Σχετικά με όσα έχουμε μέσα μας εκ
φύσεως
Διατύπωση θέσης
Παραδείγματα
Σχετικά με
τις ηθικές αρετές: Διατύπωση θέσης
Κείμενο
Ἔτι ὅσα μὲν φύσει ἡμῖν παραγίνεται, τὰς δυνάμεις τούτων πρότερον
κομιζόμεθα, ὕστερον δὲ τὰς ἐνεργείας ἀποδίδομεν (ὅπερ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων
δῆλον· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ πολλάκις ἰδεῖν ἢ πολλάκις ἀκοῦσαι τὰς αἰσθήσεις
ἐλάβομεν, [30]
ἀλλ᾽ ἀνάπαλιν ἔχοντες ἐχρησάμεθα, οὐ χρησάμενοι ἔσχομεν)· τὰς δ᾽ ἀρετὰς
λαμβάνομεν ἐνεργήσαντες πρότερον, ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων τεχνῶν· ἃ γὰρ
δεῖ μαθόντας ποιεῖν, ταῦτα ποιοῦντες μανθάνομεν, οἷον οἰκοδομοῦντες
οἰκοδόμοι γίνονται καὶ κιθαρίζοντες κιθαρισταί· 1103b [1] οὕτω δὴ καὶ τὰ μὲν δίκαια πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τὰ δὲ σώφρονα σώφρονες, τὰ δ᾽ ἀνδρεῖα ἀνδρεῖοι.
1. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΕΞΗΣ: «Ἔτι»
Στο
προηγούμενο κείμενο ο Αριστοτέλης απέδειξε ότι οι ηθικές αρετές δεν υπάρχουν
μέσα μας εκ φύσεως αλλά είναι αποτέλεσμα εθισμού. Σ' αυτό το κείμενο θα
στηρίξει την ίδια θέση χρησιμοποιώντας ένα νέο επιχείρημα, που εισάγεται με τη
λέξη «ἔτι». Το «ἔτι» αποκτά εδώ μεταβατική και προσθετική
σημασία.
2. ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΩΝ: «δύναμις
- ενέργεια»
Ο
Αριστοτέλης πίστευε ότι κάθε ον αποτελείται από δύο αχώριστα στοιχεία: την ύλη και τη μορφή. Η ύλη
περιέχει μέσα της τη μορφή αρχικά «δυνάμει» και, αν
υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, θα την αποκτήσει και «ενεργεία». Χαρακτηριστικό
είναι το παράδειγμα του μάρμαρου, που «δυνάμει» είναι
άγαλμα. Αν, όμως, το σμιλέψει ο γλύπτης, θα γίνει άγαλμα «ενεργεία». Έτσι,
λοιπόν, καταλαβαίνουμε ότι ο φιλόσοφος ορίζει τη «δύναμιν» και την «ένέργειαν»,
τις δύο θεμελιώδεις έννοιες της φιλοσοφίας του, ως εξής: «δύναμις» είναι η
δυνατότητα που έχει ένα πράγμα ή ένα ον να γίνει ή να κάνει κάτι φτάνοντας στο
τέλος του, στην τελειοποίησή του, ενώ «ενέργεια» είναι η πραγμάτωση αυτής της
δυνατότητας, η δραστηριότητα που απαιτείται για να γίνονται πράξη οι
δυνατότητες. Για εκείνον, η «ενέργεια»
έχει μεγαλύτερη σημασία από τη «δύναμιν», αφού η πρώτη εξαρτάται από την
προσπάθεια που καταβάλλει κάθε άνθρωπος, την προσωπική ευθύνη και προαίρεση,
ενώ η δεύτερη σχετίζεται με τη φύση και υπάρχει ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Στο
κείμενο συνδέει «τάς δυνάμεις» με το «πρότερον» και
«τάς ενεργείας» με
το «ύστερον» εννοώντας ότι οι «δυνάμεις» έχουν
χρονική προτεραιότητα - και όχι λογική και οντολογική - έναντι των «ενεργειών».
Στη
συνέχεια, θα προσπαθήσει να αποδείξει τη θέση του, ότι οι ηθικές αρετές δεν
υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, χρησιμοποιώντας αυτές τις δύο βασικές έννοιες.
3. ΤΑ ΤΡΙΑ ΕΙΔΗ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ
Στο έργο του
«Μετά τά Φυσικά» (05.1047b 31-35): «Ἁπασῶν δέ τῶν δυνάμεων οὐσῶν τῶν μέν συγγενῶν οἷον τῶν αἰσθήσεων, τῶν δε ἔθει οἷον τῆς τοῦ αὐλεῖν, τῶν δε μαθήσει
οἷον τῆς τῶν τεχνῶν», ο
Αριστοτέλης διακρίνει τρία είδη δυνάμεων:
α.
«εγγενείς», αυτές που υπάρχουν στον άνθρωπο από τη γέννησή του (πχ. οι
αισθήσεις) και συνδέονται με το άλογο μέρος της ψυχής,
β. «εξ'
έθους», αυτές που τις αποκτά ο άνθρωπος με την άσκηση, τον εθισμό (πχ. οι
πρακτικές τέχνες, το παίξιμο ενός μουσικού οργάνου) και συνδέονται με το άλογο
και με το λογικό μέρος της ψυχής και
γ. «εκ
μαθήσεως», τις δυνάμεις που τις αποκτά ο άνθρωπος με τη μάθηση (πχ. οι
επιστημονικές γνώσεις) και συνδέονται και αυτές με το λογικό μέρος της ψυχής.
4. ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΝΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ, ΟΤΙ ΚΑΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΗΘΙΚΕΣ ΑΡΕΤΕΣ ΔΕΝ
ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΕΚ ΦΥΣΕΩΣ
α. Όσα έχουμε
μέσα μας εκ φύσεως («όσα μέν φύσει ήμῖν παραγίνεται»)
Ο
Αριστοτέλης ξεκινάει το συλλογισμό του διερευνώντας πρώτα τι συμβαίνει σε όσα
χαρακτηριστικά έχουμε μέσα μας εκ φύσεως. Αυτά έχουν εκ των
προτέρων μέσα τους τη δυνατότητα να
πραγματωθούν αλλά η πραγμάτωση τους έρχεται
ύστερα χωρίς να χρειάζεται ο εθισμός, η
επανάληψη μιας ενέργειας. Για να αποδείξει τα λεγόμενά του ο φιλόσοφος,
χρησιμοποιεί το παράδειγμα των αισθήσεων: την όραση
και την ακοή δεν τις αναπτύξαμε μέσα από την εξάσκηση, αντιθέτως υπάρχουν ήδη
αναπτυγμένες μέσα μας και περνάμε αμέσως στη χρησιμοποίησή τους.
Εδώ, ο
Αριστοτέλης, για να παρουσιάσει τη θέση του χρησιμοποιεί αναλογικό συλλογισμό,
με αντιθετική παρουσίαση των λειτουργιών των αισθήσεων.
β. Οι ηθικές
αρετές («τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν
ένεργήσαντες πρότερον»)
Αντίθετα,
στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια, δηλαδή η
εξάσκηση, η επανάληψη μιας ενέργειας, και ακολουθεί η
κατάκτηση της ηθικής αρετής. Αλλά για να γίνει η αρετή από
προαίρεση πράξη, είναι ανάγκη ο άνθρωπος να μάθει κάποιο τρόπο άσκησης. Ο
Αριστοτέλης για τον τρόπο αναφέρει, «γιατί όσα πρέπει να κάνουμε αφού τα
μάθουμε, τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα («α γάρ δει μαθόντας
ποιεΐν, ταΰτα ποιοΰντες μανθάνομεν»). Δύο
παραδείγματα από την καθημερινή ζωή, που αφορούν τις πρακτικές
τέχνες αποδεικνύουν την αλήθεια της θέσης αυτής: για να αποκτήσει δηλαδή
κανείς την ικανότητα του οικοδόμου ή του κιθαριστή, πρέπει πρώτα να εξασκηθεί
στο χτίσιμο ή στο παίξιμο της κιθάρας αντίστοιχα.
Συμπέρασμα («ούτω δη ... άνδρεῖα άνδρεῖοι»)
Αυτό,
λοιπόν, που συμβαίνει στις πρακτικές τέχνες, συμβαίνει και στις ηθικές αρετές
(αναλογία): με την επανάληψη και τον εθισμό σε ηθικές πράξεις αποκτούμε τις
ηθικές αρετές. Το συμπέρασμα εισάγεται με το «οΰτω δή», και
με τρία παραδείγματα ηθικών αρετών: της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης
και της ανδρείας.
Συνοπτική νοηματική απόδοση του
συλλογισμού
1η
προκείμενη: σε όσα υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως προηγείται η ύπαρξη και η
δυνατότητα μιας ενέργειας και ακολουθεί η ενέργεια, η πραγμάτωση της
δυνατότητας (δύναμις -> ενέργεια)
2η
προκείμενη: στις ηθικές αρετές προηγείται η ενέργεια, ο εθισμός και η
επανάληψη μιας πράξης και ακολουθεί η κατάκτησή τους (ενέργεια
-> δύναμις).
Συμπέρασμα: οι ηθικές
αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, αφού δεν ακολουθούν την πορεία όσων
υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως.
5. Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ
ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ «πρότερον - ύστερον» και
«πολλάκις»
Προκειμένου
ο Αριστοτέλης να αποδώσει τη χρονική προτεραιότητα των δυνάμεων έναντι των
ενεργειών (δύναμις -> ενέργεια) σε όσα
χαρακτηριστικά υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως, συνδέει τις δυνάμεις με το
«πρότερον» και με απαρέμφατα ή μετοχές αορίστου που δηλώνουν το προτερόχρονο («ίδεΐν», «άκοΰσαι»,
«χρησάμενοι»). Αντίθετα, για να αποδώσει την αντίθετη πορεία που ακολουθείται
στις ηθικές αρετές (ενέργεια -> δύναμις), συνδέει τη μετοχή «ένεργήσαντες»
με το «πρότερον», για να δηλώσει το προτερόχρονο, ή τις μετοχές ενεστώτα «ποιοΰντες» και
«πράττοντες», για να δηλώσει το σύγχρονο. Έτσι, αν προσπαθήσουμε να
συσχετίσουμε τα παραπάνω με τα παραδείγματα που δίνονται στο κείμενο (αισθήσεις
- τέχνες - αρετές) και με τα δύο ζεύγη των αριστοτελικών όρων «πρότερον -ύστερον» και
«δυνάμει - ενεργεία», προκύπτει το
εξής διάγραμμα:
φύσει (αισθήσεις)
: πρότερον δυνάμει
-> ύστερον ενεργεία
έξ έθους (τέχνες)
: πρότερον ενεργεία -> ύστερον δυνάμει
έξ έθους (αρετές)
: πρότερον ενεργεία -> ύστερον δυνάμει
Χαρακτηριστική είναι η χρήση του επιρρήματος «πολλάκις». Παρόλο που αναφέρεται σε όσα χαρακτηριστικά έχουμε εκ φύσεως, η χρήση του υποδηλώνει ότι για την κατάκτηση των ηθικών αρετών είναι απαραίτητη η άσκηση και η επανάληψη.
6. ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ
ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΗ, ΑΦΟΥ, ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΜΙΑ ΕΝΑΡΕΤΗ ΠΡΑΞΗ
(Π.Χ. ΔΙΚΑΙΗ ΠΡΑΞΗ), ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΕΝΑΡΕΤΟΣ (Π.Χ. ΔΙΚΑΙΟΣ);
Για να λυθεί αυτή η απορία, πρέπει να σταθούμε σε κάποιες
επισημάνσεις που ο Αριστοτέλης θα θίξει σε επόμενη ενότητα. Οι πράξεις, λοιπόν,
που προηγούνται και επαναλαμβάνονται δεν είναι τυχαίες ούτε γίνονται κατόπιν
υποδείξεως, αλλά αυτός που τις κάνει, πρέπει:
α. να έχει συνείδηση των πράξεών του,
β. να τις έχει επιλέξει ενσυνείδητα και να έχει δηλώσει με
σαφήνεια την προτίμηση του γι' αυτές,
γ. να έχει κάνει τις πράξεις αυτές μόνιμο, σταθερό και αμετάβλητο
τρόπο συμπεριφοράς του.
Οι πράξεις, όμως, λέγονται δίκαιες και σώφρονες, αν αυτός που τις
κάνει, τις κάνει και με τον τρόπο που τις κάνουν οι δίκαιοι και σώφρονες
άνθρωποι. Σωστά, λοιπόν, λέμε ότι ο άνθρωπος γίνεται δίκαιος με τις
επανειλημμένες πράξεις δικαιοσύνης.
ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
Ο
Αριστοτέλης χρησιμοποιεί τα παρακάτω εκφραστικά μέσα, προκειμένου να ενισχύσει
το επιχείρημα του:
α. Αντιθέσεις:
«όσα μέν φύσει ... *
τάς δ' άρετάς
λαμβάνομεν», «τάς δυνάμεις τούτων πρότερον κομιζόμεθα *
ύστερον δέ τάς ενεργείας άποδίδομεν»
«ού γάρ έκ τοΰ πολλάκις ίδεΐν ... άλλ' άνάπαλιν έχοντες έχρησάμεθα»
β. Αναλογίες:
«τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν
ένεργήσαντες πρότερον, ώσπερ και έπϊ των άλλων τεχνών», «α γάρ δει μαθόντας
ποιεΐν, ταΰτα ποιοΰντες
μανθάνομεν ... - ούτω δή και τά μέν δίκαια
πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα .»
γ. Παραδείγματα:
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δύο ζευγάρια παραδειγμάτων: όραση - ακοή οικοδόμοι -
κιθαριστές
Επιπλέον, παρατηρούμε και τη χρήση άλλων
εκφραστικών μέσων: α. Σχήμα κατ' άρση και θέση: «ού γάρ έκ τοΰ πολλάκις ίδεΐν ... άλλ' άνάπαλιν έχοντες έχρησάμεθα»
β. Σχήμα εξ αναλόγου: «τάς δ' άρετάς λαμβάνομεν
ένεργήσαντες πρότερον, ώσπερ και έπι τών άλλων τεχνών»
(εννοείται : ένεργοΰμεν
πρότερον) γ. Σχήμα από κοινού: «οίκοδομοΰντες οίκοδόμοι
γίνονται και κιθαρίζοντες κιθαρισται (γίνονται)»
«τά μέν δίκαια
πράττοντες δίκαιοι γινόμεθα, τά δέ σώφρονα
(πράττοντες) σώφρονες (γινόμεθα), τά δ' άνδρεΐα
(πράττοντες) άνδρεΐοι
(γινόμεθα)» δ. Πολυσύνδετο σχήμα: «τά μέν δίκαια ..., τά δέ σώφρονα ..., τά δ' άνδρεΐα ...»
ε. Εναλλαγή πρώτου και τρίτου πληθυντικού
προσώπου: Παρατηρούμε και σ' αυτή αλλά και σε επόμενες ενότητες ότι, όταν ο
Αριστοτέλης αναφέρεται σε ανθρώπους (στους οποίους συμπεριλαμβάνει και τον
εαυτό του), χρησιμοποιεί το α' πληθυντικό πρόσωπο. Συγκεκριμένα, στο κείμενο
αυτό χρησιμοποιεί οχτώ ρήματα σε αυτό το πρόσωπο: «κομιζόμεθα», «άποδίδομεν», «έλάβομεν», «έχρησάμεθα», «έσχομεν»,
«λαμβάνομεν», «μανθάνομεν», «γινόμεθα». Όταν, πάλι, αναφέρεται στους οικοδόμους
ή τους κιθαριστές, χρησιμοποιεί το γ' πληθυντικό πρόσωπο. Η αλλαγή αυτή ίσως να
οφείλεται στο ότι ο φιλόσοφος δεν είχε προσωπική επαφή με τις τέχνες και τους
τεχνίτες. Ωστόσο, μας προβληματίζει ότι σε επόμενες ενότητες (πχ. 4η και 6η)
εναλλάσσει τα πρόσωπα («γινόμεθα οί μέν δίκαιοι οϊ δέ άδικοι», «οϊ μέν γάρ σώφρονες
και πράοι
γίνονται») ή χρησιμοποιεί γ' πληθυντικό εκεί που θα περιμέναμε α' πληθυντικό («άγαθός άνθρωπος
γίνεται», ενώ θα περιμέναμε «αγαθοί άνθρωποι
γινόμεθα»).
Από τα
παραπάνω, λοιπόν, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η χρήση γ'
προσώπου δεν αποτελεί συνειδητή επιλογή, αλλά χρησιμοποιείται μάλλον
ασυναίσθητα και προσδίδεται μ' αυτόν τον τρόπο ποικιλία στο λόγο. Ας μην
ξεχνάμε, άλλωστε, ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές του
σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι,
λοιπόν, εύλογο σ' αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του
προφορικού λόγου.
στ. «ώσπερ και
έπί των άλλων τεχνών» Άλλο ένα στοιχείο αυθόρμητου και
προφορικού λόγου συναντάμε στη φράση «ώσπερ καϊ έπϊ των άλλων τεχνών». Ο προσθετικός «καϊ» εδώ είναι
περιττός, ενώ ο προσδιορισμός «άλλων»
υποδηλώνει ότι οι αρετές είναι και αυτές τέχνες, κάτι βέβαια που δεν ισχύει.
