H αλαζονεία κάνει αδίστακτο τον άνθρωπο. Τον κάνει να σκέφτεται και με
πάθος να επιδιώκει τα μάταια, τα άχρηστα και τα ασύμφορα. Τον ανεβάζει
ψηλά, του χαρίζει αξιώματα και εφήμερη δόξα, αλλά ξαφνικά και
απροσδόκητα τον γκρεμίζει από το σαθρό του βάθρο. Όσοι επαίρονται
ξεχνώντας ότι είναι θνητοί, όσοι με λόγια και έργα το δίκιο και την
ανθρωπιά πολεμούν, άδοξο τέλος έχουν. Ο νους των άνομων, που σεβασμό για
τίποτα δεν έχουν, που ιερά και όσια μολύνουν, τελικά τους οδηγεί στη
συμφορά.
|
|
ΚΕΙΜΕΝΟ στ. 873-880 | ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ |
ὕβρις φυτεύει τύραννον· |
Η έπαρση γεννάει τον αδίστακτο. |
ὕβρις, εἰ πολλῶν ὑπερπλησθῇ μάταν, | Η έπαρση όταν γεμίσει με μάταια |
ἃ μὴ ᾽πίκαιρα μηδὲ συμφέροντα, | ασύμφορα και άχρηστα |
ἀκρότατον εἰσαναβᾶσ᾽ | και στ΄ αψηλά ανεβαίνοντας |
αἶπος ἀπότομον ὤρουσεν εἰς ἀνάγκαν, | πάλι σε ρίχνει στο γκρεμό της Ανάγκης |
ἔνθ᾽ οὐ ποδὶ χρησίμῳ χρῆται. |
όπου τα πόδια σου άχρηστα
|
884-896 |
|
εἰ δέ τις ὑπέροπτα χερσὶν ἢ λόγῳ πορεύεται, | όποιος με λόγια ή έργα βαδίζει |
δίκας ἀφόβητος οὐδὲ δαιμόνων ἕδη σέβων, | το δρόμο της έπαρσης άφοβος δίκης και των θείων ασεβής |
κακά νιν ἕλοιτο μοῖρα, | μοίρα να τον βρει κακή |
δυσπότμου χάριν χλιδᾶς, |
την ξιπασιά του να πληρώσει
|
εἰ μὴ τὸ κέρδος κερδανεῖ δικαίως | που αδικοπραγεί |
καὶ τῶν ἀσέπτων ἔρξεται |
και στην ασέβεια μπαίνει
|
ἢ τῶν ἀθίκτων θίξεται ματᾴζων. |
και στ΄ ανέγγιχτα χέρι βάζει ο νους του ο άνομος.
|
τίς ἔτι ποτ᾽ ἐν τοῖσδ᾽ ἀνὴρ θεῶν βέλη |
Ποιος με κρίματα τέτοια μπορεί να σωθεί
|
εὔξεται ψυχᾶς ἀμύνειν; | απ΄τα βέλη των θεών που χτυπούν; |
|
|
Αθάνατοι στίχοι, επίκαιροι όσο ποτέ.
Εγωκεντρισμός,
έπαρση,
ένα οικοδόμημα σύγχρονο με πόδια γυάλινα...
Αδίστακτα πορευόμαστε το δρόμο της ύβρης
και ο άνομος νους μας
ασεβεί και μολύνει τα πάντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου