο πνευματικό έργο τους, για το οποίο και μόνο αισθάνονται αρμόδιοι και θεωρούν την επιτέλεσή του ανώτερο χρέος τους.
  4. στην πρόθεσή τους να αποφύγουν διαταραχές που οι δημόσιες δραστηριότητες προκαλούν (ένταση, φροντίδες, δυσαρέσκειες, συγκρούσεις, πικρίες) [όλα αυτά ο Πλάτωνας τα αποκαλεί «πόνοι»].

Με αυτή τους όμως τη συμπεριφορά οι πνευματικοί άνθρωποι στερούν από το εαυτό τους και από ευχάριστα επακόλουθα:
  1. κοινωνική προβολή
  2. ηθική ικανοποίηση
  3. κύκλος γνωριμιών
  4. επευφημίες, τιμητικές διακρίσεις [όλα αυτά ο Πλάτωνας τα αποκαλεί «τιμαί»].
Έχει σημασία αυτή η κρίση του Πλάτωνα, λαμβάνοντας υπόψη και την προσωπική του εμπλοκή με τα πολιτικά δρώμενα στη Σικελία. Για τον Πλάτωνα ο διανοούμενος δεν πρέπει να αποκόπτεται από το κοινωνικό γίγνεσθαι, αλλά να έχει επαφή και εμπλοκή με αυτό. Ο διανοούμενος πρέπει να είναι ένας «οργανικός διανοούμενος».

 σκοπὸν ἐν τῷ βίῳ οὐκ ἔχουσιν ἕνα: Έχοντας κάποιος στη ζωή του ένα στόχο, μόνιμο και σταθερό, ενοποιεί χάρη σ’ αυτόν όλες τις δραστηριότητές του και συμπεριφέρεται παντού με συνέπεια. Αντίθετο με όλα αυτά είναι ο άστατος χαρακτήρας. 

 τάς βελτίστας φύσεις: οι καλύτεροι από τη φύση τους, αυτοί που έχουν ευνοηθεί από τη φύση τους και από γεννησιμιού τους διαθέτουν όλα εκείνα τα εφόδια (οξύνοια νου και δυνάμεις ψυχής) που, όταν απελευθερωθούν με τη μάθηση και την παιδεία μπορούν να οδηγήσουν στην προσέγγιση, στη θέαση του αγαθού. Ο Πλάτωνας δεν πιστεύει ότι όλοι οι άνθρωποι είναι από τη φύση τους προικισμένοι για να φτάσουν μέσω της παιδείας στη θέαση του αγαθού. Η άποψη του Πλάτωνα, χωρίς να παραβλέπουμε τη σημασία που αποδίδει στο ρόλο της παιδείας, φαντάζει «αρχαϊκή» και προσιδιάζει σε μια «αριστοκρατία του πνεύματος» την οποία φαίνεται να οραματίζεται και στη συγκρότηση της οποίας παίζει ρόλο η φύση και τα φυσικά χαρίσματα που έχει ένας άνθρωπος.
 

  Το ζήτημα που θέτει έμμεσα εδώ ο Πλάτωνας είναι το εξής:
  • τι εμποδίζει κάποιους ανθρώπους να μορφωθούν, να αποκτήσουν παιδεία;
  • είναι οι φυσικές μειονεξίες τους;
  • αυτές φυσικές μειονεξίες είναι πραγματικές ή πρόκειται σε μεγάλο βαθμό για κοινωνικές κατασκευές;
  • γιατί κάποιοι άνθρωποι ξεχωρίζουν στο ζήτημα της παιδείας και κάποιοι άλλοι φαίνεται να μην το πετυχαίνουν;
  • που οφείλεται η κοινωνική ανισότητα στην εκπαίδευση;

   πρὸς τὸ μάθημα ὃ ἐν τῷ πρόσθεν ἔφαμεν εἶναι μέγιστον, ἰδεῖν τε τὸ ἀγαθὸν: Το μέγιστο μάθημα είναι η διδασκαλία της θεωρίας των Ιδεών που οδηγεί στην άμεση θέαση του αγαθού. Ο Πλάτωνας δε δίνει σαφή ερμηνεία του όρου αγαθόν. Γι’ αυτό και στην αρχαιότητα η φράση Πλάτωνος ἀγαθόν είχε παροιμιακό χαρακτήρα και αναφερόταν σε κάτι ασαφές και σκοτεινό.

Το αγαθό σύμφωνα με τον Πλάτωνα μπορεί να είναι:
  1. Το εἶναι και ό,τι διατηρεί το εἶναι
  2. Η τάξη, ο κόσμος και η ενότητα που διαπερνά και συνέχει την πολλαπλότητα.
  3. Ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη.
  4. Το έσχατο τέρμα, δηλαδή η ύψιστη αρχή και πηγή του όντος και της γνώσης.

Οι όροι/λέξεις του κειμένου που συνδέονται με το αγαθό: μέγιστον μάθημα, ἀναβῆναι, ἀνάβασιν, ἀναβάντες, ἴδωσι, ἀφικέσθαι, ἰδεῖν.


   ἀναβῆναι ἐκείνην τὴν ἀνάβασιν: Για τον Πλάτωνα για να φτάσει η ψυχή στη θέα των Ιδεών και μάλιστα στη θέαση της κορυφαίας Ιδέας όλων, δηλαδή του αγαθού, πραγματοποιεί μια ανύψωση από τα γήινα ενδιαφέροντα προς τα ανώτερα αντικείμενα της νόησης, από τα αισθητά ή ορατά στα νοητά.

Φυσικά αυτή δεν είναι μόνιμη κατάσταση της ψυχής, αλλά ανώτερη διαδικασία και άσκηση πνευματικής αναζήτησης, που είναι αναγκαία για ορισμένο θεωρητικό σκοπό και έχει συγκεκριμένη κάθε φορά κατάληξη. Μετά την «ανάβασιν» υπάρχει επομένως επάνοδος και «κατάβασις» της ψυχής στα λιγότερο θεωρητικά και περισσότερο πρακτικά, όπως είναι τα κοινωνικά και πολιτικά, ενδιαφέροντά της. 

   πάλιν καταβαίνειν παρ’ ἐκείνους τοὺς δεσμώτας μηδὲ μετέχειν τῶν παρ’ ἐκείνοις πόνων τε καὶ τιμῶν: Ο Πλάτωνας αφού αναφέρθηκε στις δύο (02) ομάδες που θεωρεί ακατάλληλες για τη διακυβέρνηση της Πολιτείας (στους απαίδευτους και στους στοχαστές που παραμένουν κλεισμένοι στον κόσμο τους) μιλάει για το χρέος των φιλοσόφων, όσων δηλαδή έχουν φτάσει στην ενόραση του αγαθού. Αυτοί οφείλουν να κατέβουν στο σπήλαιο, να ασχοληθούν δηλαδή με την πολιτική και να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της Πολιτείαςς και να διαφωτίσουν τους αμόρφωτους δεσμώτες.

Χρέος των φιλοσόφων είναι διπλό: γνώση και πράξη. Η γνώση έχει σημασία όταν προσανατολίζεται στην πράξη και η πράξη όταν καθοδηγείται, ελέγχεται και αξιολογείται από τη γνώση. Μόνο τότε η ζωή προσανατολίζεται στο κοινό καλό, διαφορετικά επικρατεί το ατομικό συμφέρον.

Οι φύλακες και οι άρχοντες βασιλιάδες, που βγήκαν από το σκοτάδι και τις σκιές του σπηλαίου στο αληθινό φως και μπόρεσαν να δουν το αγαθό δε θέλουν να ξανακατέβουν στο σπήλαιο και να βοηθήσουν και τους άλλους δεσμώτες να ελευθερωθούν και να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της πολιτείας. Θέλουν να μείνουν για πάντα στον κόσμο του φωτός και να απολαμβάνουν την ευτυχία της θέασης του αγαθού. Η επιστροφή στο σπήλαιο, η κατάβαση σ’ αυτό είναι μια επώδυνη διαδικασία που συνδέεται με πόνους και θυσίες. Πρέπει να διαπραγματευθούν μια σειρά από πράγματα που στα μάτια όσων είχαν την εμπειρία θέασης του αγαθού φαντάζουν «μικρά», «δευτερεύοντα», «ήσσονος σημασίας». Επιπλέον, η επιστροφή στο σπήλαιο μπορεί να είναι και μια επικίνδυνη διαδικασία: οι φιλόσοφοι μπορεί να μην γίνουν κατανοητοί, να παρεξηγηθούν και να αντιμετωπίσουν ποικίλους κινδύνους (ακόμη και το θάνατο, όπως π.χ. ο Σωκράτης).

Αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα για τους ιδρυτές (=οικιστές) της Πολιτείας. Πρέπει να προβλέψουν εκείνους τους τρόπους που θα αναγκάσουν τους ανθρώπους τους πνεύματος να ασχοληθούν με την πολιτική και να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της πολιτείας. Πρέπει να βρουν εκείνους τους τρόπους που θα εξαναγκάσουν τους φιλόσοφους, αφού «υψωθούν» προς το μέγιστο μάθημα, τη θέαση των Ιδεών και του Αγαθού, και απολαύσουν την ευδαιμονία της Ιδέας, να επιστρέψουν στους πρώην συνδεσμώτες τους, να κατέβουν στο σπήλαιο, να ασχοληθούν με πράγματα ήσσονος σημασίας γι’ αυτούς με στόχο να τους βοηθήσουν και να τους οδηγήσουν από το σκοτάδι στο φως.
 

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Πλάτωνα «Πολιτεία» Ε11-Ε13 - Η αλληγορία του σπηλαίου - Σχόλια

Πλάτωνας, Πολιτεία, Αποσπάσματα 514a-515a, 519b-520a:
Μετάφραση
Ε 11 - [514a-515a] Ύστερα από αυτά λοιπόν, είπα, παρομοίασε τη δικής μας (την ανθρώπινη) φύση, σχετικά με την παιδεία και την απαιδευσία, με την ακόλουθη εικόνα. Φαντάσου δηλαδή [κάποιους] ανθρώπους τάχα μέσα σ’ έναν υπόγειο τόπο διαβίωσης (σ’ ένα υπόγειο χώρο) όμοιο με σπηλιά, που έχει την είσοδό του ανοιχτή προς το φως σ’ όλη το πλάτος της σπηλιάς, να βρίσκονται μέσα σ’ αυτόν από παιδιά αλυσοδεμένοι και στα πόδια και στους αυχένες (στο λαιμό), ώστε και να μένουν οι ίδιοι [ακίνητοι] και να βλέπουν μόνο μπροστά τους, και να μην μπορούν να στρέφουν τα κεφάλια τους κυκλικά (γύρω γύρω) εξαιτίας των δεσμών· [φαντάσου] επίσης να φέγγει γι’ αυτούς από ψηλά και από μακριά μια λάμψη από φωτιά που καίει πίσω τους, και ανάμεσα στη φωτιά και τους δεσμώτες πάνω στην επιφάνεια της γης [να περνάει/να υπάρχει] δρόμος, δίπλα στον οποίο να υπάρχει ένα μακρύ τοιχάκι να είναι χτισμένο απέναντι του, όπως ακριβώς οι θαυματοποιοί στήνουν μπροστά από τους θεατές τους παραπετάσματα, πάνω από τα οποία (από τις οποίες) τους παρουσιάζουν τα τεχνάσματά τους.
— Το φαντάζομαι, είπε (ο Γλαύκων)
— Φαντάσου τώρα ανθρώπους να βαδίζουν παράλληλα με αυτό το τοιχάκι και να μεταφέρουν κατασκευάσματα κάθε είδους, που προεξέχουν από το τειχίο, και αγάλματα και άλλα ομοιώματα λίθινα (από πέτρα) και ξύλινα (από ξύλο) και από κάθε είδους υλικό κατασκευασμένα, άλλοι, όπως είναι φυσικό, [να τα μεταφέρουν] μιλώντας και άλλοι περνώντας ο ένας παράλληλα στον άλλο σιωπηλοί.
— Παράξενη εικόνα μάς παρουσιάζεις είπε (ο Γλαύκων) και παράξενους δεσμώτες.
— Όμοιους μ’ εμάς [παρουσιάζω], είπα εγώ. 
Ε 12 - [519b-d] Τι λοιπόν [πιστεύεις/λες]; Αυτό εδώ δεν είναι λογικό, είπα εγώ, και αναγκαίο συμπέρασμα με βάση τα προηγούμενα, πως δηλαδή ούτε οι απαίδευτοι κι όσοι δεν έχουν γνωρίσει την αλήθεια θα μπορούσαν ποτέ να κυβερνήσουν (να διοικήσουν) ικανοποιητικά (με ικανοποιητικό τρόπο) μια πόλη, ούτε εκείνοι που αφήνονται ελεύθεροι να απασχολούνται ως το τέλος της ζωής τους με την παιδεία, οι πρώτοι γιατί δεν έχουν στη ζωή τους ένα συγκεκριμένο σκοπό, τον οποίο έχοντας στόχο πρέπει να κάνουν ανεξαιρέτως όλα όσα τυχόν κάνουν και ιδιωτικά και δημόσια, και οι δεύτεροι επειδή δε θα αναμιχτούν στην πρακτική ζωή με τη θέλησή τους, γιατί νομίζουν ότι έχουν ήδη εγκατασταθεί στα νησιά των μακάρων ενώ είναι ακόμα ζωντανοί (ενώ ζουν ακόμα);
—Σωστά λες, είπε.
Λοιπόν, είπα εγώ, έργο μας είναι (δικό μας έργο είναι) εμείς οι ιδρυτές της πόλης (οι θεμελιωτές της πολιτείας) να εξαναγκάσουμε τα πιο ξεχωριστά πνεύματα να επιδοθούν στο μάθημα που προηγουμένως παραδεχτήκαμε πως είναι το ανώτερο, να δουν δηλαδή το αγαθό και να ανεβούν εκείνη την ανηφορική οδό, και, αφού ανεβούνε και χαρούνε (απολαύσουν) αρκετά το θέαμα, να μην τους επιτρέψουμε [να κάνουν] αυτό που τώρα τους επιτρέπεται [να κάνουν].
— Και πιο [τους επιτρέπεται];
Το να [επιτρέπεται σ’ αυτούς], είπα εγώ, να μένουν συνεχώς στον ίδιο τόπο και [το] να μη θέλουν να κατεβαίνουν πάλι κοντά σ’ εκείνους τους δεσμώτες ούτε να παίρνουν το μερίδιο τους από τους κόπους και τις τιμές που έχουν θεσπιστεί ανάμεσα σ’ εκείνους, είτε έχουν μικρότερη είτε έχουν μεγαλύτερη αξία.
Ε 13 -  [519d-520a] Και λοιπόν, είπε, θα αδικήσουμε αυτούς και θα τους κάνουμε να ζουν χειρότερα, ενώ υπάρχει η δυνατότητα να ζουν καλύτερα;
Ξέχασες πάλι, φίλε μου, είπα εγώ, ότι το νόμο δεν τον ενδιαφέρει αυτό, πως δηλαδή μέσα σε μια πόλη θα ευτυχήσει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό μια μόνο κοινωνική ομάδα, αλλά ψάχνει να βρει τρόπο να γίνει αυτό για όλη την πόλη, ενώνοντας αρμονικά τους πολίτες και με την πειθώ και με τη βία και κάνοντάς τους να μοιράζονται μεταξύ τους την ωφέλεια, που ο καθένας τους μπορεί να προσφέρει στο κοινό, και ο ίδιος διαμορφώνοντας τέτοιους πολίτες στην πόλη, όχι για να αφήνει να κατευθύνεται όπου θέλει ο καθένας (να αφήνει τον καθένα να κατευθύνεται όπου θέλει), αλλά για να τους χρησιμοποιεί αυτός για να ενώνει σ’ ένα σώμα την πόλη (για να φυλάσσει την πόλη ενωμένη).
— Αληθινά λες, είπε [ο Γλαύκωνας], γιατί πραγματικά τα λησμόνησα.
Σκέψου, λοιπόν, Γλαύκωνα, είπα, ότι δε θα αδικήσουμε αυτούς που γίνονται φιλόσοφοι στην πόλη μας, αλλά θα τους πούμε δίκαια πράγματα, αν τους πείθουμε με επιχειρήματα να φροντίζουν για τους άλλους και να τους φυλάνε. 

Σχόλια στην Πολιτεία του Πλάτωνα

Πλάτωνας, Πολιτεία, Ενότητα 11:

Η αλληγορία του σπηλαίου

Αλληγορία: Πρόκειται για μια συνεχή μεταφορά, μια παραβολή. Η αλληγορία παρέχει σαφείς ενδείξεις του αυθεντικού της νοήματος, που ο ίδιος ο συγγραφέας μας δίνει το κλειδί να το διερμηνεύσουμε και μας δείχνει για καθεμιά γενική ιδέα ποιο είναι το συγκεκριμένο σύμβολο που την εκφράζει.

ἀπείκασον τοιούτῳ πάθει τὴν ἡμετέραν φύσιν παιδείας τε πέρι καὶ ἀπαιδευσίας:
α) ἀπεικάζω = εκφράζω, παριστάνω με μια εικόνα, με μια παραβολή ή κάνω σύγκριση με κάτι.
ἀπεικάζω τι τινι = απεικονίζω κάτι μέσα (ή πάνω) σε κάτι άλλο, παρομοιάζω κάτι με κάτι άλλο.         
β) αναστροφή της εμπρόθετης έκφρασης (παιδείας τε πέρι) με ταυτόχρονο αναβιβασμό του τόνου της πρόθεσης. Λεκτικό φαινόμενο που προσιδιάζει στην επισημότητα της περιγραφής σε ύφος τραγικό.
Με αυτή τη φράση μας εισάγει ο Πλάτωνας στην ανάπτυξη του θέματός του. Οι μόνοι που μπορούν να οδηγήσουν το πλοίο της Πολιτείας με ασφάλεια είναι οι φιλόσοφοι. Οι φιλόσοφοι, ως άνθρωποι του πνεύματος, είναι όμως κατάλληλοι για τα πρακτικά προβλήματα της ζωής; Δεν είναι απορροφημένοι από τις θεωρητικές τους αναζητήσεις, δεν είναι υπεροπτικοί και μερικές φορές αδέξιοι στο χειρισμό πρακτικών ζητημάτων; Την απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα επιχειρεί να δώσει με την αλληγορία του σπηλαίου.

Η αλληγορία του σπηλαίου έχει τρεις στόχους:
  • να δείξει την επίδραση που ασκεί η παιδεία στην ανθρώπινη φύση
  • να δείξει την υποχρέωση που έχουν οι φιλόσοφοι να φωτίσουν τους συνανθρώπους τους
  • να δείξει την αντίθεση ανάμεσα στον κόσμο των αισθήσεων (υλικός κόσμος) και στον κόσμο της νόησης (κόσμος των Ιδεών).
ἐν καταγείῳ οἰκήσει σπηλαιώδει:
οι αρχαίοι ήταν αρκετά εξοικειωμένοι με τα σπήλαια. Η υποβλητική και ζωηρή περιγραφή του σπηλαίου από τον Πλάτωνα υποδηλώνει ενδεχομένως προσωπική του βιωματική εμπειρία.

Έχουν διασωθεί σπήλαια που ήταν πανάρχαιοι τόποι λατρείας, και ορισμένα από αυτά έχουν ανασκαφεί. Από τα πιο γνωστά είναι το Ιδαίο άντρο ή σπήλαιο της Ίδης, σε υψόμετρο 1538 μ. στον Ψηλορείτη, όπου –σύμφωνα με όσα πίστευαν οι αρχαίοι- είχε γεννηθεί και είχε ανατραφεί ως νήπιο ο Δίας. Σ’ αυτό οι ανασκαφές έφεραν στο φως βωμό και σωρούς τέφρας, ευρήματα που μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε ότι ήταν τόπος μυστηριακής λατρείας. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι διαστάσεις του σπηλαίου της Ίδης και τα χαρακτηριστικά του ανταποκρίνονται πάρα πολύ καλά στην πλατωνική περιγραφή: το άνοιγμά του είναι διάπλατο (πλάτος 27 μ. και ύψος 9,5 μ.), από το οποίο περνάει το φως ως το βάθος του σπηλαίου, και υπάρχει πρόσβαση στο εσωτερικό του από μια κατηφορική επιφάνεια με απότομη κλίση.

Άλλοι παραλληλίζουν την πλατωνική περιγραφή με τα χαρακτηριστικά του σπηλαίου στη Βάρη.
Επίσης πρέπει να αναφερθούμε στην περίπτωση του Επιμενίδη, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, κοιμήθηκε για πολλά χρόνια σε μια σπηλιά (πολλοί την ταυτίζουν με το Δικταίο άντρο, που βρίσκεται στην Κρήτη και είναι και αυτό αφιερωμένο στο Δία) ὕπνῳ βαθεῖ κατά τη διάρκεια του οποίου είδε όραμα ότι συνομιλούσε με τους θεούς και συνδιαλέχτηκε απευθείας με την Αλήθεια και τη Δίκη–δικαιοσύνη, που είναι «λόγοι των θεών».

πρόσθεν μόνον ὁρᾶν, κύκλῳ δὲ τὰς κεφαλὰς ὑπὸ τοῦ δεσμοῦ ἀδυνάτους περιάγειν, φῶς δὲ αὐτοῖς πυρὸς ἄνωθεν καὶ πόρρωθεν καόμενον ὄπισθεν αὐτῶν, μεταξὺ δὲ τοῦ πυρὸς καὶ τῶν δεσμωτῶν ἐπάνω ὁδόν:
α) μπαίνοντας στο σπήλαιο κοιτάζει κανείς μπροστά του και βλέπει το βάθος της σπηλιάς. Σ’ αυτή τη στάση ήταν δεμένοι οι δεσμώτες/κατάδικοι του σπηλαίου, ώστε να βλέπουν μόνο μπροστά, δηλαδή το βάθος της σπηλιάς. Η είσοδος του σπηλαίου βρισκόταν πίσω τους, της είχαν γυρισμένη την πλάτη τους. Και αν ήθελαν να γυρίσουν το κορμί τους και να κοιτάξουν πίσω τους, προς την είσοδο της σπηλιάς, δεν μπορούσαν να το κάνουν, γιατί ήταν πιασμένοι με δεσμά και από το λαιμό με τέτοιο τρόπο ώστε να μην μπορούν να γυρίσουν μήτε το κεφάλι τους μήτε το κορμί τους.
β) το σπήλαιο δεχόταν ένα φως από μια φωτιά μη ορατή στους δεσμώτες. Τους φώτιζε από πίσω, έπεφτε από ψηλά και έφτανε μέχρι το βάθος του σπηλαίου. Η λάμψη αυτή ερχόταν από αρκετή απόσταση, καθώς υπήρχε και ένας δρόμος ανάμεσα στη φωτεινή πηγή και στην είσοδο του σπηλαίου.
Ο Πλάτωνας θεωρεί ότι υπάρχουν δύο κόσμοι: ο ορατός (αισθητός) κόσμος στον οποίο κυριαρχεί η εικασία και η πίστη (ατελείς μορφές γνώσης) και ο νοητός κόσμος των Ιδεών στον οποίο κυριαρχεί η διάνοια – νους (ανώτερες μορφές γνώσης). Ο ένας ο ορατός κόσμος του σπηλαίου και ο άλλος είναι ο κόσμος των Ιδεών.

     Τα δεσμά καθηλώνουν τους ανθρώπους σ’ ένα σημείο ώστε να βλέπουν τις εικόνες των πραγμάτων και επιπλέον να πιστεύουν ότι αυτές είναι η μόνη αλήθεια. Αγνοούν την αλήθεια, αλλά δεν έχουν επίγνωση της άγνοιάς τους.
     Οι σκιές των αντικειμένων είναι τα απεικάσματα των όντων που βρίσκονται στον κόσμο των Ιδεών. Οι σκιές των αντικειμένων που βλέπουν θεωρούν ότι είναι τα αληθινά αντικείμενα.
     Τα δεσμά είναι τα εμπόδια που συναντά ο άνθρωπος και τον εμποδίζουν από τη θέαση του αγαθού. Είναι τα πάθη, οι προκαταλήψεις, οι ψευδαισθήσεις, η λάθος παιδεία, που απομακρύνουν τους ανθρώπους από τη θέαση του αγαθού.
     Η «κοινωνία» του σπηλαίου είναι μια κοινωνία ανισότητας, όπου δεν υπάρχει δικαιοσύνη και αξιοκρατία.

παρ’ ἣν ἰδὲ τειχίον παρῳκοδομημένον, ὥσπερ τοῖς θαυματοποιοῖς πρὸ τῶν ἀνθρώπων πρόκειται τὰ παραφράγματα, ὑπὲρ ὧν τὰ θαύματα δεικνύασιν:
τοίχος όχι ψηλός, ίσος περίπου με το ανάστημα ενός ανθρώπου. Ο Πλάτωνας το παρομοιάζει με σκηνικό προκάλυμμα, σαν αυτά που τοποθετούσαν σε παραστάσεις λαϊκών θεαμάτων, για να δημιουργούν αυτοσχέδια παρασκήνια.
ζῷα: ζῷον: α) πλάσμα που έχει ζωή, β) ζωγραφιά, γ) ζωγραφικό ή γλυπτό ομοίωμα ζῳγραφία (ζωγραφιά), ζῳγραφῶ, ζῳγραφικός, ζῳγράφος <  ὁ ζῷα γράφων

Τα ορατά πράγματα είναι προσιτά μόνο με την όραση.
Αλλά, για να μπορέσει η όραση να συλλάβει το αντικείμενο, χρειάζεται έναν τρίτο μεσάζοντα, που να μεσολαβεί μεταξύ ματιού και αντικειμένου. Αυτό το τρίτο είναι το φως του ήλιου. Κατ’ αναλογία ο ήλιος που δείχνει στην ψυχή τη δυνατότητα να βλέπει τον κόσμο του νοητού είναι το αγαθόν. Έτσι η έννοια του αγαθού ξεπερνάει τις άλλες ιδέες και τοποθετείται επέκεινα της ουσίας.
Το «αγαθόν» αντιτάσσεται στην υλιστική-δυναμική αντίληψη της ιωνικής φιλοσοφίας. Με την ιδέα του αγαθού η Επιστήμη και οι ιδέες μπαίνουν σε μια ιεραρχική τάξη, αξιολογούνται σύμφωνα με ηθικά κριτήρια και είναι αναγκαίες στο πολιτικό οικοδόμημα της Πολιτείας.

Η πορεία της γνώσης από τα ορώμενα
(δόξα) στα νοούμενα (νόησις) δίνεται με τη μορφή μιας ευθείας χωρισμένης σε δύο άνισα τμήματα. Ο κόσμος των ορωμένων χωρίζεται σε εικόνες και ορατά. Τα νοούμενα περιλαμβάνουν γενικές έννοιες, τον καθαρό λόγο και την ιδέα του αγαθού.

από suumquique-suumquique