Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2020

Γιατί λεγόμαστε Greece κι όχι Hellas;

Υπάρχουν δύο διαφορετικές προσφωνήσεις για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Εμείς προτιμάμε το Ελλάς ή Ελλάδα για το όνομα της χώρας και το Έλληνες για τους ανθρώπους της, ενώ οι ξένοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία προτιμούν το Greece και το Greek ή το αντίστοιχο κάθε γλώσσας.
Για παράδειγμα στην Ιταλία και την Ισπανία είναι Grecia, στη Γερμανία είναι Griechenland, στη Γαλλία Grèce, στη Σουηδία Grekland, στη Πορτογαλία Grécia.

Η λέξη που χρησιμοποιείται για την Ελλάδα στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου δεν έχει σχέση με το Hellas, αλλά με το Greece. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Γιατί η χώρα μας λέγεται Greece κι όχι Hellas; Είναι κακό να αποκαλούν κάποιον Γραικό; Είναι από τη φύση της υποτιμητική η λέξη ή απλά συνηθίζεται να χρησιμοποιείται με υποτιμητική χροιά; Κι αν είναι έτσι γιατί τα λόγια του Αθανάσιου Διάκου στον Ομέρ Βρυώνη «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θε να πεθάνω» έγιναν θρύλος στις ψυχές των Ελλήνων.

Ο κ. Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, Ομότιμος καθηγητής Γλωσσολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και επιστημονικός συντονιστής του «Χρηστικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας» της Ακαδημίας Αθηνών, μιλάει στο newsbeast.gr για την προέλευση της λέξης Greece αλλά και γιατί είναι «χαμένη υπόθεση», όπως λέει ο ίδιος, η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών στην Ελλάδα.

 – Κε Χαραλαμπάκη, γιατί «Greece» κι όχι «Hellas»;

«Η λέξη Greece, όπως λεγόμαστε στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα. Στον Αριστοτέλη εμφανίζεται ένας μικρός λαός, οι γράες (με περισπωμένη) οι οποίοι ζούσαν γύρω από το μαντείο της Δωδώνης και είναι ίσως οι πρώτοι Έλληνες. Επίσης στη σημερινή Μαγνησία, κοντά στο Βόλο, υπήρχαν οι Ελλάνες (με περισπωμένη), που έγιναν μετά Ελλήνες, όπου το α το δωρικό γίνεται η, ανέβηκε ο τόνος και έγινε Έλληνες.

Στον Όμηρο εμφανίζεται η λέξη Πανέλληνες, που σημαίνει ότι είχαμε από πολύ νωρίς την αίσθηση της κοινής καταγωγής. Και οι δύο μαρτυρίες είναι αρχαίες και θα λέγαμε και ισότιμες. Αλλά επειδή όταν λέμε Γραικός, και κυρίως Γραικύλος, του προσδίδουμε μία απαξιωτική σημασία, δεν θέλει κάποιος να συνδέεται το Greece με το Γραικός».

38650

Όμως ο γραικύλος, δηλαδή αυτός που συμπεριφέρεται με δουλοπρέπεια στους ξένους, που δεν έχει εθνική αξιοπρέπεια, προέρχεται από το λατινικό Graeculous. Στο υποσυνείδητο κάποιων ενδεχομένως να μην αρέσει η λέξη Γραικός γιατί θυμίζει το Γραικύλος.

Όμως με καθαρά ιστορικά και επιστημονικά κριτήρια και οι δύο ονομασίες της Ελλάδος είναι πανάρχαιες και νομιμοποιούνται πλήρως. Σε όλη σχεδόν την Ευρώπη λεγόμαστε με την ρίζα “γκρικ” που προέρχεται από το λατινικό Graecus, το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από την ελληνική Γραικός.

Έλληνες, ήδη στα ελληνιστικά χρόνια, και στα χριστιανικά μετά, στην εκκλησιαστική παράδοση αποκαλούσαν τους ειδωλολάτρες. Όταν έλεγαν Έλληνες τους ειδωλολάτρες, η λέξη σταμάτησε να χρησιμοποιείται και έτσι σε όλο το Μεσαίωνα εμείς ήμασταν οι Γραικοί. Η λέξη Γραικός είχε θετική έννοια όπως συνέβαινε και με το Ρωμιός. Ρωμιός σημαίνει Ρωμαίος υπήκοος αλλά η Ρωμιοσύνη και όχι μόνο λόγω του Ρίτσου, αλλά και στα δημοτικά τραγούδια, είναι τίτλος τιμής. Όταν λέμε Ρωμιοί της Πόλης σημαίνει οι Έλληνες της Πόλης. Μην παίζουμε με τις λέξεις για να πούμε ότι είναι καλύτερο το Έλληνες. Περίπτωση να επανέλθει να λέμε Hellas για την Ελλάδα για τις ευρωπαϊκές χώρες δεν υπάρχει διότι έχει παγιωθεί. Και αυτό δεν είναι αρνητικό.

Είναι σημαντικό να πούμε, ότι η λέξη Έλληνες επανήλθε μετά την αναγνώρισή μας ως επίσημο κράτος, από την επανάσταση του 1821 και μετά. Ο λόγος ήταν ότι για να συνδέσουν την αρχαιότητα με το νεοσύστατο κράτος έπρεπε να έχουν μία ταυτότητα κι έτσι ξαναγύρισαν στη λέξη Έλληνες παρόλο που είχε πάρει τη σημασία του ειδωλολάτρη».

«Θα πρέπει να πούμε και κάτι ακόμα», συνεχίζει ο κ. Χαραλαμπάκης. «Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας έβαλαν εν γνώση τους στην Ε.Ε. εκτιμώντας τον λαμπρό πολιτισμό στον οποίο στηρίζεται όλη η Ευρώπη. Η λέξη Ευρώπη, προέρχεται από τη σύνθεση του “ευρύς” και “όψη”, δηλαδή “μεγαλομάτα”. Δεν έχουμε τώρα καμία ανάγκη να αποδείξουμε την ταυτότητά μας. Όπως δεν μπορεί τώρα να γραφτεί μία μελέτη για να αποδειχτεί η σφαιρικότητα της Γης, θα ήταν γελοίο, κατά τον ίδιο τρόπο δεν χρειαζόμαστε υποστυλώματα να επανέλθουμε στο Ελλάς για να δείξουμε ότι είμαστε οι γνήσιοι Έλληνες και η συνέχεια του προγονικού μεγαλείου».

«Χαμένη υπόθεση» η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών στην Ελλάδα

Το δεύτερο σκέλος της κουβέντας με τον κ. Χαραλαμπάκη είχε να κάνει με τα Αρχαία Ελληνικά. Πρέπει να διδασκόμαστε Αρχαία Ελληνικά; Ποια είναι η αξία και η χρησιμότητας της γλώσσας; Σχολεία στο εξωτερικό την εντάσσουν στο πρόγραμμά τους, ενώ εμείς, όπως υποστηρίζουν πολλοί, την έχουμε ξεχάσει τελείως.

Ο κ. Χαραλαμπάκης μας παραπέμπει σε ένα εντυπωσιακό, όπως το χαρακτηρίζει, άρθρο του Γενικού Γραμματέα της Ακαδημίας Αθηνών, Βασίλη Χ. Πετράκου με τίτλο «Τα αρχαία ελληνικά στη ζωή των Ελλήνων».

Αυτό το άρθρο λέει με λίγα λόγια, μας εξηγεί ο κ. Χαραλαμπάκης ότι τα «Αρχαία δεν μπορούν να τα διδάξουν αποτελεσματικά ούτε οι φιλόλογοι».

«Η εδώ και αιώνες σκόπιμη λατρεία του συντακτικού και της γραμματικής στείρωσε το νου των φιλολόγων που περιορισμένοι στο στενό τους ορίζοντα δεν δημιούργησαν πνεύμα συμπάθειας προς τα Αρχαία ελληνικά» αναφέρεται σε άλλο σημείο του άρθρου.

Όπως μας λέει ο κ.Χαραλαμπάκης «εμείς οι παλαιότεροι, που είχαμε τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, το μόνο που μας μάθαιναν και το ίδιο λίγο πολύ συνεχίζεται μέχρι τώρα είναι συντακτικό και γραμματική. Παπαγαλίζαμε κάποια πράγματα και ακόμα και τώρα διδασκόμαστε το ρηχό και κανείς μας δεν ξέρει στην ουσία τι μεγαλειώδες έκαναν οι Αρχαίοι Έλληνες».

Αυτό δεν γίνεται στο εξωτερικό; τον ρωτάμε.

«Οι ξένοι μαθαίνουν τα Αρχαία Ελληνικά ως ξένη γλώσσα. Για εμάς η γλώσσα είναι εντελώς νεκρή. Θα σας πω το εξής εάν θέλει κάποιος να γράψουμε ένα ψήφισμα στα αρχαία δύο άνθρωποι ή τρεις σε όλη την Ελλάδα μπορούν να το κάνουν.

Εμείς δεν τα μάθαμε επειδή δεν τα εκτιμάμε. Έβαλα ένα θέμα πριν από πέντε χρόνια στους φοιτητές μου, και τους είπα θα σας ζητήσω τους 3 πρώτους στίχους από την Ιλιάδα ή από την Οδύσσεια ή από την Λυσιστράτη ή από την Μήδεια του Ευριπίδη. Καθηγητές φιλολογίας 80% αποτυχία. Δεν μπορούσαν να μάθουν τους τρεις πρώτους στίχους. Ποιοι είναι φιλόλογοι που θα διδάξουν αρχαία; Δεν υπάρχουν φιλόλογοι να διδάξουν αρχαία».

Ο κ. Χαραλαμπάκης, μας είπε, ότι «χύνουμε κροκοδείλια δάκρυα, όλοι ξέρουμε ότι είναι χαμένη υπόθεση η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο». Τουλάχιστον, μας τόνισε, «ας μπορέσουμε να γράψουμε μία σωστή ιστορία της γλώσσας να βλέπουν την ομορφιά και το μεγαλείο των αρχαίων Ελλήνων μέσα από επιλεγμένα κείμενα αλλά να αφήσουμε πια την σχολαστική διδασκαλία που οδηγεί στην παπαγαλία».

shutterstock_346853228

«Εγώ, και δεν ντρέπομαι να το πω, τελείωσα το ‘71 το πανεπιστήμιο Αθηνών, τη Φιλοσοφική Σχολή και υποτίθεται ήμουν και αριστούχος και πήγα στη Γερμανία να μάθω αρχαία ελληνικά. Οι Άγγλοι, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί, οι Αμερικανοί προωθούν τις κλασικές σπουδές διότι έχουν παράδοση μεγάλη, διαθέτουν και χρήματα  και εμείς ερχόμαστε τρίτοι και καταϊδρωμένοι. Δεν είμαι κατά των αρχαίων ελληνικών, απλά δεν μας έμαθαν αυτά που έπρεπε να μας μάθουν».

«Ξεφυλλίζω συνεχώς το σύγχρονο λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας του Franco Montanari. Προσέξτε, το έγραψε Ιταλός και όχι Έλληνας» συνεχίζει.

«Ξεφυλλίζοντας το κατά διαστήματα συνειδητοποίησα ότι κανείς δεν έμαθε την απλή καθημερινή ζωή των Αρχαίων Ελλήνων γιατί ήταν πολύ κοντά και σε εμάς. Οι Αρχαίοι Έλληνες έλεγαν και χυδαιότητες, αυτό το κρατάμε μυστικό. Δεν λέω να τις μάθουμε αλλά να ξέρουμε ότι υπήρξαν. Δεν είναι μόνο η Ακρόπολη, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης.

Θα σας πω δυο τρία παραδείγματα. Οι Αρχαίοι περιγράφουν γυναίκες τοκογλύφους έχουμε την λέξη τοκίστρια που σημαίνει γυναίκα τοκογλύφος. Οι απλοί άνθρωποι είχαν τεράστια οικονομικά προβλήματα γιατί πλήρωναν πολλούς φόρους. Ξέρετε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν απορρυπαντικά; Εάν πάτε στο λεξικό του Montanari θα δείτε ότι είχαν λεκάνες που έπλεναν τα ποτήρια όταν έπιναν και λεγόταν ποτηροπλύτης, χρησιμοποιούσαν επιδέσμους, όπως εμείς, και τα έλεγαν σπληνία. Είχαν αντιπυρετικά και τα έλεγαν ληξιφάρμακα, έκαναν αποτρίχωση οι γυναίκες και το φάρμακο το αποτριχωτικό το έλεγαν ψίλοθρον και ψίλωθρον. Είχαν καλλυντικά, είχαν διχτάκι για τα μαλλιά, είχαν και σερβιέτες. Την σερβιέτα την έλεγαν χοιροτροφείον, που σημαίνει επίδεσμος του γυναικείου αιδοίου. Ήταν απλοί καθημερινοί άνθρωποι, πολύ κοντά σε εμάς».

Ο καθηγητής Γλωσσολογίας Χριστόφορος Χαραλαμπάκης μιλάει στο newsbeast.gr
01/07/2018 Γράφει η Μαργαρίτα Τζαγκαράκη
Ανιχνεύσεις 

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2020

Σύνθετες λέξεις με πρώτο συνθετικό προθέσεις

«Δεν υπάρχει ιδανικός ομιλητής της γλώσσας.» 
Γ. Μπαμπινιώτης

Είναι τέτοιος ο όγκος των γνώσεων που πρέπει να διαθέτει κανείς και τέτοια η πολυπλοκότητα του ίδιου του μηχανισμού της γλώσσας που το καθιστά πρακτικά αδύνατο. 
................
Γιατί να μιλήσει κανείς για το «κατέβασμα» της σημαίας και όχι για την «υποστολή» της; 
Γιατί να πει κανείς «βγάλσιμο» δοντιού και όχι «εξαγωγή»; 
Υπάρχει διαφορά μεταξύ των ρημάτων «διαλέγω» και «επιλέγω»; 
Μεταξύ των «συντηρώ» και «διατηρώ»; 
Ποια είναι η διαφορά μεταξύ των ουσιαστικών «αναστολή» και «καταστολή»;
................

Από το ρήμα «στέλλω»:
  • συστολή = 1. (φυσ.) η μείωση των διαστάσεων και του όγκου ενός σώματος, που οφείλεται στην ελάττωση της θερμοκρασίας, στη συμπίεση ή στη συμπύκνωση της ύλης του. 2. ντροπή, σεμνότητα.
  • διαστολή = 1. χωρισμός κάποιου πράγματος από άλλο, διάκριση, π.χ.: διαστολή εννοιών. 2. αύξηση διαστάσεων μεγεθών, π.χ. διαστολή της καρδιάς. 3. αύξηση του όγκου των σωμάτων από τη θέρμανση.
  • περιστολή = περιορισμός, ελάττωση, π.χ.: περιστολή των εξόδων.
  • υποστολή = κατέβασμα (για σημαία).
  • καταστολή = 1. η ανακοπή της εξέλιξης, της ανάπτυξης σε κάτι, περιορισμός, αναχαίτιση, π.χ.: καταστολή του μίσους. 2. κατάπαυση, κατάπνιξη, π.χ.: καταστολή της εξέγερσης.
  • αναστολή = 1. η προσωρινή διακοπή. 2. (συνήθ. πληθ.) για δισταγμό με κίνητρο ηθικού περιεχομένου, π.χ.: άνθρωπος χωρίς αναστολές.
  • επιστολή = γραπτός λόγος που στέλνεται σε πρόσωπο μακριά.
  • αποστολή = 1. όταν στέλνεται κάτι κάπου. 2. ομάδα προσώπων που στέλνεται κάπου αντιπροσωπευτικά για έναν συγκεκριμένο σκοπό. 3. το έργο που αναλαμβάνει κανείς να εκτελέσει, π.χ. δύσκολη αποστολή. 4. καθήκον, σκοπός, προορισμός, π.χ. η αποστολή των γονέων είναι να...
Από το ρήμα «στρέφω»
  • καταστροφή = 1. πρόκληση ζημιάς ή βλάβης σε μεγάλο βαθμό. 2. οποιαδήποτε δυστυχία ή συμφορά.
  • επιστροφή = 1. το να δίνει ή να στέλνει κανείς πίσω αυτό που πήρε. 2. η επάνοδος, η επανάκαμψη σε έναν τόπο ή σε κάτι. 3. το επιστρεφόμενο.
  • μεταστροφή = 1. αλλαγή κατεύθυνσης, πορείας, π.χ.: μεταστροφή της τύχης. 2. αλλαγή γνώμης, αντίληψης, στάσης κτλ., ιδίως ενός ανθρώπινου συνόλου, προς άλλη κατεύθυνση, π.χ.: μεταστροφή της κοινής γνώμης.
  • αναστροφή = μετακίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση, φορά, π.χ.: αναστροφή πορείας.
  • συναναστροφή = κοινωνικές ή φιλικές σχέσεις με κάποιον.
  • αντιστροφή = 1. στροφή στην αντίθετη διεύθυνση. 2. μετατροπή σε αντίθετη μορφή ή κατάσταση.
  • αποστροφή = το αίσθημα ή το συναίσθημα αηδίας ή απέχθειας που μας προκαλεί κάτι.
  • διαστροφή = 1. αλλοίωση μιας βιολογικής, ψυχικής ή νοητικής λειτουργίας, έτσι ώστε να γίνει μη φυσιολογική. 2. (ψυχιατρ.) διαστροφή του γενετήσιου ενστίκτου ή σεξουαλική διαστροφή, απόκλιση από ό,τι θεωρείται σεξουαλικά ομαλό.
  • περιστροφή = 1. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του περιστρέφω, π.χ.: περιστροφή της Γης. 2. (μτφ., συνήθ. πληθ.) έμμεσες, πλάγιες αναφορές, π.χ.: Μου αρέσουν οι άνθρωποι που μιλούν χωρίς περιστροφές…
  • συστροφή = η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του συστρέφω, π.χ.: συστροφή καλωδίων, στρίψιμο.
Από το ρήμα «βαίνω»
  • διαβαίνω = 1. (τοπ.) διασχίζω έναν τόπο, περνώ από ένα μέρος σε ένα άλλο, π.χ.: διάβηκαν τη γέφυρα. 2. (χρον.) α. περνώ, κυλώ, π.χ.: τα χρόνια διαβαίνουν γρήγορα. β. έχω κάποιο τέλος, παρέρχομαι, παύω να υπάρχω, π.χ.: οι καημοί διαβαίνουν.
  • επιβαίνω = (λόγ.) βρίσκομαι σε κάποιο μεταφορικό μέσο, ταξιδεύω με αυτό.
  • αντιβαίνω = έρχομαι, βρίσκομαι σε αντίθεση με κάτι.· αντίκειμαι, π.χ.: νόμοι που αντιβαίνουν στο σύνταγμα χαρακτηρίζονται ως αντισυνταγματικοί.
  • παραβαίνω = αθετώ κάτι συμφωνημένο, παραβιάζω κάτι θεσμοθετημένο.
  • αποβαίνω = (λόγ.) φτάνω σε ένα σημείο, καταλήγω, π.χ.: όλα απέβησαν μάταια.
  • μεταβαίνω = (λόγ.) πηγαίνω κάπου, π.χ.: ο πρωθυπουργός μετέβη στη Θεσσαλονίκη για να εγκαινιάσει τη διεθνή έκθεση.
  • υπερβαίνω = (λόγ.) ξεπερνώ.
  • προβαίνω = (λόγ. με την πρόθ. σε) αρχίζω, προχωρώ στην εκτέλεση κάποιων ενεργειών, π.χ.: η κυβέρνηση προέβη σε διάβημα διαμαρτυρίας.
  • συμβαίνω = εύχρηστο στο γ’ πρόσωπο.
  • ανεβαίνω
  • κατεβαίνω
Από το ρήμα «τρέπω»
  • εκτροπή = απομάκρυνση από την κανονική, τη φυσική ή την αρχική πορεία.
  • επιτροπή = ομάδα προσώπων, η οποία συγκροτείται είτε από δημόσια εξουσία είτε από μεγαλύτερο σύνολο προσώπων με σκοπό τη διεκπεραίωση ορισμένων υποθέσεων διοικητικής, διαχειριστικής κτλ. φύσεως.
  • μετατροπή = η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του μετατρέπω.
  • ανατροπή = 1. αναποδογύρισμα, π.χ.: ανατροπή της βάρκας / του τραπεζιού. 2. (μτφ.) κατάργηση, εξαφάνιση, συνήθ. βίαιη, π.χ.: ανατροπή του καθεστώτος.
  • προτροπή = 1. παρακίνηση. 2. (συνήθ. πληθ.) λόγια, συμβουλές με τις οποίες προτρέπουμε κάποιον, π.χ.: οι προτροπές των γονιών του δεν είχαν αποτέλεσμα.
  • περιτροπή = μόνο στη φράση εκ περιτροπής, κατά διαδοχή, ο ένας μετά τον άλλον, εναλλάξ.
  • υποτροπή = 1. η επανεμφάνιση των συμπτωμάτων μιας αρρώστιας. 2. (νομ.) η επανάληψη μιας αξιόποινης πράξης από τον ένοχο ενός αδικήματος, για το οποίο του έχει επιβληθεί ποινή.
  • αποτροπή = 1. μετάπειση, συγκράτηση κάποιου από το να κάνει κάτι. 2. απομάκρυνση, αποσόβηση, παρεμπόδιση, π.χ.: αποτροπή της καταστροφής.
Από το ρήμα «άγω»
  • προσαγωγή = (λόγ.) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προσάγω, π.χ.: προσαγωγή μαρτύρων.
  • παραγωγή = 1. (οικον.) η δημιουργία αντικειμένων, οικονομικών αγαθών και υπηρεσιών με την ανθρώπινη εργασία και με τα διαθέσιμα φυσικά ή τεχνικά μέσα. 2. το σύνολο των αντικειμένων, αγαθών κτλ. που δημιουργούνται, κατασκευάζονται, παράγονται σε ορισμένο χρόνο. 3. τομέας μιας επιχείρησης, ενός εργοστασίου, που ασχολείται με την κατασκευή προϊόντων, αγαθών. 4. πνευματική, καλλιτεχνική δημιουργία ως διαδικασία και ως αποτέλεσμα. 5. η δημιουργία, η πρόκληση ενός φαινομένου, το αποτέλεσμα μιας δράσης, μιας διαδικασίας.
  • εξαγωγή = 1. (για εμπόρευμα) διάθεση, πώληση στην αγορά του εξωτερικού. 2. (λόγ.) α. βγάλσιμο, αφαίρεση, π.χ.: εξαγωγή του δοντιού. β. δημιουργία, διατύπωση ύστερα από λογική διαδικασία, π.χ.: εξαγωγή συμπερασμάτων.
  • εισαγωγή = 1. για οικονομικά αγαθά, εμπορεύματα, προϊόντα. 2. το να γίνεται κανείς δεκτός σε νοσοκομείο, εκπαιδευτήριο ή άλλο ίδρυμα, π.χ.: εισαγωγή ασθενούς σε νοσοκομείο. 3α. το σύνολο των πρώτων και βασικών γνώσεων που είναι απαραίτητες για τη σπουδή μιας επιστήμης, τέχνης, κτλ., π.χ.: εισαγωγή στη φιλοσοφία. β. ενότητα προφορικού ή γραπτού λόγου στην αρχή ομιλίας, βιβλίου, πραγματείας κτλ., με την οποία ο αναγνώστης εισάγεται, κατατοπίζεται γενικώς για το κύριο θέμα· (πρβ. πρόλογος) 4. (μουσ.) το αρχικό κομμάτι μουσικής σύνθεσης στο οποίο περιέχονται τα κυριότερα μέλη (μοτίβα) της· πρελούδιο. 5. το να γίνεται γνωστός και να καθιερώνεται ένας τρόπος συμπεριφοράς, δραστηριότητας κτλ. που ως τώρα ήταν άγνωστος ή που προέρχεται από άλλο περιβάλλον, π.χ.: η εισαγωγή σύγχρονων καλλιεργητικών τεχνικών. 6. (λόγ.) α. είσοδος μέσα σε κάτι, π.χ.: η εισαγωγή του φαρμάκου στον οργανισμό. β. προσθήκη, π.χ.: εισαγωγή μιας παραγράφου σε ένα κείμενο.
  • διαγωγή = ο τρόπος που ενεργεί, που συμπεριφέρεται κάποιος στο πλαίσιο των κανόνων της κοινωνίας και της ηθικής.
  • συναγωγή = 1. (λόγ.) συγκέντρωση, σύναξη. 2. συναγωγή συμπεράσματος, κατάληξη σε ένα συμπέρασμα.
  • μεταγωγή = μεταφορά ενός προσώπου από έναν τόπο σε άλλο με αστυνομική συνοδεία.
  • καταγωγή = 1. οι άμεσοι ή οι απώτεροι πρόγονοι ενός ατόμου ή ο τόπος όπου έζησαν. 2. ο αρχικός πυρήνας, η αρχική μορφή από την οποία προέρχεται κάτι, π.χ.: η καταγωγή ενός εθίμου.
  • επαγωγή = 1. (λογ.) νοητική λειτουργία, η οποία ξεκινά από το μερικό ή το ειδικό και καταλήγει στο γενικό. ANT παραγωγή.
  • υπαγωγή = 1. ένταξη σε μια ιεραρχημένη σειρά. 2. κατάταξη σε ένα ευρύτερο σύνολο.
Από το ρήμα «μορφώνω» < μορφόω
  • διαμόρφωση = 1. το να δίνει κάποιος σε κάτι μορφή, σχήμα. 2α. ηθική, πνευματική διάπλαση. β. το να προκύπτει κάτι ως αποτέλεσμα ενεργειών, δραστηριοτήτων, διαδικασιών ή άλλων γεγονότων που προηγήθηκαν, π.χ.: διαμόρφωση γνώμης, τιμών, κ.α…
  • συμμόρφωση = 1. βελτίωση της συμπεριφοράς ή της εμφάνισης. 2. προσαρμογή σε κάποιον κανονισμό ή σε κάποιο υπόδειγμα.
  • επιμόρφωση = επιπλέον μόρφωση και ιδίως εκπαίδευση που παρέχεται σε κάποιον, ιδίως εργαζόμενο, με στόχο τη βελτίωση της επαγγελματικής του ικανότητας·
  • παραμόρφωση = 1. η αλλαγή, η μεταβολή προς το χειρότερο της μορφής, της όψης, του σχήματος κάποιου. 2. (μτφ.) διαστρέβλωση, παραποίηση, π.χ.: παραμόρφωση της αλήθειας.
  • μεταμόρφωση = 1. αλλαγή της εξωτερικής εμφάνισης κάποιου. 2. βαθιά, ουσιαστική αλλαγή σε κάτι.
  • αναμόρφωση = 1α. ριζική αλλαγή και βελτίωση ενός θεσμού ή συστήματος. β. βελτίωση της αγωγής ενός νέου συνήθ. ατόμου που έχει παραστρατήσει.
Από το ρήμα «γιγνώσκω»
  • διάγνωση = 1. (ιατρ.) ο προσδιορισμός, ο εντοπισμός μιας ασθένειας με βάση ορισμένες ενδείξεις ή συμπτώματα που εξετάζονται ιατρικά. 2. (γενικότ.) συναγωγή συμπεράσματος που στηρίζεται σε ορισμένες ενδείξεις, π.χ.: διάγνωση προθέσεων.
  • επίγνωση = πλήρης, σαφής και ακριβής γνώση σχετικά με κάτι.
  • πρόγνωση = ο εκ των προτέρων υπολογισμός, η πρόβλεψη γεγονότων ή φαινομένων (και των επακόλουθων συνεπειών τους) που πρόκειται ή που είναι ενδεχόμενο να συμβούν και που γίνεται κυρίως με βάση κάποια στοιχεία ή με συνδυασμούς στοιχείων.
  • απόγνωση = πολύ μεγάλη απελπισία.
  • ανάγνωση
Από το ρήμα «λέγω»
  • διαλέγω = 1. από ένα σύνολο ανθρώπων ή πραγμάτων αναζητώ και βρίσκω αυτό(ν) που θεωρώ καλύτερο ή προτιμότερο. 2. αποφασίζω ανάμεσα σε δύο ή σε περισσότερες λύσεις.
  • εκλέγω = (συνήθ. για σύνολο προσώπων) με ψηφοφορία δηλώνω την προτίμησή μου για το πρόσωπο το οποίο θεωρώ μεταξύ άλλων ως το πιο κατάλληλο για να αναλάβει ένα αξίωμα·
  • επιλέγω = διαλέγω αλλά περισσότερο επίσημο.
  • συλλέγω = 1. (λόγ.) α. κόβω ή αποσπώ με κάποιον άλλο τρόπο τους καρπούς από ένα δέντρο ή από ένα φυτό και τους συγκεντρώνω. β. αφήνω κάτι να συγκεντρωθεί σε έναν ορισμένο χώρο, με σκοπό να το χρησιμοποιήσω όταν το χρειαστώ. 2. συγκεντρώνω στοιχεία από διάφορες πηγές. 3. κάνω συλλογή ομοειδών αντικειμένων που παρουσιάζουν κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, π.χ.: συλλογή γραμματοσήμων.
  • αντιλέγω = εκφράζω διαφωνία ή αντίρρηση.
  • προλέγω = 1. μιλώ για κάτι εκ των προτέρων, πριν αυτό να συμβεί, προμαντεύω. 2. λέω κάτι προηγουμένως, προαναφέρω. 3. λέω, συμφωνώ κάτι εκ των προτέρων, π.χ.: όλα θα γίνουν, όπως έχουν προειπωθεί.
Από το ρήμα «τίθημι»
  • πρόσθεση = η προσθήκη.
  • πρόθεση = η διάθεση, η θέληση, η επιθυμία κάποιου να κάνει.
  • παράθεση = 1. η διαδοχική παρουσίαση, αναφορά, έκθεση μιας σειράς γεγονότων, σκέψεων, στοιχείων κτλ. 2. σύγκριση, παραβολή. 3. (επίσ.) προσφορά (ιδ. φαγητού). 4. στο γραπτό λόγο, η ακριβής αναφορά, η επανάληψη αποσπασμάτων ή του συνόλου του κειμένου ενός συγγραφέα μέσα σε κείμενο άλλου συγγραφέα, π.χ.: παράθεση χωρίου.
  • επίθεση = 1. εχθρική κίνηση εναντίον κάποιου. 2. (μτφ.) α. άσκηση αυστηρής κριτικής ή διατύπωση κατηγοριών εναντίον κάποιου. 3. (λόγ.) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του επιθέτω.
  • κατάθεση = 1α. παράδοση εγγράφου σε δημόσια αρχή, σε αρμόδια υπηρεσία. β. η εκ μέρους φυσικού ή νομικού προσώπου παράδοση χρημάτων σε πιστωτικό ίδρυμα για φύλαξη, τοκισμό και μελλοντική επιστροφή τους. 2. παροχή πληροφοριών, κυρίως ένορκων, σε δημόσια αρχή.
  • υπόθεση = 1. η πρόταση την οποία αποδεχόμαστε ως αρχή για να μπορέσουμε να παραγάγουμε ένα δεδομένο σύνολο προτάσεων, ανεξάρτητα από το αν είναι αληθινή ή εσφαλμένη.
  • αντίθεση = 1. η ύπαρξη μεγάλης ή της μεγαλύτερης δυνατής διαφοράς μεταξύ στοιχείων, χαρακτηριστικών. 2. διαφωνία.
  • αντιπαράθεση = 1. συγκριτική εξέταση. 2. διαφωνία
  • μετάθεση = 1. μετακίνηση από μια θέση σε άλλη, κυρίως μτφ, π.χ.: μετάθεση του προβλήματος, από χρονική ή άλλη άποψη. 2. μετακίνηση υπαλλήλου από μια οργανική θέση της υπηρεσίας του σε άλλη.
  • σύνθεση = η συνένωση πολλών μερικών στοιχείων σε ένα ενιαίο λειτουργικό ή αρμονικό σύνολο.
  • ανάθεση = εντολή που δίνεται ή συμφωνία που γίνεται, για να αναλάβει κάποιος την εκτέλεση ενός έργου.
  • διάθεση = 1. συναισθηματική ή γενικά ψυχική κατάσταση συνήθ. προσωρινού χαρακτήρα. 2. τάση, επιθυμία για κάτι. 3. (πληθ.) για αισθήματα, σκοπούς, προθέσεις, π.χ.: ήρθε με άγριες διαθέσεις. 4. χρήση, χρησιμοποίηση, π.χ.: η διάθεση του ελεύθερου χρόνου. 5. παραχώρηση σε κάποιον άλλο, χορήγηση.
  • έκθεση = 1. τοποθέτηση πράγματος σε ορισμένο μέρος, για να είναι ορατό από πολλούς άλλους. 2. ο τόπος (αίθουσα, κτίριο κτλ.) όπου γίνεται έκθεση. 3. υποβολή πράγματος στην επίδραση εξωτερικών φυσικών ή χημικών παραγόντων, π.χ.: έκθεση στο φως. 4. λεπτομερής αφήγηση ή περιγραφή γεγονότος ή πράγματος.
  • απόθεση = η τοποθέτηση φορτίου ή αντικειμένου στο έδαφος.
  • αποσύνθεση = 1. αλλοίωση οργανικής ουσίας, το αρχικό στάδιο της σήψης. 2. (μτφ.) διάλυση της συνοχής και της ενότητας ενός συνόλου, π.χ.: αποσύνθεση του θεσμού της οικογένειας.
Από το ρήμα «τηρώ»
  • παρατήρηση = 1. το προσεκτικό, το εξακολουθητικό κοίταγμα, η εξέταση, η παρακολούθηση. 2α. επισήμανση, διαπίστωση, κρίση ή σχόλιο για κάποιο θέμα. β. κρίση, σχόλιο που εκφράζει μια διαφορετική, αντίθετη γνώμη, μιαν αντίρρηση. 3. επίπληξη.
  • επιτήρηση = η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του επιτηρώ.
  • διατήρηση = διάσωση από φθορά.συντήρηση = 1. προφύλαξη ενός πράγματος σε καλή κατάσταση με συνεχή έλεγχο, με εφαρμογή προστατευτικών μεθόδων και με επισκευή, όταν και όπου είναι αναγκαία. 2. η διατήρηση στη ζωή.
philologiki theorisi

Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

Ἡ ἑλληνική γλῶσσα εἶναι ἰσοδομική

 – Χθὲς μιλήσανε στὸν «Παρνασσό». Καὶ τί ὡραῖα πράγματα εἶπαν! Τὰ εἶχε πάρει τὸ ραδιόφωνο. Προσπαθοῦν τώρα νὰ ἐπαναφέρουν τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ἐγὼ λέω, δὲν μπορεῖ, θὰ τὴ φέρουνε τὴ γλῶσσα πάλι. Ἔτσι ποὺ πᾶμε, τὰ παιδιὰ στὴν ἐκκλησία ἀρχίζουν νὰ μὴν καταλαβαίνουν τὸ Εὐαγγέλιο. Πολὺ ἄσχημο πράγμα.
Ἔμενα κλωτσάει ἡ καρδιά μου. Πρέπει νὰ φωνάξομε τώρα καὶ νὰ τονίσομε ὅτι δὲν πρέπει νὰ ξεχάσομε τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Νὰ βλέπατε τί ἔγινε χθὲς τὸ ἀπόγευμα στὸν «Παρνασσό»! Τί ὡραῖα πράγματα! Πολὺ ὡραῖα πράγματα! Πολὺ ἐξαρτᾶται τὸ τί θὰ γίνει ἀπὸ τοὺς καθηγητές. Χωρὶς νὰ δημιουργεῖτε πεῖσμα στοὺς ὑπεναντίους, ἀλλὰ μὲ ἀγάπη Χριστοῦ θὰ λέτε στοὺς μαθητές σας γιὰ τὰ ἑλληνικά. Δὲν πρέπει τὰ παιδιὰ νὰ τὰ γνωρίζουν; Θὰ σοῦ ποῦν οἱ συνάδελφοι: «Δὲν τὰ γράφει τὸ βιβλίο». «Ἔ, δὲν τὰ γράφει τὸ βιβλίο, ἀλλὰ παρεμπιπτόντως μὲ ρώτησαν τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς μίλησα». Καταλάβατε; Ἢ δὲν εἶναι ἔτσι;

Νὰ πᾶτε σήμερα ν’ ἀγοράσετε ἕνα βιβλίο ποὺ ἔγραψε ἕνας καθηγητής. Εἶναι σχολικὸ μὲ ἀρχαῖα ἑλληνικά. Νὰ μοῦ διαβάζετε κι ἐμένα. Μεγάλα συγχαρητήρια ἀνήκουν στὸν καθηγητὴ γιὰ τὴν προσπάθεια ποὺ ἔκανε νὰ διατηρήσει τὴ γλῶσσα τῶν Εὐαγγελίων καὶ τῶν Πατέρων, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ σοφία ποὺ μεταχειρίστηκε. Δηλαδὴ δὲν ἔκανε κανένα συλλαλητήριο, γιὰ νὰ διεγείρει τοὺς ὁμοϊδεάτες του ποὺ ἀγαποῦν τὴ γλῶσσα. 
Δὲν τοὺς παρακίνησε νὰ βγοῦν στὸ πεζοδρόμιο καὶ νὰ φωνάζουν: «Θέλομε τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα!». Δὲν ἔκανε τέτοια πράγματα. Ἀλλὰ ἀναίμακτα, ἁπλά, ἁπαλά, σιωπηλὰ ἀγωνίζεται νὰ κάνει τὰ ἑλληνόπουλα νὰ ἀγαπήσουν τὴ γλῶσσα τῶν προγόνων τους.
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι μουσική. Καὶ αὐτοὶ ποὺ παλαιὰ ξέρανε καλὰ τὴ γλῶσσα, ὅπως τὰ ἔψαλλαν, ὅπως τὰ ὁμιλοῦσαν, ὅλα τὰ νοήματά τους τῆς ψυχῆς, ὅπως τὰ αἰσθανόντουσαν, τὰ μετέδιδαν ἀκριβῶς μὲ τοὺς τόνους, τὴ βαρεία, τὴν ὀξεία, τὴν περισπωμένη, τὴ δασεία καὶ ξέρω κι ἐγὼ πῶς τὰ λένε… 
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἔχει πολύτιμους θησαυρούς, εἶναι ἡ γλῶσσα ποὺ τὴν πλούτισαν οἱ Ἕλληνες Πατέρες τόσο ὡραία καὶ τὴν τόρνευσαν ἔκαναν τὸ κτίσιμό της τόσο τέλεια, σὰν νὰ εἶναι —μία λέξη νὰ πῶ— «ἰσοδομική».
Τί θὰ πεῖ «ἰσοδομική»; Νὰ σᾶς πῶ ἐγώ. Δὲν τὸ ἔχω διαβάσει σὲ λεξικό, ἀλλὰ μόνος μου νὰ σᾶς πῶ πῶς τὸ καταλαβαίνω. Ξέρετε, ἔχομε στὸ μοναστήρι κάτι τσιμεντόλιθους, οἱ ὁποῖοι ὅλοι ἔχουνε βγεῖ ἀπὸ ἕνα καλούπι. Αὐτοὶ οἱ τσιμεντόλιθοι εἶναι ὅλοι ἰσοδομικοί, ταιριάζουνε ὅπου νὰ τοὺς βάλεις. Λοιπόν, παλαιὰ δὲν εἴχανε τσιμέντο νὰ κάνουνε καλούπια, ἀλλὰ παίρνανε τὰ μάρμαρα καὶ τὰ μετρούσανε τὰ ἴδια καὶ τὶς γωνίες τους, τὸ ὕψος, τὸ βάθος, μὲ τὸ χιλιοστό. Τὴν Ἀκρόπολη καὶ πολλὰ μνημεῖα ποὺ εἴχανε κτίσει, ἔτσι τὰ εἴχανε μετρήσει. Δηλαδὴ ταιριάζανε. Ἔτσι, λοιπόν, καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀρχαῖοι συγγραφεῖς, οἱ Πατέρες τοῦ Ἔθνους — μποροῦμε κι ἐκείνους νὰ τοὺς ποῦμε Πατέρες— ξέρανε τόσο καλὰ τὴ γλῶσσα, ὥστε, ὅταν μιλοῦσαν, δὲν μποροῦσαν νὰ ποῦνε μία λέξη ποὺ δὲν ταιρίαζε μὲ τὸ θέμα ποὺ λέγανε. Ἡ λέξη «ἰσοδομικὴ» εἶναι δική μου λέξη, δὲν ξέρω ἂν ὑπάρχει. Κοιτάξτε τώρα στὸ λεξικό. Μὲ συγχωρεῖτε, ἐγὼ αὐτὰ τὰ λέγω ἀπὸ μόνος μου, δὲν τὰ ξέρω, δὲν τὰ ’χω διαβάσει. Ρωτάω ἐσᾶς ποὺ ξέρετε γράμματα.

— «Ἰσόδομος»: ὁ ἐκτισμένος κατὰ σειρὰς ἰσομεγεθῶν λίθων ἢ τεχνοτροπία τοῦ κατ` ἴσους δόμους κτισίματος.

— Ἐγὼ αὐτὸ δὲν τὸ ξέρω, ἀλλὰ φαίνεται φώτισις Θεοῦ. Εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπ’ εὐθείας! Στὸ λόγο, ὅμως, καταλαβαίνεις ὅτι ὁ λόγιος ἔχει ταιριαστὲς λέξεις ποὺ λέγει σὲ κάθε ὑπόθεση. Ὅταν δὲν εἶναι ταιριαστὲς οἱ λέξεις, τὶς λέμε «σόλοικες». Τὸ γράψιμό σου, λέμε, εἶναι σόλοικο.
Ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα εἶναι ἰσοδομική. Τὸ ἰσοδομικόν, ὅπως ἐγὼ τὸ καταλαβαίνω, ἔχει σειρά, ὁμαλότητα, γραμμή. Ὅλοι οἱ λίθοι εἶναι βαλμένοι, ὅπως πρέπει. Κανεὶς δὲν ἐξέχει πιὸ ἔξω ἢ πιὸ μέσα ἢ ἔχει κενό. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἰσοδομικὴ γλῶσσα. Πῶ, πῶ, τί ὡραῖα πράγματα!
Θυμάστε τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, στὴν ἀρχαία γλῶσσα; Μοιάζουνε μὲ τοῦ Δημοσθένη καὶ μὲ ὅλων τῶν ρητόρων. Αὐτοὺς τοὺς εἴχανε μελετήσει, τοὺς εἴχανε φάει, τρόπον τινα, οἱ Πατέρες. Ναί, ἀλλὰ ζοῦσαν μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἔτσι στὰ ἔργα τους εἶχαν τέλειο περιεχόμενο καὶ τὸ ἐξέφραζαν μὲ τὴν τέλεια γλῶσσα τους. Τοὺς ἀρχαίους τοὺς εἶχαν ξεπεράσει στὴ δομή.

Ἀκοῦστε νὰ δεῖτε, ἐγὼ δὲν ξέρω ὀρθογραφία, δυστυχῶς. Δὲν ἔχω διδαχθεῖ οὔτε γραμματική, οὔτε συντακτικό.
Ὅμως στὴν πρώτη Δημοτικοῦ ποὺ πήγαινα εἶχα μάθει τὰ φωνήεντα, τὰ σύμφωνα καὶ τὴ δευτέρα κλίση. Αὐτὰ τὰ ξέρω. Μετὰ ἐπῆρα καὶ μελέτησα μεγάλος, μόνος μου. Τὰ μελέτησα ὄχι μὲ ἐπίγνωση, νὰ καθίσω νὰ τὰ μάθω. Τὰ μελέτησα ἔτσι, μὲ περιέργεια καὶ μὲ ἔφεση, γιὰ νὰ καταλάβω τί ἔχουνε μάθει στὸ Δημοτικό, ποὺ ἐγὼ δὲν πῆγα, ἢ στὸ Γυμνάσιο, ποὺ ἐγὼ δὲν προχώρησα. Καταλάβατε; Διάβασα ἔτσι, ὄχι γιὰ νὰ τὰ μάθω, ἀλλὰ γιὰ νὰ ξέρω τί διδάχθηκαν οἱ ἄλλοι. Διάβασα βιβλία θεολογικά, γιὰ νὰ μάθω τί διδάχθηκαν οἱ θεολόγοι. Δὲν προσπάθησα νὰ τὰ μάθω. Ὄχι. Μάλιστα, γιὰ νὰ μὴν κουράζομαι, διάβασα πίνακα περιεχομένων καὶ στὴ Δογματικὴ καὶ στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία καὶ στὴν Ἠθικὴ καὶ στὴ Συμβολικὴ καὶ στὴν Εἰσαγωγὴ τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ στὴν Εἰσαγωγὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἴδατε ποὺ τὰ θυμᾶμαι; Δὲν τὰ ἔχω διδαχθεῖ, ἀλλὰ τὰ ἔχω δεῖ ὅλα τὰ βιβλία καὶ ἔχω διαβάσει πίνακα περιεχομένων.

Ἅγιος Πορφύριος (Μπαϊρακτάρης)


Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020

Λέξεις από τα αρχαία ελληνικά που χρησιμοποιούμε σήμερα

Η απίστευτη γοητεία της Ελληνικής γλώσσας. 
Τα αρχαία Ελληνικά δεν πέθαναν ποτέ. Παρακάτω θα δούμε ότι τα αρχαία ελληνικά όχι μόνο δεν είναι νεκρή γλώσσα, αλλά ότι οι Έλληνες σήμερα ασχέτως μορφώσεως μιλάμε ομηρικά, αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
  • Άγχω, σημαίνει σφίγγω το λαιμό, σήμερα λέμε αγχόνη. Επίσης άγχος είναι η αγωνία από κάποιο σφίξιμο, ή από πίεση.
  • Άγω σημαίνει οδηγώ, φέρνω, μεταφέρω. Κάποιες λέξεις που χρησιμοποιούμε σήμερα είναι λοχαγός, χορηγός, ἀπαγωγή, δημαγωγός, εἰσάγω.
  • Αιδώς (ντροπή) προήλθε ο αναιδής.
  • Άκων είναι όποιος κάνει κάτι χωρίς τη θέλησή του, απρόθυμα. Λέμε ακουσία.
  • Αλέξω στην εποχή του Ομήρου σημαίνει εμποδίζω, αποτρέπω. Τώρα χρησιμοποιούμε τις λέξεις αλεξίπτωτο, αλεξίσφαιρο, αλεξικέραυνο, Αλέξανδρος (αυτός που αποκρούει τους άνδρες)
  • Άλγος στον Όμηρο είναι ο σωματικός πόνος, από αυτό προέρχεται το αναλγητικό.
  • Άρουρα ήταν το χωράφι, όλοι ξέρουμε τον αρουραίο.
  • Άρχω σημαίνει είμαι πρώτος, πηγαίνω πρώτος, προηγούμαι. Λέμε αρχηγός, αρχιτέκτων, δήμαρχος, ὑπάρχω.
  • Αυδή είναι η φωνή. Σήμερα χρησιμοποιούμε το επίθετο άναυδος.
  • Άχθος, Το βάρος, σήμερα λέμε αχθοφόρος.
  • Βρύχια στον Όμηρο είναι τα βαθέα ύδατα, εξ ου και το υποβρύχιο.
  • Δέρκομαι σημαίνει βλέπω. Σήμερα υπάρχει η λέξη οξυδερκής και όχι οξυβλέμματος.
  • Δόρπος στα αρχαία είναι το δείπνο. Τη σημερινή εποχή χρησιμοποιούμε τη λέξη επιδόρπιο.
  • Θαμαί είναι ένα αρχαιοελληνικό επίρρημα που σημαίνει πολλές φορές. Γι’ αυτό το λόγο λέμε για κάποιον που συχνάζει σε ένα μέρος ότι είναι θαμώνας.
  • Ιχθύς είναι το ψάρι. Λέμε σήμερα ιχθυοτροφείο, ιχθυοκαλλιέργεια
  • Λάας ή λας έλεγαν την πέτρα. Εμείς λέμε λατομείο (τομή πέτρας), λαξεύω. Κατά τη μυθολογία και μετά τον κατακλυσμό, ο Δευκαλίωνας και η σύζυγός του Πύρρα, άρχισαν να δημιουργούν ανθρώπους περπατώντας και πετώντας πίσω τους πέτρες. Από τις πέτρες που έριχνε ο Δευκαλίων δημιουργήθηκαν άνδρες και από τις πέτρες της Πύρρας, δημιουργήθηκαν γυναίκες. Γι αυτό το λόγο οι άνθρωποι που “γεννήθηκαν” με αυτό το τρόπο ονομάστηκαν Λα-ός.
  • Λώπος είναι στον Όμηρο το ένδυμα. Τώρα λέμε λωποδύτη.
  • Ναυς ειναι το πλοίο. Από τη λέξη ναυς έχουμε: ναυπηγός, ναύαρχος, ναυμαχία, ναυτικός, ναυαγός, ναυτιλία, ναύσταθμος, ναυτοδικείο, ναυαγοσώστης, ναυτία, κ.τ.λ.
  • Νόστος σημαίνει επιστροφή στην πατρίδα. Λέμε νοσταλγία.
  • Πέδη, σημαίνει δέσιμο και τώρα λέμε πέδιλο. Επίσης χρησιμοποιούμε τη λέξη χειροπέδες.
  • Πέλωρ σήμαινε το τέρας, αλλά ακόμη λέμε πελώριος.
  • Ρύπος, δηλαδή η ακαθαρσία, εξακολουθεί και λέγεται έτσι – ρύπανση.
  • Τήλε (επίρρημα) στον Όμηρο εννοούσαν μακριά, εμείς χρησιμοποιούμε τις λέξεις τηλέφωνο, τηλεόραση, τηλεπικοινωνία, τηλεβόλο, τηλεπάθεια.
  • Ύδωρ είναι το νερό. Λέμε όμως ύδρευση, υδραγωγείο, υδραυλικός, υδροφόρος, υδρογόνο, υδροκέφαλος, αφυδάτωση, ενυδρείο, κ.τ.λ.
  • Ύλη ονόμαζαν ένα τόπο με δένδρα, εμείς λέμε υλοτόμος, υλοτομία.
  • Φάος είναι το φως. Σήμερα λέμε είχε μια φαεινή ιδέα.
  • Φρην είναι η λογική, το μυαλό. Από αυτή τη λέξη προέρχονται το φρενοκομείο, ο φρενοβλαβής, ο εξωφρενικός, ο άφρων, ο έχων σώας τας φρένας.
Πηγή:

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

Η σχέση γλώσσας και σκέψης

Σήμερα θα μιλήσουμε για τη σχέση γλώσσας και σκέψης. Το θέμα, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι ενδιαφέρον.

Όχι ότι θα δώσουμε απάντηση σ’ αυτό το μεγάλο πρόβλημα που τόσο έχει συζητηθεί και συζητιέται και θα συζητιέται ίσως «ες αεί». Δεν πρόκειται για την απάντηση. Αυτή έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει, αφού δεν έχει δοθεί από τους ειδικούς. Άλλο θα κάνουμε, που νομίζω ότι είναι κι αυτό αρκετά ενδιαφέρον.
Θα αναφερθούμε σ’ εκείνους που ασχολήθηκαν μ’ αυτό το πρόβλημα και θα παρακολουθήσουμε τις απόψεις τους. Θα πάρουμε, έτσι, μιαν ιδέα αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο είδαν τη σχέση γλώσσας και σκέψης φιλόσοφοι, επιστήμονες (γλωσσολόγοι, νευροεπιστήμονες, παιδαγωγοί, ψυχολόγοι, γιατροί) και άλλοι που έσκυψαν πάνω σ’ αυτό το θέμα το τόσο καίριο, τόσο σημαντικό για τη ζωή μας αλλά και τόσο άγνωστο.

Αρχίζουμε, λοιπόν, από τους αρχαίους Έλληνες, διότι, όσο ξέρω, είναι οι πρώτοι στον κόσμο που αντίκρισαν αυτό το θέμα ερευνητικά. Και μάλιστα αρχίζουμε με τον Πλάτωνα. Στο έργο του που φέρει τον τίτλο Σοφιστής, ο Ξένος και ο σοφιστής Θεαίτητος συζητούν ανάμεσα στα άλλα και τη σχέση γλώσσας και σκέψης. Ύστερα μάλιστα από διεξοδική συζήτηση κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η γλώσσα ταυτίζεται με τη σκέψη. Ακούστε τους:
Ξένος: Ούκοΰν, Θεαίτητε, λέει ο Ξένος, διάνοια και λόγος ταύτόν πλήν ό μέν εντός τής ψυχής πρός αυτήν .διάλογος ανευ φωνής γιγνόμενος τούτ’ αυτό ήμΐν έπωνομάσθη διάνοια;
Θεαίτητος: Πάνυ μέν ούν.
Ξένος: Τό δέ γ’ απ’ εκείνης ρεύμα διά τού στόματος ιόν μετά φθόγγου κέκληται λόγος;
Θεαίτητος: ’Αληθή.
Το μεταφέρω στα Νέα Ελληνικά:
Ξένος: Λοιπόν, Θεαίτητε, από όσα συζητήσαμε έως τώρα, συνάγεται ότι η σκέψη και ο λόγος είναι το ίδιο πράγμα. Με μόνη τη διαφορά ότι ονομάστηκε από μας σκέψη ο διάλογος που κάνει μέσα της η ψυχή με τον εαυτό της χωρίς να μετέχει η φωνή;
Θεαίτητος: Βεβαιότατα.
Ξένος: Και από την άλλη μεριά το ρεύμα που βγαίνει απ’ εκείνην και περνάει από το στόμα ενωμένο με τη φωνή, αυτό δεν έχει ονομαστεί λόγος;
Θεαίτητος: Βεβαιότατα,
Επομένως, για τον Πλάτωνα, η σκέψη είναι εσωτερικευμένη γλώσσα, ενώ η γλώσσα είναι εξωτερικευμένη σκέψη. Άλλωστε οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν την ίδια λέξη «λόγος», για να δηλώσουν τόσο τη γλώσσα όσο και τη λογική. Σήμερα μιλούμε για ενδόμυχο λόγο και για φωνούμενο λόγο. Είναι αξιοσημείωτο ότι και στις δύο περιπτώσεις μιλούμε για λόγο. Δεν είναι φρόνιμο αυτά να θεωρηθούν τυχαία ή συμπτωματικά.
Λανθάνει η αντίληψη που έχει ο Έλληνας ότι υπάρχει στενός δεσμός ανάμεσα στη γλώσσα και στη σκέψη. Λόγος είναι και η γλώσσα, όπως λόγος είναι και η σκέψη. Μήπως και το ρήμα «συλλογίζομαι» (συνλογίζομαι: σκέφτομαι και κατά τη σκέψη μου χρησιμοποιώ τον λόγο, σκέφτομαι με τον λόγο) δεν σημασιοδοτεί ανάλογη αντίληψη; αντίληψη που δένει άρρηκτα τη γλώσσα με τη σκέψη;
Ανάλογη αντίληψη υποκρύπτουν και τα ρήματα φράζω και φράζομαι στον Όμηρο: φράζω σημαίνει λέγω.
Αυτοί δ’ αΰτε παρά ρόον Ώκεανοΐο ποταμοιο ήομεν οφρα ές τόπον άφικόμεθ’ αν φράσε Κίρκη.
Κι εμείς πάλι πλέαμε στα ρεύματα του Ωκεανού ώσπου φτάσαμε στον τόπο για τον οποίο μας είχε μιλήσει η Κίρκη.
Μιλάει ο Οδυσσέας στο παλάτι του Αλκίνοου, όπου διηγείται στον βασιλιά και στους άλλους άρχοντες τις ατελείωτες περιπέτειές του. Είναι φανερό ότι το ρήμα φράζω σημαίνει εδώ λέγω/μιλώ. Θυμηθείτε και τα νεοελληνικά εκφράζω, παραφράζω, συμφράζω (συμφραζόμενα), φράση, έκφραση, εκφραστικός, εκφραστικότητα κλπ.

Στον Όμηρο, πάλι, συναντούμε το βήμα φράζομαι με τη σημασία του σκέπτομαι:
φράζεο, Τυδεΐδη, και χάξεο μηδέ θεοισιν ισα έθελε φρονέειν.
Σκέψου, γιε του Τυδέα, και σχάσου και μη θέλεις να γίνεις ίδιος με τους θεούς.
Είναι φανερό ότι το φράζομαι στο χωρίο αυτό του Ομήρου έχει ανάλογη χρήση με τη χρήση του ρήματος συλλογίζομαι. Μέσα στο φράζομαι άνετα μπορεί κανείς να αναγνώσει τη φράση (φράζω), λέξη ανάλογη στη σημασία με τη λέξη λόγος. Δηλαδή <φράζομαι=σκέπτομαι χρησιμοποιώντας τη φράση (το λόγο).
Στον λόγο, λοιπόν, του ελληνικού λαού από τα χρόνια του Ομήρου (και ποιος μπορεί να ξέρει και πόσους αιώνες πριν) έως σήμερα λανθάνει η αντίληψη ότι η σκέψη γίνεται με τον λόγο. Για την επαλήθευση αυτής της αντίληψης, θα μπορούσε κανείς να επικαλεστεί και άλλα χωρία του Ομήρου καθώς και άλλους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Δεν θα το κάμω, όμως. Αν και θα άξιζε τον κόπο. Έχει γοητεία αυτή η έρευνα. Ο χρόνος δεν μας παίρνει.

Θα αναφερθώ, ωστόσο, στον προσωκρατικό φιλόσοφο Ηράκλειτο (6ος αιώνας π.Χ.), σ’ αυτόν τον μεγάλο και σκοτεινό, όπως τον είπαν, εφέσιο φιλόσοφο, από το έργο του οποίου μόνον αποσπάσματα σώζονται στα Fragmenta philosophorum Graecoruin. Γράφει, λοιπόν, σ’ ένα από αυτά τα αποσπάσματα σχετικά με την ψυχή: Πείρατα ψυχής ούκ άν έξεύροιο πάσαν έπιπορευόμενος οδόν οΰτω βαθύν λόγον έχει· έστι ψυχής λόγος έωυτόν αύξων.
Την άκρη της ψυχής δεν μπορεί κανείς να τη βρει όποιον δρόμο και να πάρει- τόσο βαθύς είναι ο λόγος της· υπάρχει λόγος στην ψυχή που αυξάνει τον εαυτό του.

Δεν θα με απασχολήσει εδώ η σημασία της λέξης λόγος. Πολλά έχουν γραφεί και θα γραφούν ακόμη από τους φιλοσόφους και τους φιλολόγους που ερμηνεύουν τον Ηράκλειτο. Θα πω μόνον ότι ο Ηράκλειτος, για να δηλώσει την απεραντοσύνη της ψυχής επέλεξε τη λέξη λόγος, η οποία, βεβαίως, παραπέμπει στη γλώσσα. Βαθύς ο λόγος της ψυχής. Που θα μπορούσε να σημαίνει ότι η ψυχή είναι τρίσβαθη και απέραντη και ανεξερεύνητη, όπως ο λόγος. Μόνον αυτή η λέξη έχει τη δύναμη να αποδώσει την έκταση και το βάθος της ψυχής, η λέξη λόγος.

Βλέπω, δηλαδή, στο απόσπασμα αυτό του Ηράκλειτου να παραλληλίζεται το βάθος και η απεραντοσύνη της ψυχής με το βάθος και την απεραντοσύνη του λόγου. Θα μπορούσα, φυσικά, να τα παρουσιάσω αυτά πιο απλά, χωρίς να αδικήσω τον Ηράκλειτο και χωρίς να βάλω κανέναν σε πειρασμό: τρίσβαθη και απέραντη η ψυχή όπως ο λόγος, που διαρκώς πολλαπλασιάζει τον εαυτό του. Και αντιστρόφως, τρίσβαθη και απέραντη η γλώσσα (λόγος) όπως η ψυχή. Σημασία για την περίπτωσή μας έχει το γεγονός ότι ο φιλόσοφος επιλέγει και χρησιμοποιεί τη λέξη λόγος προκειμένου να μιλήσει για γνωρίσματα/ιδιότητες που σχετίζονται με το βάθος και την απεραντοσύνη της ψυχής.

Με την ίδια λέξη λόγος θ’ αρχίσει αργότερα, έξι αιώνες μετά τον Ηράκλειτο, το ευαγγέλιό του ο ευαγγελιστής Ιωάννης:
Έν αρχή ήν ό λόγος, θα πει,καί ό λόγος ήν πρός τόν θεόν καί θεός ήν ό λόγος.
Που σημαίνει ότι κι αυτός, όπως ο Ηράκλειτος, επέλεξε τη λέξη λόγος προκειμένου να τη συσχετίσει με τον Θεό, προκειμένου δηλαδή να μιλήσει για κάτι πολύ πολύ σημαντικό, ό,τι πιο σημαντικό θα μπορούσε να υπάρξει. Και μάλιστα για έναν ευαγγελιστή, τον πιο αξιόλογο ευαγγελιστή από τους μαθητές του Χριστού. Έκρινε, με άλλα λόγια, ο Ιωάννης, ότι αυτή είναι η λέξη που θα μπορούσε να παραπέμψει καλύτερα από κάθε άλλην στη μεγαλοσύνη και την απεραντοσύνη και την παντοδυναμία κλπ. του Θεού.

Στα νεότερα χρόνια, στις αρχές του αιώνα μας, μιλάει με ανάλογο τρόπο για τη σχέση γλώσσας και σκέψης ο Ferdinand de Saussure, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης και πατέρας της νεότερης γλωσσολογίας με τεράστιο έργο και μεγάλη προσφορά στην έρευνα και τη μελέτη της γλώσσας. Το έργο του αποτελεί σταθμό στην επιστήμη της γλωσσολογίας. Αρχίζει μαζί του μια καινούρια περίοδος στη μελέτη των γλωσσών.
Η γλώσσα, λέει ο Saussure, και η σκέψη δένονται μεταξύ τους όπως δένονται οι δύο πλευρές μιας κόλλας χαρτιού. Όπως, παρατηρεί, δεν μπορούμε να εννοήσουμε μια κόλλα χαρτιού με μια μονάχα πλευρά, έτσι δεν μπορούμε να εννοήσουμε γλώσσα χωρίς σκέψη και σκέψη χωρίς γλώσσα. Και όχι μόνον αυτό· προχωρεί και πιο κει: αν, παρατηρεί, τραυματίσουμε τη μια πλευρά του χαρτιού, θα δεχθεί το τραύμα και η άλλη. Έτσι και με τη γλώσσα και τη σκέψη: αν τραυματίσουμε τη σκέψη, θα τραυματίσουμε τη γλώσσα και, αντιστρόφως, αν τραυματίσουμε τη γλώσσα, θα τραυματίσουμε τη σκέψη. Παρένθεση.

Αυτά που είχε συλλάβει και είχε διατυπώσει ο Saussure για τη σχέση γλώσσας και σκέψης χωρίς εμπειρική έρευνα, φαίνεται να τα επαληθεύουν οι σημερινές επιστήμες με την έρευνά τους την εμπειρική. Έχει εντοπιστεί π.χ. στον εγκέφαλο το «τετράπλευρο της γλώσσας», το οποίο αποτελείται από τέσσερα κέντρα, δύο κινητικά και δύο αισθητικά. Κινητικά είναι το κέντρο του Broca και το κέντρο του Exner· αισθητικά είναι τα κέντρα του Wernicke και του Kunsmal. Ονομάστηκαν όλα, όπως συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, από τα ονόματα των επιστημόνων οι οποίοι τα διαπίστωσαν και τα προσδιόρισαν.
Κλινικές παθήσεις έδειξαν ότι, όταν βλάπτονται τα κέντρα αυτά, βλάπτεται η ανθρώπινη γλώσσα και διαταράσσεται η ανθρώπινη επικοινωνία. Έτσι, βλάβες στα κέντρα του Broca και του Εxner συνεπάγονται αντίστοιχα την αφασία και την αγραφία, ενώ βλάβες στα κέντρα του Wernicke και του Kunsmal επιφέρουν αντίστοιχα τη λεξική κώφωση, κατά την οποία ο άνθρωπος δεν αντιλαμβάνεται τις λέξεις δια της ακοής, και τη λεξική τύφλωση, κατά την οποία παρουσιάζεται αδυναμία ή δυσκολία να αντιληφθεί κανείς με την όραση τις λέξεις.

Γενικά οι επιστήμες που ασχολούνται σήμερα με τα προβλήματα αυτά (νευροεπιστήμες, ψυχογλωσσολογία, παθογλωσσολογία, νευρογλωσσολογία κλπ.) διαπιστώνουν ότι υπάρχει πολύ στενή σχέση ανάμεσα στη γλώσσα και τη σκέψη. Κλείνει η παρένθεση.
Πάντως, για τον F. de Saussure, η γλώσσα δεν είναι υπόθεση ονοματοθεσίας· η λέξη (στη γλωσσολογία την ονομάζουμε με τον γλωσσολογικό όρο σημείο) δεν συνδέει, όπως αφελώς μπορεί να νομίσει κάποιος, ένα όνομα με ένα πράγμα. Η λέξη (το σημείο) έχει εσωτερικότητα, είναι μια ψυχική οντότητα: ενώνει μιαν έννοια με μιαν ακουστική εικόνα.

Ακούστε, όμως, και άλλες σκέψεις του Saussure για τη σχέση γλώσσας και σκέψης —και κλείνω μ’ αυτές. Γράφει:
«Η σκέψη, χαώδης από τη φύση της, υποχρεώνεται να αυτοκαθορίζεται αναλυόμενη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ούτε εξυλοποίηση των σκέψεων, ούτε εκπνευματοποίηση των ήχων, αλλά πρόκειται για το γεγονός, μυστηριακό κατά κάποιον τρόπο, ότι η “σκέψη-ήχος” υπονοεί διαιρέσεις και ότι η γλώσσα επεξεργάζεται τις μονάδες της τοποθετούμενη ανάμεσα σε δύο άμορφες μάζες. Ας φανταστούμε τον αέρα σ’ επαφή με μια μεγάλη έκταση ήρεμου νερού- αν η ατμοσφαιρική πίεση αλλάξει, η επιφάνεια του νερού αναλύεται σε μια σειρά διαιρέσεις, δηλαδή σε κύματα· οι κυματισμοί αυτοί θα δώσουν μιαν ιδέα της ένωσης και, για να το πούμε έτσι, της σύζευξης της σκέψης με τη φωνητική ύλη».
***
Χρίστος Τσολάκης – Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνική – Εκδότης: Νησίδες
antikleidi.com

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2020

«Η Διαχρονία της Ελληνικής Γλώσσας»

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ: «ΜΗΓΑΡΙΣ ΕΧΩ ΤΙΠΟΤΙΣ ΑΛΛΟ ΠΑΡΕΞ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ»

Σημαντική ημερίδα που συνδιοργανώθηκε από τις Διευθύνσεις Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και την Εστία Ελλάδος Κύπρου του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού
«Η αναβάθμιση και ενίσχυση της Ελληνικής Γλώσσας, τόσο στην εκπαίδευση όσο και ευρύτερα στην κοινωνία, αποτελεί σήμερα περισσότερο από ποτέ στόχο ύψιστης προτεραιότητας για τον τόπο μας», δήλωσε ο Κώστας Καδής

Η ελληνική και η κινεζική γλώσσες μιλιούνται και γράφονται εδώ και 4000 χρόνια! Η ελληνική μας γλώσσα είναι η ιστορία, ο πολιτισμός, τα ήθη και τα έθιμά μας, η αψεγάδιαστη ταυτότητά μας, το πανίσχυρο θεμέλιο πάνω στην οποία οικοδομούμε την εθνική ύπαρξή μας. Είναι το ασφαλές πέρασμα από τον μύθο στον λόγο και δι’ αυτού η αποτύπωση του πολιτισμού, της φιλοσοφικής σκέψης, της ανακάλυψης, της καταξίωσης του ανθρώπου.

Την περ. Δευτέρα, στο συνεδριακό κέντρο, στη Λευκωσία, διοργανώθηκε μια σημαντική ημερίδα με τίτλο: «Η Διαχρονία της Ελληνικής Γλώσσας». Την πρωτοβουλία είχαν από κοινού οι Διευθύνσεις Μέσης και Δημοτικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και η Εστία Ελλάδος Κύπρου του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού. Προσκάλεσαν εκλεκτούς εισηγητές. Τον Ομότιμο Καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Πρόεδρο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, Ιωάννη Καζάζη, τον Καθηγητή Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χριστόφορο Χαραλαμπάκη και τον Ομότιμο Καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ανδρέα Βοσκό.


Ελληνικές ρίζες

Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, Κώστας Καδής, κηρύσσοντας τις εργασίες της ημερίδας, υπογράμμισε: «Στην ιδιαίτερή μας πατρίδα, την Κύπρο, η διάδοση της Ελληνικής Γλώσσας πριν από τρεισήμισι χιλιάδες χρόνια σηματοδότησε την απαρχή του πλήρους εξελληνισμού της. Από την Αρκαδοκυπριακή διάλεκτο που πρωτομιλήθηκε στο νησί μας, μέχρι και τη Νεοελληνική κοινή που συνυπάρχει αρμονικά με τη σημερινή διαλεκτική μορφή, η γλώσσα του νησιού μας αποτελεί πρότυπο προσήλωσης στις ελληνικές μας ρίζες και αυθεντικό συνεχιστή της παράδοσής μας. Η αναβάθμιση και ενίσχυση της Ελληνικής Γλώσσας τόσο στην εκπαίδευση όσο και ευρύτερα στην κοινωνία, αποτελεί σήμερα περισσότερο από ποτέ στόχο ύψιστης προτεραιότητας για τον τόπο μας. Η θωράκιση κυρίως της νέας γενιάς με τον πλούτο της Ελληνικής και με θαυμασμό γι' αυτήν, αποτελεί σημαντική υπηρεσία στη δοκιμαζόμενη πατρίδα μας και αποτελεσματική άμυνα απέναντι στους κάθε λογής κινδύνους που ελλοχεύουν.

»Το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ακολουθεί μια στοχευμένη πολιτική για την αποτελεσματική διδασκαλία της Ελληνικής Γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών μας μεταρρυθμίσεων διαμορφώθηκαν τα Νέα Ωρολόγια Προγράμματα Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης, τα οποία εφαρμόζονται από την προηγούμενη σχολική χρονιά, και στα οποία αυξήθηκε ο διδακτικός χρόνος του μαθήματος των Νέων Ελληνικών. Αυξήθηκε επίσης ο διδακτικός χρόνος και των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο, ώστε να παρέχεται -πέρα από την καλύτερη γνωριμία με την αρχαιοελληνική σκέψη και πολιτισμό- στέρεο υπόβαθρο για την ουσιαστική και βαθιά γνώση της Νέας Ελληνικής».


Ελληνική ταυτότητα

Ο Υπουργός Παιδείας πρόσθεσε πως «σε επίπεδο σχολείου και κοινωνίας, και με στόχο πάντα την ανάδειξη της συγχρονίας και της διαχρονίας της Ελληνικής Γλώσσας, θα προωθηθεί η καθιέρωση «Εβδομάδας Ελληνικής Γλώσσας». Ο Κ. Καδής κατέληξε: «Η έγνοια του Διονυσίου Σολωμού "Μήγαρις έχω τίποτις άλλο πάρεξ ελευθερία και γλώσσα", μας παραπέμπει στη μεγάλη σημασία της γλώσσας μας και αποκαλύπτει τον διαχρονικό στην πολυκύμαντη ιστορία των Ελλήνων τρόπο θεώρησης της ζωής και των αξιών μας. Πρωταρχικός μας στόχος υπήρξε και παραμένει η Ελληνική Γλώσσα να υπηρετεί την ελληνική ταυτότητα, την παράδοση και τον πολιτισμό μας, και να καλλιεργείται ασταμάτητα στην ανατολικότερη εσχατιά των φυσικών ομιλητών της, την Κύπρο».


Μικροβιογράφηση λέξεων

Ακολούθως στο βήμα ανήλθε ο Ιωάννης Καζάζης, καθηγητής κλασικής φιλολογίας και πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας. Μίλησε με θέμα: «Διαχρονία της Ελληνικής Γλώσσας, πολυστρωματικότητα της Νέας Ελληνικής». Είπε:

«Ως πολυστρωματικότητα νοείται εδώ: η συνύπαρξη, στη σημερινή γλωσσική συγχρονία, πάμπολλων στοιχείων προερχόμενων από γλωσσικές στρώσεις διαφορετικού βάθους, που φτάνουν ίσαμε το απώτερο παρελθόν. Σ’ αυτήν συμμετέχουν Λέξεις κοινότατες και σήμερα όπως: μέλι, βασιλεύς και τρίποδας που πρωτοκαταγράφονται στις μυκηναϊκές πινακίδες. - Δεν είναι στοιχεία ενεργά και λειτουργικά της νεοελληνικής;

»Η πολυστρωματικότητα εκφράζει όχι μόνο τη συνύπαρξη επάλληλων στρώσεων υλικού, που πάει σε μεγάλο βάθος, και το ασυνήθιστο εύρος των ποικιλιών της? αποτυπώνει προπάντων τη συνομιλία αυτού του υλικού και των εποχών όπου ανήκει μέσα στους αιώνες: μια συνομιλία πραγματική και όχι φανταστική, που έχει τη δύναμη, ευκαιρίας δοθείσης, να μετατρέπει επίλεκτα στοιχεία της διαχρονίας σε ουσία δραστική μέσα στην εκάστοτε συγχρονία».

Στη συνέχεια, ο Ι. Καζάζης εισήγαγε έναν νέο όρο στην παιδευτική διδασκαλία, αυτόν της «μικροβιογράφησης των λέξεων» και εξηγεί: «Ο τρόπος δουλειάς είναι απλός: τα παιδιά ανατρέχουν στα λεξικά με την ιστορική τους σειρά, συλλέγουν το υλικό, και, διαβάζοντας προσεχτικά τα παραθέματα και συγκρίνοντάς τα με τα σημαινόμενα, βλέπουν τις προσθαφαιρέσεις και αλλοιώσεις των σημασιών μέσα στον χρόνο.

»Διαπιστώνουν δηλαδή την ιστορική πορεία των λέξεων - όταν πρόκειται για λέξεις της παλαιάς Ελληνικής. Αν πρόκειται, πάλι, για εξωτερικό δανεισμό, το παιδί συνθέτει από τα παραθέματα και τις εξηγήσεις μιαν εικόνα της κίνησης των ιδεών μέσα στον χώρο (ελληνικό, ευρωπαϊκό, παγκόσμιο), αφού οι δρόμοι των λέξεων είναι δρόμοι του πολιτισμού. Η μικρή έρευνα καταλήγει στη γραφή των πορισμάτων, σε ένα μικρό κείμενο της τάξεως των 250-300 λέξεων, που παρουσιάζεται μετά στην τάξη».

Και προσθέτει: «Ο τρόπος αυτός δουλειάς κρατεί τα παιδιά σε διαρκή εγρήγορση για το αναπάντεχο και, αντί για τον εφησυχασμό, καλλιεργεί τη μεθοδολογική υποψία και τη διερευνητική σκέψη. Διδάσκει τον μαθητή να βλέπει στη διαρκή ανανέωση και προσθαφαίρεση των σημασιών των λέξεων της αρχαίας την καλύτερη απόδειξη για τη Διαχρονία της Ελληνικής. Καλλιεργεί και την παραγωγή νεοελληνικού λόγου με ακρίβεια και συλλογιστική συνέπεια».


Ελληνικά της Κύπρου

Ο Χρ. Χαραλαμπάκης, καθηγητής Γλωσσολογίας στο Παν/μιο Αθηνών, μίλησε με θέμα: «Η κυπριακή διάλεκτος και οι πολλαπλές ταυτότητες. Εκπαιδευτικές προεκτάσεις». Επισήμανε πως «οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στην κοινή νεοελληνική και την κυπριακή ελληνική εξυπηρετούν πολιτικές και ιδεολογικές σκοπιμότητες και χαρακτηρίζουν διπολικές αντιπαραθέσεις του τύπου: δεξιά - αριστερά, ένωση - ανεξαρτησία, εθνική -νεοκυπριακή ιδεολογία».

Στη συνέχεια υπέδειξε πως «Η νεοελληνική γλώσσα έχει ενσωματώσει στο λεξιλόγιό της αρκετά στοιχεία από «τα Ελληνικά της Κύπρου. Κύπριοι επιστήμονες και λόγιοι χρησιμοποιούν λέξεις του απαιτητικού λεξιλογίου, οι οποίες σταδιακά καθιερώνονται στην κοινή μας γλώσσα. Μερικά παραδείγματα: αθλητοπρέπεια, αθλητοπρεπής, αιτητής, άκατος, εξ ακοής μαρτυρία, ακταιωρός, αχθοφόρος-κλητήρας, ευσεβοποθισμός».

Ο Χρ. Χαραλαμπάκης υποστήριξε πως «ο Κύπριος μαθητής επιβάλλεται να συνειδητοποιήσει ότι η γλώσσα που ακούει και μιλά αυθόρμητα στο οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό του περιβάλλον επιβιώνει με τις αναγκαίες αλλαγές από τα πανάρχαια χρόνια, πρέπει επομένως να είναι υπερήφανος για τη διάλεκτό του, η οποία είναι εντυπωσιακά πλούσια και εκφραστική. Η ύπαρξη και η επιβίωση του κυπριακού λαού εξαρτάται από το πόσο ισχυρός είναι ο κυπριακός και ο ελλαδικός πυλώνας. Αυτοί οι δύο πυλώνες αποτελούν τα θεμέλια της ταυτότητάς του, το σταθερό έρεισμα που τον προφυλάσσει από την αλλοτρίωση. Ο τρίτος πυλώνας στον οποίο οικοδομεί την ταυτότητά του είναι ο ευρωπαϊκός».


Ελληνική Γραμματεία

Τέλος, ο Ανδρέας Βοσκός, ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Παν/μιο Αθηνών, μίλησε με θέμα: «Η Ελληνική Γλώσσα στην αρχαία Κύπρο». 

(1) Μετά από σύντομη εισαγωγική θεώρηση έδωσε έμφαση 

(α ́) στην άφιξη των Αχαιών στην Κύπρο και τους βασικούς σταθμούς στην αρχαία ιστορία του νησιού, και 

(β́) στις σωζόμενες γραπτές (κατά κύριον λόγο) και προφορικές μαρτυρίες για την Ελληνική Γλώσσα στην αρχαία Κύπρο. 

(2) Η γλώσσα της Αρχαίας Κυπριακής Γραμματείας: 

(α ́) Οι κυπροσυλλαβικές επιγραφές και η Αρκαδο-κυπριακή διάλεκτος, 

(β ́) οι αλφαβητικές επιγραφές, 

(γ ́) τα λοιπά κείμενα σε σύγκριση με τα αντίστοιχα κείμενα άλλων ελληνικών περιοχών. 

(3) Οι κυπριακές «γλώσσες» (ήδη από τον Όμηρο). 

(4) Η διαχρονική προφορική παράδοση.


Ο καθηγητής Βοσκός συμπερασματικά επισήμανε πως «ό,τι σώζεται από την έντεχνη Αρχαία Κυπριακή Γραμματεία, σε ποιητικό ή σε πεζό λόγο -με ελάχιστες εξαιρέσεις φοινικικών και λατινικών πεζών επιγραφών- είναι γραμμένο στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ και εμφανίζει τα ίδια γενικά και ειδικά χαρακτηριστικά με την αντίστοιχη πνευματική παραγωγή κάθε άλλης ελληνικής γωνιάς, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο, ώστε η Ιστορία της Αρχαίας Κυπριακής Γραμματείας να ταυτίζεται σχεδόν πλήρως με την Ιστορία της Ελληνικής Γραμματείας στην Αρχαία Κύπρο».


«...και τα πουλιά να κελαηδούν ελληνικά νικητήρια»

Έχουμε ακόμα ελπίδες όταν έχουμε μορφωμένους, άξιους και επιμελείς νέους. Αυτήν την εντύπωση αποκόμισαν όλοι όσοι παρακολουθήσαμε την ημερίδα για τη διαχρονία της Ελληνικής Γλώσσας, στην οποία έκαναν σύντομες παρεμβάσεις πέντε μαθητές και μαθήτριες από ισάριθμα εκπαιδευτήρια της Κύπρου.

Πρώτη μίλησε η Μαρίνα Αργυρού, του Λυκείου Απ. Πέτρου και Παύλου. Είπε: «Η ελληνική γλώσσα είναι γεμάτη λέξεις, που σαν πουλιά μάς συντροφεύουν και μας ταξιδεύουν πάντα και παντού για να εκφράσουμε όσα νιώθουμε, ποθούμε και οραματιζόμαστε. "Θα 'θελα να κοιμηθώ μια μέρα και να ξυπνήσω σ’ έναν αιώνα όπου και τα πουλιά να κελαηδούν ελληνικά νικητήρια", όπως είπε και ο Οδυσσέας Ελύτης. Η ελληνική γλώσσα είναι μία, ενιαία και αδιαίρετη από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι και σήμερα και, παρά τις τόσες επιθέσεις που υπέστη από πλήθος κατακτητών, άντεξε και διατήρησε τον πλούτο, το μεγαλείο και την ομορφιά της. Η γλώσσα μας είναι τα όπλα μας, η περιουσία μας, η συνείδηση της φυλής μας. Μέσα από τη γλώσσα περνά η ιστορία της πατρίδας μας μπροστά από τα μάτια μας».

Ο Αυγοουστίνος Παπακώστας, του λυκείου Απ. Λουκά Κολοσσίου, υποστήριξε: «Η γλώσσα μας είναι η ταυτότητά μας και εμείς οι Έλληνες πρέπει να νιώθουμε περήφανοι που έχουμε την τιμή να μιλούμε την Ελληνική, τόσους αιώνες. Νικήτρα του Θανάτου την είπε ο Παλαμάς. "Νίκησε" τους διάφορους κατακτητές που πέρασαν από τον τόπο μας, τον κατώτερο εαυτό μας, τα πάθη μας, τις μικρότητές μας, μας ανέβασε σε σφαίρες ανώτερες, πνευματικές. Η ελληνική γλώσσα δεν είναι μόνο ένα μέσο επικοινωνίας. Κουβαλά την ψυχή του λαού μας, όλη του την ιστορία κι όλη του την ευγένεια. Κι εδώ ακριβώς ξεκινά η δική μας έγνοια, το δικό μας καθήκον, να την κρατήσουμε ζωντανή».

Η Θεοδώρα Οδυσσέως, του λυκείου Λακατάμειας, στη δική της παρέμβαση υπογράμμισε: «Η γνώση της αρχαίας Ελληνικής μάς προσφέρει πληρέστερη γλωσσική επίγνωση και βαθύτερη κατανόηση της κοινής Νεοελληνικής. Μέσω της διδασκαλίας του μαθήματος μπορούμε να κατανοήσουμε τη διαχρονική εξέλιξη της γλώσσας μας (ανεξάρτητα από κάθε διαλεκτική διαφοροποίηση) και να συνειδητοποιήσουμε τον τρόπο με τον οποίο παράγονται οι νέες λέξεις σύμφωνα με τις εκάστοτε απαιτήσεις των καιρών. Η ενασχόληση με την αρχαία ελληνική γλώσσα βοηθά τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου των μαθητών και στην πιο αποτελεσματική έκφραση των συναισθημάτων και στοχασμών τους».

Ο Γιώργος Γεωργίου, του λυκείου Παλαιομετόχου, είπε: «Νιώθω αφάνταστα περήφανος που ως Έλληνας - Κύπριος μιλώ την Ελληνική Γλώσσα, μια γλώσσα τόσο σημαντική στην ανθρωπότητα. Η Ελληνική Γλώσσα αποτελεί προϊόν αδιάκοπης εξέλιξης 40 και πλέον αιώνων. Βεβαίως, η Ελληνική κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στις 2700 γλώσσες του κόσμου. Δεν είναι σίγουρα τυχαίο το γεγονός ότι η διεθνής επιστημονική γλώσσα σχημάτισε και σχηματίζει μέχρι και σήμερα τους περισσότερους όρους, σε διάφορους τομείς της επιστήμης (λ.χ. στην ιατρική, στη φαρμακευτική, στη φυσική, στη φιλολογία, τη θεολογία, ακόμη και στην τεχνολογία), οι οποίες προέρχονται από ελληνικές ρίζες, λέξεις ή συστατικά».

Τέλος, η Μικαελένα Κόκκινου, της Αγγλικής Σχολής, αναφέρθηκε στα greeklish και παρατήρησε: «Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι τα greeklish είναι η ιδιαίτερη γλώσσα των νέων, μια φτηνή παραλλαγή της ελληνικής γλώσσας με τη χρήση λατινικών χαρακτήρων αντί του ελληνικού αλφαβήτου. Στην πραγματικότητα τα greeklish ξεκίνησαν κυρίως μέσω του υπολογιστή στα τέλη της δεκαετίας του '80, καθώς τότε ήταν δύσκολη η αναγνώριση των ελληνικών χαρακτήρων στα πληκτρολόγια. Όμως σήμερα η τεχνολογία έχει κάνει άλματα και τα λειτουργικά προγράμματα υποστηρίζουν την ελληνική γλώσσα. Άρα, εύλογα προκύπτει το ερώτημα "γιατί εμείς οι νέοι εξακολουθούμε να χρησιμοποιούμε τα greeklish;". Ας προβληματιστούμε...».

simerini.sigmalive.com