Κανονικά, λοιπόν, η παραβολική φράση θα έπρεπε να είναι ως εξής: «ώσπερ έπϊ τών τεχνών».
Υπενθυμίζουμε και πάλι ότι τα κείμενα του Αριστοτέλη προέρχονται από προσωπικές
του σημειώσεις, που χρησιμοποιούσε στις παραδόσεις των μαθημάτων του. Είναι,
λοιπόν, εύλογο σ' αυτές τις σημειώσεις να έχουν παρεισφρήσει και στοιχεία του
προφορικού λόγου.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΟΜΟΡΡΙΖΑ ΣΤΗ ΝΕΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
κομιζόμεθα
< κομίζομαι: κομιστής, διακομιστής, κόμιστρο, μετακόμιση,
προσκόμιση, αποκόμιση, διακομιδή, ανακομιδή, συγκομιδή, αποκομιδή
ενεργείας
< έν + έργον < εργάζομαι: εργασία,
διεργασία, επεξεργασία, προεργασία, εργασιοθεραπεία, εργασιομανής, εργαστήριο,
εργαλείο, εργάτης, εργατικός, εργατικότητα, εργατοπατέρας, εργατοϋπάλληλος,
εργατοώρα, έργο, εργοδηγός, εργοδότης, άεργος, άνεργος, περίεργος, πάρεργο,
εργόχειρο, ανενεργός, ραδιενεργός, απεργός, συνεργός, απεργία, ανεργία,
κωλυσιεργία, καλλιέργεια, ενέργεια, περιέργεια, πανούργος, κακούργος,
ραδιούργος, χειρουργός, δημιουργός, ξυλουργός, μουσουργός, στιχουργός,
υφαντουργία, μεταλλουργία, μεταξουργία, δημιούργημα, κακούργημα, όργανο, όργιο
έλάβομεν <
λαμβάνω: λαβή, απολαβή, παραλαβή, συλλαβή, αντιλαβή, χειρολαβή, λήψη,
μετάληψη, σύλληψη, πρόσληψη, επανάληψη, κατάληψη, προκατάληψη, περίληψη,
αντίληψη, υπόληψη, επιληψία, θρησκοληψία, μεροληψία, αμεροληψία, ηχοληψία,
παραλήπτης, ηχολήπτης, εικονολήπτης, ανεπανάληπτος, ακατάληπτος, ασύλληπτος,
ευυπόληπτος, εργολάβος, δικολάβος, λήμμα, λάφυρο
έχρησάμεθα
< χρήομαι -ώμαι: χρήση, χρήστης, χρήσιμος,
χρησιμοθήρας, χρηστικός, χρησιμότητα, χρησιμοποίηση, αχρησιμοποίητος, χρηστός,
εύχρηστος, δύσχρηστος, άχρηστος, ιδιοχρησία, χρήμα, χρηματικός, χρησμός
τεχνών <
τίκτω: τόκος, επίτοκος, επιτόκιο, απότοκος, τοκετός, τεκνοποίηση,
άτεκνος, τέκτονας, αρχιτέκτονας, τεχνική, τεχνοκράτης, τεχνολογία, έντεχνος,
άτεχνος, περίτεχνος
οικοδόμοι <
οίκος + δόμος: οίκημα,
οίκηση, ιδιοκατοίκηση, διοίκηση, συγκατοίκηση, μετοίκηση, οικία, κατοικία,
μονοκατοικία, πολυκατοικία, συνοικία, αποικία, παροικία, ένοικος, περίοικος,
κάτοικος, συγκάτοικος, μέτοικος, οικισμός, οικιστικός, αποικισμός,
αποικιστικός, οικοδεσπότης, οικογένεια, οικότροφος, οικόπεδο, οικοσκευή,
οικόσημο, οικονομία, οικόσιτος, οικουμένη, οικολογία
σώφρονες
< σώος + φρήν (γεν.
φρενός): φρενίτιδα, φρενοκομείο, φρενοβλαβής, παράφρων, μετριόφρων, εχέφρων,
εθνικόφρων, ευφροσύνη, παραφροσύνη, μετριοφροσύνη, σωφροσύνη, νομιμοφροσύνη,
φρόνιμος
ανδρεία < άνήρ (γεν. ανδρός): ανδρικός,
ανδρισμός, ανδροπρεπής, ανδροκρατία, ανδρόγυνο, ανδροπρεπής, άνανδρος,
εύανδρος, ανδράποδο, εξανδραποδισμός, ανδραγαθία, ανδρείκελο, ανδριάντας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου